Δευτέρα

Αιωνια η Μνημη του Στρατηγου Νικου Ντερτιλη






















Στρατηγός Νικόλαος Ντερτιλής: ΑΘΑΝΑΤΟΣ!

Τις πρώτες απογευματινές ώρες της Δευτέρας 28 Ιανουαρίου 2013, η Ελλάς πένθησε την απώλεια ενός Ανδρός, του οποίου η ζωή και το έργο υπήρξε η τρανή απόδειξη της φυλετικής συνέχειας των ηρωικότερων μορφών της χαραγμένης με αίμα Ελληνικής Στρατιωτικής Ιστορίας. 
Ο Στρατηγός Νικόλαος Ντερτιλής, Έντιμος και Υπερήφανος, Μαχητής και Απροσκύνητος, καπνίζει πλέον ανέμελα και πάντοτε περιφρονητικά προς την δειλία των πολλών, το τσιγάρο του, καθήμενος αντικριστά του Χάροντος.
Καταγόμενος από στρατιωτική οικογένεια, ακολουθεί την οικογενειακή παράδοση και εισέρχεται στη Σχολή Ευελπίδων. Σε ηλικία 21 ετών, ο Αξιωματικός Νικόλαος Ντερτιλής, εντάσσεται εν μέσω γερμανικής κατοχής, στην Εθνική Αντίσταση. Συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς και φυλακίζεται στο Χαϊδάρι, απ' όπου δραπετεύει, δίνοντας συνέχεια στην αντιστασιακή του δράση. Η απελευθέρωση της Ελλάδος από τους Γερμανούς κατακτητές, τον βρίσκει στο στρατόπεδο των Εθνικών Δυνάμεων, που μάχονται κατά της κομμουνιστικής ανταρσίας. 
Από το 1946, συμμετέχει στο συμμοριτοπόλεμο λαμβάνοντας μέρος σε πλήθος μαχών ενάντια στους συμμορίτες, ως αξιωματικός του Εθνικού μας Στρατού. Το έτος 1950 τον βρίσκει εκπαιδευτή στη Σχολή Ευελπίδων. Το ανήσυχο και φιλοπόλεμο πνεύμα του Έλληνος Στρατιώτου όμως, τον ωθεί στην εθελοντική συμμετοχή μετά του Ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος, στον Πόλεμο της Κορέας. Για την δράση του στον πόλεμο εκείνο, θα λάβει τα πρώτα Παράσημα Ανδρείας, αποδεικνύοντας στην πράξη τις εξαιρετικές στρατιωτικές και στρατηγικές του ικανότητες. Εκεί βέβαια που θα λάμψει το άστρο του σπουδαίου Αξιωματικού, είναι το πολεμικό πεδίο της μαρτυρικής Μεγαλονήσου, της Κύπρου μας.
Το έτος 1964, μεταβαίνει εθελοντικώς στην Κύπρο με το βαθμό του Ταγματάρχη, χρησιμοποιώντας πλαστό διαβατήριο. Είναι η περίοδος κατά την οποία η τουρκική προκλητικότητα και επιθετικότητα καθιστά την κατάσταση στο νησί έκρυθμη. Ο Ταγματάρχης Ντερτιλής, έχει αποστολή να οργανώσει και να εκπαιδεύσει ειδικές μονάδες της Ελληνικής Δύναμης(ΕΛ.ΔΥ.Κ.) επί της νήσου. Κατά την κρισιμότατη για την πορεία των εξελίξεων, μάχη της Μασούρας, ο Ταγματάρχης Ντερτιλής κατόπιν διαταγών του Αρχηγού της ΕΟΚΑ, Γρίβα Διγενή, επιτίθεται με μικρή δύναμη ανδρών και εφ' όπλου λόγχη, στο καλά οχυρωμένο χωριό, το οποίο ήλεγχαν Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι.
Η ένταση της επιθέσεως υπήρξε τέτοια, ώστε οι τουρκικές δυνάμεις αποδεκατίστηκαν, ενώ παράλληλα υπήρξε βαριά η τιμωρία των τουρκοκυπριακών εκείνων θυλάκων, οι οποίοι αποτελούσαν τις εστίες παραγωγής και εκκινήσεως της τουρκικής τρομοκρατίας προς τις ελληνοκυπριακές κοινότητες. Χαρακτηριστικό της σφοδρότητος των επιχειρήσεων της μονάδος του Ντερτιλή, υπήρξε η διαταγή του Αρχηγού Γρίβα προς τον Ταγματάρχη για παύση της επιθέσεως. Η απάντηση του Νικόλαου Ντερτιλή, θα παραμείνει μνημειώδης: αντί λόγων, «μιλούν» οι σφαίρες του όπλου του, οι οποίες διαλύουν τον ασύρματο! Η επιχείρηση συνεχίζεται ακατάπαυστα και έρχεται σε πέρας με την επίτευξη του αντικειμενικού της σκοπού και την καθολική εκκαθάριση των τουρκοκυπριακών θυλάκων.
Ο Νικόλαος Ντερτιλής μυείται στα σχέδια των κινηματιών που προηγήθηκαν της 21ης Απριλίου, το 1966, έτος που τον βρίσκει να υπηρετεί στο 16ο Σύνταγμα, στη Νιγρίτα του νομού Σερρών. Η συμβολή του στην επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος το 1967, υπήρξε καθοριστική. Ηγούμενος μικρής ομάδος στρατιωτών, κατορθώνει με ένα μηχανοκίνητο Τάγμα να ελέγξει αναίμακτα 28 στόχους, το σύνολο σχεδόν του κρατικού μηχανισμού. Η επιχείρηση ξεκίνησε λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 21ης Απριλίου 1967, ενώ η λήξη της απόλυτα επιτυχημένης επιχείρησης δόθηκε στις 4 παρά 10 το πρωί. Ο αιφνιδιασμός είχε πετύχει. Κατά τη διάρκεια της επταετίας, ο Στρατηγός Ντερτιλής παρέμεινε μακράν των κέντρων λήψεως των πολιτικών αποφάσεων. Ο Ταξίαρχος πια Ντερτιλής, ως ο Αξιωματικός που διασφάλισε την κατάληψη όλων των νευραλγικών θέσεων της Αθήνας για λογαριασμό του στρατιωτικού πραξικοπήματος, εδέχθη το βάρος του μένους δημοκρατών και μπολσεβίκων.
Στις 30 Δεκεμβρίου του 1975, ο Νικόλαος Ντερτιλής καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη και διαρκή στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, με την κατηγορία της συμμετοχής σε ανθρωποκτονία από πρόθεση. Ο ίδιος ο Στρατηγός, ουδέποτε παραδέχτηκε την δολοφονία, ενώ καταδικάστηκε με βάση την κατάθεση του οδηγού του. Παρότι τα επίσημα πορίσματα του μεταπολιτευτικού καθεστώτος για το εν λόγω γεγονός φάσκουν κι αντιφάσκουν, εν τούτοις ο Νικόλαος Ντερτιλής έπρεπε να χλευαστεί, να ταπεινωθεί διά της στέρησης των βαθμών του και να τιμωρηθεί από το καθεστώς των διεφθαρμένων, για την απόλυτη προσήλωσή του στο στρατιωτικό καθεστώς και την πίστη του στο πρόσωπο του Γ. Παπαδόπουλου.


Ο Περήφανος, κατά δήλωσή του «Έλλην Εθνικιστής και Χριστιανός Ορθόδοξος» Στρατηγός, υπήρξε ο μακροβιότερος κρατούμενος των ελληνικών φυλακών, πληρώνοντας το τίμημα της αξιοπρεπέστατης -κατά τις στρατιωτικές αρχές- και ελληνοπρεπούς του στάσεως. Η καραμανλική Δεξιά δεν του συγχώρησε ποτέ το γεγονός της αυτοεξορίας του ηγέτη της στην Γαλλία, πολύ δε περισσότερο, την επί επτά έτη αποτροπή της λαφυραγώγησης του εθνικού μας πλούτου. Η Αριστερά με αιχμή της το ΠΑΣΟΚ απεδείχθη ηπιότερη, προτείνοντάς του να αιτηθεί χάρη, ώστε να αποφυλακισθεί για ανθρωπιστικούς λόγους.
Πράγματι, αυτή ήταν η Δημοκρατία τους: ο «ανθρωπισμός» της, ήταν παράγοντας εξαρτώμενος από μια επαίσχυντη αίτηση χάριτος. Την χαρά όμως την οποία ανέμεναν διακαώς και με μαρξιστική μισανθρωπιά οι αριστεροί από μια πιθανή αίτηση χάριτος, ο Στρατηγός Ντερτιλής δε τους την έδωσε ποτέ. Παρέμεινε αγέρωχος, συνειδησιακά και ιδεολογικά ακμαίος στέλνοντας στους εχθρούς του αντί της αιτήσεως το μήνυμα: « είναι αδιανόητο εγώ ο οποίος ηγήθηκα μιας χούφτας ανδρών στην Κύπρο και έριξα τους Τούρκους στη θάλασσα, να ζητήσω χάρη από εσάς που υποστείλατε την Ελληνική Σημαία από τα Ίμια»!
Αυτός είναι ο Ήρωας Νικόλαος Ντερτιλής, τον οποίο το μεταπολιτευτικό ανθελληνικό καθεστώς επιχείρησε να καταβάλει διά της εκδικητικής τιμωρίας. Βράχος Ήθους και Τιμής, πάνω στον οποίο τσακίστηκαν με πάταγο οι μύχιες επιδιώξεις του Καθεστώτος των κοινοβουλευτικών προδοτών. Ο Στρατηγός, ασθενής και γέροντας ακόμη, στάθηκε πραγματικός Τιτάνας του Ελληνικού Εθνικισμού και της αληθούς Στρατιωτικής Τιμής, αυτής της Τιμής την οποία ντροπιάζουν οι σημερινοί ένστολοι παρατρεχάμενοι υπουργών και βουλευτών, αρνούμενος μετά πρωτόγνωρου πάθους να νομιμοποιήσει το καθεστώς της μεταπολίτευσης!


Σε αυτή την ηγετική και αγέρωχη μορφή του σύγχρονου Ελληνικού Εθνικισμού, τον Στρατηγό Νικόλαο Ντερτιλή, αποτίουμε Φόρο Τιμής. Το παράδειγμά του, θα στέκει ως φάρος απαρέγκλιτης συνειδησιακής και ιδεολογικής συνέπειας για κάθε ιδεολόγο πολεμιστή της Εθνικιστικής και Κοινωνικής Ιδέας, στα δύσκολα έτη του Αγώνος που απλώνονται εμπρός μας. Με την ακλόνητη πεποίθηση, πως η υπόθεση της Αποκατάστασης του ονόματός του δεν τελείωσε με τον θάνατο, παρά μόνον αναβλήθηκε για το κοντινό μέλλον, αποχαιρετούμε έναν Περήφανο και Αήττητο σε όλες τις μάχες Αξιωματικό, υποσχόμενοι να ακολουθήσουμε απαρέγκλιτα τον δικό του δρόμο, τον δρόμο που οδηγεί στο γκρέμισμα της ανθελληνικής μεταπολίτευσης και στην οικοδόμηση ενός πραγματικά Εθνικού Κράτους, το οποίο θα τιμά, ως οφείλει, τους Ήρωες οι οποίοι αναδείχτηκαν στα Πεδία των Μαχών.

Κυριακή

Χιλιάδες Πατριωτες τίμησαν τους τρεις Έλληνες Ήρωες που θυσιάστηκαν στα Ίμια


Με μια δυναμική και μαζική εκδήλωση στην Λεωφόρο Μεσογείων χιλιάδες Έλληνες Εθνικιστές τίμησαν όπως αρμόζει σε Ήρωες τους τρεις πεσόντες Αξιωματικούς στα Ίμια, τον Αντιπλοίαρχο Χριστόδουλο Καραθανάση, τον Αντιπλοίαρχο Παναγιώτη Βλαχάκο και τον Σημαιοφόρο Έκτορα Γιαλοψό.

ΑΘΑΝΑΤΟΙ ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ!










Eπιτέλους,οι Τράπεζες ΤΡΑΒΗΞΑΝ ΤΙΣ ΠΡΙΖΕΣ

"Επιχειρηματίες" των ΜΜΕ με ξένα κόλυβα





Ρε συ Σταύρο, μην είσαι αχάριστος!
Τόσα σου έδωσε απλόχερα η ζωή και ακόμη περισσότερα οι τράπεζες. 220.000.000 εκατ. ευρώ θαλασσοδάνεια δεν επιτρέπουν εκ των υστέρων να κατηγορείς τις τράπεζες που σου εμπιστεύτηκαν τόσο χρήμα.
Δάνεια τα οποία θα κληθούν να πληρώσουν οι Ελληνες φορολογούμενοι, όπως κι εκείνα των υπολοίπων θαλασσοδανεισμένων μηντιαρχών.Οι τράπεζες, πολύ σωστά, αποφάσισαν να τραβήξουν τις πρίζες στις χρεοκοπημένες επιχειρήσεις. Αυτό που αρχίζουν σιγά-σιγά να κάνουν και με τους υπόλοιπους-δήθεν πανίσχυρους-μηντιάρχες. Ισως η μοναδική προσφορά αυτής της κυβέρνησης στην χώρα ήταν η Εξεταστική για τα θαλασσοδάνεια στα ΜΜΕ που έβγαλε στον αφρό αυτό το διαχρονικό έγκλημα οι ηθικοί αυτουργοί του οποίου ήταν οι κατά καιρούς ένοικοι του Μεγάρου Μαξίμου που τηλεφωνούσαν στους τραπεζίτες και απαιτούσαν να δώσουν άφθονο τζάμπα χρήμα στους επιχειρηματίες των ΜΜΕ.
Ο Τσίπρας και ο Παππάς μπορεί να χρεώνονται την υπεράσπιση ενός νοσηρού διεφθαρμένου κράτους το οποίο πλήρωνε μέχρι πρόσφατα αστυνομικούς αποσπασμένους στην ασφάλεια της Μελίνας Μερκούρη, μπορεί να χρεώνονται το κατσιαπλιάδικο μίσος τους για τον ιδιωτικό τομέα και τους ελεύθερους επαγγελματίες στους οποίους επιβάλλουν κτηνώδεις φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, μέσα στην βαθιά μαστούρα του κρατισμού που τους διακατέχει, στην περίπτωση όμως των Δανείων στα ΜΜΕ θα αφήσουν πίσω τους ιστορική παρακαταθήκη το Πόρισμα της Εξεταστικής.
Το αποτρόπαιο διαρκες εγκλήμα που σημάδεψε την μεταπολίτευση ηταν : 
 To εύκολο χρήμα στον πάσα ένα τυχάρπαστο που ήθελε να υποδυθεί τον μηντιάρχη με ξένα κόλυβα. Θα παρακολουθούμε καθημερινά τον τρόπο με τον οποίο οι τράπεζες θα διεκδικήσουν τα δάνεια που έδωσαν στους επιχειρηματίες  των ΜΜΕ με την πολυτελή προσωπική ζωή και τις χρεοκοπημένες επιχειρήσεις.
Ο Σταύρος Ψυχάρης κατηγορεί τις Τράπεζες γιατί στραγγαλίζουν-σύμφωνα με το άρθρο του στο Κυριακάτικο Βήμα-τον Τύπο. Λες και ο Τύπος δεν είναι κι΄αυτός μια επιχείρηση που οφείλει να πληρώνει τις υποχρεώσεις της. Λες και όσοι παριστάνουν τους μηντιάρχες είναι Επιχειρηματίες ενός Ανώτερου Θεού.
 
Τραβήξτε τους τις πρίζες!

«Το Βήµα» και «Τα Νέα» αναγκάζονται να αναστείλουν εντός των ηµερών την έκδοσή τους για οικονοµικούς λόγους-γράφει ο Σταύρος Ψυχάρης.
Και αυτό γιατί οι πιστώτριες τράπεζες αποφάσισαν να δεσµεύσουν – και δέσµευσαν – προς όφελός τους, έναντι των δανείων που έχουν χορηγήσει, κάθε έσοδο του Οργανισµού, είτε αυτό προέρχεται από την πώληση των εφηµερίδων είτε από την καταχώριση εµπορικών διαφηµίσεων.
Ουσιαστικά ο Οργανισµός στερείται κάθε διαθέσιµου πόρου µε αποτέλεσµα να µη δύναται να υποστηρίξει την εκτύπωση των εφηµερίδων του, ούτε βεβαίως να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη λειτουργία των άλλων µέσων που διαθέτει.
Κατά τα φαινόµενα οι πιστώτριες τράπεζες, Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα, Πειραιώς και Eurobank, αποφάσισαν την ένταξη του Οργανισµού σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης µη λαµβάνοντας καµία πρόνοια για τη συνέχιση των εκδόσεών του. Απέρριψαν ακόµη και το θετικό για αυτές αίτηµα µιας ενδιάµεσης χρηµατοδότησης, η οποία θα διατηρούσε ενεργό το περιουσιακό στοιχείο και την αξία του, τρέχουσα και άυλη, αλώβητη.
Εναντι, λοιπόν, της ένταξης στο καθεστώς ειδικής διαχείρισης, η οποία αναµένεται να λάβει χώρα τις επόµενες ηµέρες, αφαίρεσαν κάθε δυνατότητα συναλλαγής από τον ΔΟΛ.
Το δυστύχηµα είναι ότι οι τράπεζες αδιαφόρησαν για την τύχη των 500 και πλέον εργαζοµένων, οι οποίοι απλήρωτοι επί µήνες έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους προκειµένου να διασώσουν τις εκδόσεις και τα άλλα Μέσα του Οργανισµού.
Οι διοικούντες τις τέσσερις τράπεζες, χωρίς καµία αίσθηση ιστορικότητας και δηµοκρατικής ευθύνης, αγνοούν επίσης ότι µε τις σαράφικες επιλογές τους στραγγαλίζουν τις καταξιωµένες στη συνείδηση του ελληνικού λαού φωνές της ευρύτερης δηµοκρατικής παράταξης και επιχειρούν να σβήσουν από τον εκδοτικό χάρτη τις σοβαρότερες εκφράσεις ορθολογισµού και εθνικού συµφέροντος. Δεν αντιλαµβάνονται ότι µαζί µε «Το Βήµα» και «Τα Νέα» θα υποβαθµιστούν αξίες του αστικού µεταπολεµικού συστήµατος και θα καταρρεύσουν βασικές εστίες των Γραµµάτων, της Τέχνης και του Πολιτισµού. Και µαζί τους βεβαίως η κυβέρνηση και η αξιωµατική αντιπολίτευση που υποκριτικά εκδηλώνουν το ανδιαφέρον τους για τη διάσωση των εφηµερίδων αλλά επί της ουσίας αδιαφορούν και δεν συναινούν για την καταθεση µιας τροπολογίας που θα µπορούσε να λύσει προσωρινά το χρηµατοδοτικό πρόβληµα.
Στην πραγµατικότητα οι δύο εφηµερίδες, που εκδίδονται από τη δεκαετία του ’20, φιµώνονται! Η διοίκηση του ΔΟΛ επιφυλάσσεται να αναπτύξει δηµοσίως τα επιχειρήµατά της σχετικά µε τη δίωξη του Οργανισµού.
Οι εργαζόµενοι, όλοι όσοι υπηρέτησαν και υπηρετούν τις αξίες της ακηδεµόνευτης δηµοσιογραφίας, συνεχίζουν και θα συνεχίσουν, παρά τις αντιξοότητες, τον αγώνα για τη διάσωση του Οργανισµού, των ιστορικών εφηµερίδων και των άλλων εκδόσεών του.
Αυτή είναι η υπόσχεσή µας σε όλους εσάς που µείνατε µαζί µας τόσα χρόνια.
(Το ρεπορτάζ που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΜΕΤΡΟ το Νοέμβριο του 1996)
Ιστορίες σαν του Σταύρου Ψυχάρη είχε μπόλικες το ελληνικό σινεμά της δεκαετίας του ΄60. Το παιδί του λαού, που ανεβαίνει πολύ ψηλά στης κοινωνίας τα σκαλιά, γίνεται πάμπλουτο και πανίσχυρο και ποιος ξέρει τι άλλο… Οι ήρωες των ταινιών εκείνων, βέβαια, δεν έπαιζαν γκολφ, ούτε το αγαπημένο τους φαγητό ήταν μακαρόνια με χαβιάρι, ούτε έχριζαν σήμερα μελλοντικό πρωθυπουργό τον ένα και μεθαύριο τον αντίπαλό του. Αλλά πάντα η ζωή δεν ξεπερνάει τον κινηματογράφο; Στις ταινίες, το φτωχόπαιδο έμενε κατά βάθος «ψυχούλα» για τον Στ. Ψυχάρη όμως το σενάριο λέει άλλα και, κυρίως, το τέλος δεν γράφτηκε ακόμα… «Εφτασα εδώ που έφτασα κι όπου θα φτάσω μόνο με τη σκληρή δουλειά» υποστηρίζει ο ίδιος (περιοδικό FLASH, Ιούλιος 1993). Θα είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να μας εξηγούσε με τι είδους «σκληρή δουλειά» έφτασε στο Αγιο Ορος, ωστόσο παρά τον ορυμαγδό των αντιδράσεων, ο κ. Ψυχάρης και το ΒΗΜΑ σιωπούν. Ας προσπαθήσουμε μόνοι μας, λοιπόν, χρησιμοποιώντας ψηφίδες πληροφοριών που συλλέξαμε, δημοσιεύματα που τον αφορούν και παλιότερες συνεντεύξεις του.
Της Ευγενίας Λουπάκη

Από αριστερά: Απ. Βογιατζής (υπ. Εργασίας της Επαναστασεως), Στ. Ψυχάρης, θεοφ. Παπακωνσταντίνου (υπ. Προεδρίας και Παιδείας
Β. Σταματόπουλος (υπ. Τύπου) και άλλοι κοσμικοί της εποχής.
Αν ο άνθρωπος είναι το σύνολο απ” τις εμπειρίες του, είναι αναμφίβολα και το σύνολο των επιλογών του. Ο κ. Σταύρος Ψυχάρης είναι ένα πολυσυζητημένο, πλην όμως άγνωστο στο ευρύ κοινό, πρόσωπο. Είναι ένας πολύ πλούσιος άνθρωπος, «επιχειρηματίας περισσότερο παρά δημοσιογράφος», σύμφωνα με τον Γ. Βότση, και κατοικεί σ” ένα πολυτελές διαμέρισμα της οδού Αναγνωστοπούλου, όπου παλιά έμενε η Μελίνα Μερκούρη. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945. Πατέρας κομμουνιστής με φυλακές κι εξορίες, πρώτος ξάδελφος του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, Κώστα Λουλέ. Ο ίδιος ο Στ. Ψυχάρης προδικτατορικά ήταν γραμμένος στον Ελληνοσοβιετικό Σύνδεσμο και τη δημοσιογραφική του καριέρα την άρχισε το 1965 στην αριστερή εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή». Πολύ σύντομα ανέκρουσε πρύμνα, πράγμα που ποτέ δεν του συγχώρησε, όπως λέγεται, ο πατέρας του. Τώρα, έχει πλέον και φιλοσοφική άποιμη για το σοσιαλιστικό πείραμα και την άδοξη κατάληξή του: «Σίγουρα δεν ήμουν κομμουνιστής, ήμουν πρόθυμος να δίνω μάχες υπέρ των ιδεών μου, οι οποίες ήταν αντίθετες μ” αυτές των κομμουνιστών(….)70 χρόνια στο ιστορικό γίγνεσθαι είναι ελάχιστος χρόνος. Αυτή η παρένθεση στην ιστορία των ανθρώπων αργότερα θα περιγράφεται σε υποσημειώσεις της Ιστορίας», δηλώνει στο περιοδικό Flash, τον Ιούλιο του 1993. Ενα χρόνο μετά, δηλώνει «πράσινος» όχι μόνο στο ποδόσφαιρο αλλά και στην πολιτική και τονίζει: «Θα μπορούσα να διευθύνω μια εφημερίδα, όπως αυτή στην οποία ανήκω και να είμαι κάτι άλλο πολιτικά;» («Τύπος της Κυριακής», Νοέμβριος 1994).

Ο Σταύρος Ψυχάρης με τον κουμπάρο του Βύρωνα Σταματόπουλο, υπουργό Τύπου της 21ης Απριλιου.
Η Επανασταση  βρίσκει τον κ. Ψυχάρη κοινοβουλευτικό συντάκτη στο «ΕΘΝΟΣ» και το 1968 μετακομίζει στο «ΒΗΜΑ». Ο κ. Ψυχάρης έχει κατηγορηθεί για στενές σχέσεις με το καθεστώς των συνταγματαρχών (περιοδικό ΑΝΤΙ, Νοέμβριος 1995). Το σίγουρο είναι ότι είναι κουμπάρος του  υπουργού Τύπου, Βύρωνα Σταματόπουλου, ο οποίος βάφτισε τον μεγαλύτερο από τους δύο γιούς που ο κ. Ψυχάρης απέκτησε από τον πρώτο του γάμο, τον Παναγιώτη. Το δεύτερο γιο του, τον βάφτισε ο Ανδρέας Παπανδρέου άλλες εποχές, άλλοι κουμπάροι- και τον ονόμασε Ανδρέα. Το τρίτο παιδί του κ. Ψυχάρη -από το δεύτερο γάμο του, με τη δημοσιογράφο Χριστίνα Τσούτσουρα- είναι κοριτσάκι κι έχει κι αυτό «διάσημους» νονούς: τον κ. Χρήστο Λαμπράκη και τον κ. Σωκράτη Κόκκαλη .Είναι γνωστή εξάλλου η επιχειρηματική σχέση του συγκροτήματος Λαμπράκη με τον κ. Κόκκαλη, σχέση για την οποία πολλά λέγονται αλλά δεν γράφονται, προφανώς επειδή στοιχεία είναι αδύνατον να βρεθούν. Ο κ. Ψυχάρης πάντως, υποβαθμίζει το θέμα υποστηρίζοντας (περιοδικό MEDIA VIEW, Σεπτέμβριος 1993): «Οι ίδιοι ανόητοι που λένε τις βαρύγδουπες ανοησίες περί συμφερόντων κλπ, ενδεχομένως εννοούν την εντελώς ασήμαντη συμμετοχή του Δ.Ο.Λ. στην εταιρεία ΠΑΝΑΦΟΝ». Ας επανέλθουμε στη σταδιοδρομία του κ. Ψυχάρη.
Το 1973, είναι μεταξύ των δημοσιογράφων που συνοδεύουν το Μακαρέζο στο περιβόητο ταξίδι του στην Κίνα. Αμέσως μετά την πτώση των Συνταγματαρχων, το πρώτο τεύχος του περιοδικού ΑΝΤΙ τον περιλαμβάνει σε κατάλογο δημοσιογράφων που συνεργάσθηκαν με τους συνταγματάρχες. Ε, καί; Το 1974 επιχειρεί να πολιτευθεί με την Ενωση Κέντρου αλλά το πράγμα μένει στις προθέσεις. Εξακολουθεί να είναι πολιτικός συντάκτης του ΒΗΜΑΤΟΣ, όπου από την πρώτη στιγμή, όπως θυμούνται παλιοί συνάδελφοί του, γίνεται «δεξί χέρι» του Χρήστου Λαμπράκη και μάλιστα είναι ο μόνος που, όπως λένε, έμπαινε στο γραφείο του χωρίς να χτυπήσει την πόρτα. Η όλη συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται από τους συναδέλφους του της εποχής εκείνης ως «επιεικώς αντισυναδελφική». Θυμίζουν δε, ότι πρωτοστάτησε στα διαβήματα του τότε «τραστ» των πολιτικών συντακτών, όσων δηλαδή ήταν πολιτικοί συντάκτες και στη διάρκεια της 7ετιας, προς τον πρώτο κυβερνητικό εκπρόσωπο ,τον Τάκη Λαμπρία, με στόχο ν” αποκλειστούν από το μπρήφινγκ  οι συντάκτες εφημερίδων που άρχισαν να επανεκδίδονται. Θυμούνται, μάλιστα, πως ο κ. Λαμπρίας αναγκαζόταν να κάνει χωριστή ενημέρωση στον αείμνηστο Λούη Δάνο, πολιτικό συντάκτη τότε της «Αθηναϊκής» ,επειδή το» τραστ» δεν τον δεχόταν στην ίδια αίθουσα.

 Ο Σταύρος Ψυχάρης ως διοικητής του Αγίου Όρους με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο
Μετά από μια δεκαετία στο ΒΗΜΑ, γίνεται διευθυντής του, αφού ο Λέων Καραπαναγιώτης αναλαμβάνει τα ΝΕΑ, λόγω υπουργοποίησης του Γιάννη Καψή. Να σημειώσουμε κάτι που όχι τυχαία δεν αναφέρεται σχεδόν ποτέ, ούτε φυσικά από τον ίδιο τον κ. Ψυχάρη: ότι ανέλαβε το ΒΗΜΑ καθημερινή εφημερίδα και την έκλεισε, ενώ από τότε μια απόπειρά του να το ξανακάνει καθημερινό απέτυχε παταγωδώς και μια άλλη, πολύ πρόσφατη αυτή, έμεινε σχέδιο επί χάρτου . Οι αποτυχίες δεν πτοούν καθόλου τον κ. Ψυχάρη. και γιατί άλλωστε; Ποτέ δεν αποτέλεσαν εμπόδιο στην ανέλιξή του. Η αυτοπεποίθησή του – έπαρση για πολλούς- δε μειώνεται ούτε από το φιάσκο που συνόδευσε το τηλεοπτικό του ντεμπούτο, όταν η εκπομπή «Το ΒΗΜΑ του ΑΝΤΕΝΝΑ», που ανέλαβε, πάτωσε κυριολεκτικά στις μετρήσεις και σταμάτησε πριν καλά καλά αρχίσει. Κι ήταν τόσο σίγουρος πως θα σαρώσει! «Θα πετυχαίνατε αν δουλεύατε στην τηλεόραση;» Απάντηση: «Αμφιβάλλετε; Δεν έχω καμμιά αμφιβολία ότι θα μπορούσα να κάνω και τηλεόραση. Θα με πούνε εγωϊστή άμα το διαβάσουν, αλλά εν πάση περιπτώσει, είμαι και εγωϊστής» (περιοδικό FLASH). Ούτε και οι κλειστές στροφές τρομάζουν τον Σταύρο Ψυχάρη. “Πολλές εφημερίδες κάνουν στροφή και αλλάζουν πολιτική ενδυμασία, τη μια είναι έτσι και την άλλη αλλιώς.
Η θέση του ΒΗΜΑΤΟΣ πολιτικά είναι δεδομένη(….)Αλλες εφημερίδες μπορεί να είναι πότε από δω και πότε από κει. Γι’ αυτό και χάνουν αναγνώστες. Το ΒΗΜΑ όμως και τα ΝΕΑ, δεν χάνουν αναγνώστες, γιατί είναι μόνιμα και σταθερά προσηλωμένα στα πιστεύω τους” , δηλώνει στην ίδια συνέντευξη ο άνθρωπος που τον Ιούλιο του 1995 αγιογράφησε δια χειρός Θανάση Λάλα την τότε κυρία πρωθυπουργού Δήμητρα Λιάνη. Για να την αποκαθηλώσει πρόσφατα δια χειρός “Σίβυλλας” βάζοντας τη σφραγίδα της εγκυρότητας του ΒΗΜΑΤΟΣ στα ροζ σενάρια γύρω απ” την εθνική μας χήρα και το χήρο της εθνικής μας σταρ. Ο ίδιος που έχρισε πριν από ένα περίπου χρόνο, μέσω της εφημερίδας του, “διάδοχο του Α. Παπανδρέου” τον Μιλτιάδη “Εβερτ, τον οποίο και καλωσόρισε ως “μελλοντικό πρωθυπουργό” στην τηλεοπτική εκπομπή που προαναφέραμε. Αυτή η ενέργεια φυσικά δεν οφειλόταν στην ιδιαίτερη συμπάθεια που ο κ. Ψυχάρης τρέφει, όπως δηλώνει, στον κ. Εβερτ (Τύπος της Κυριακής, Νοέμβρης 1994) και άλλωστε η συμπάθεια αυτή δεν τον εμπόδισε καθόλου να υποστηρίξει εν συνεχεία με τα μπούνια τον κ. Σημίτη, κάνοντας στροφή 180 μοιρών και χωρίς ν” ανοίξει ρουθούνι ως προς την “εγκυρότητα” της εφημερίδας του.

Σάββατο

...το Πραγματικο έγκλημα εις βάρος των Σύριων προσφυγων .



Οι Σύριοι προσφυγες  είναι θύματα  ...Μεγαλύτερα θύματα από τους Έλληνες. Γιατί; ...Γιατί οι Νεοταξιτες  κατέστρεψαν την πατρίδα τους και αφού τους έδιωξαν από αυτήν ως πρόσφυγες, στο τελικό στάδιο τους μετατρέπουν σε μετανάστες, οι οποίοι θα "χαθούν" για τη Συρία και άρα μονιμοποιούν τη εθνική ζημιά της. Χωρίς να τους ρωτήσουν ποτέ, κατέστρεψαν τις ζωές τους και αποφάσισαν μόνοι τους - χωρίς αυτούς - για τις νέες ζωές που θα τους "έδιναν" ...Στην κυριολεξία "πυρ και κίνηση". Τα καθάρματα, τα οποία "πυροβόλησαν" τον λαό τής Συρίας, δεν τους άφησαν ήσυχους ούτε ως πρόσφυγες. Με την ίδια βία που τους έκαναν πρόσφυγες, τους έθεσαν σε "κίνηση", βάζοντάς τους σε μια περιπέτεια τεράστια. Όλα αυτά ήταν εύκολα για τους έμπειρους εγκληματίες, γιατί, γνωρίζοντας τους όρους τού "παιχνιδιού", μπορούν και παίζουν με τις ιδιότητες.

Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; ...Ότι τους εκμεταλλεύονται μέχρι Θανάτου ...Τους εμφανίζουν ως πρόσφυγες, αλλά τους "σπρώχνουν" από χώρα σε χώρα ως λαθρομετανάστες. Τους εμφανίζουν ως πρόσφυγες, για να κερδίσουν τη συμπάθεια των ξενιστών τους, αλλά ταυτόχρονα τους "κατανέμουν" σαν μετανάστες σε προεπιλεγμένες πατρίδες, στις οποίες πρέπει να ενσωματωθούν. Όλα αυτά είναι εγκληματικά και άρα παράνομα για ανθρώπους, οι οποίοι είναι πραγματικά πρόσφυγες και εγκατέλειψαν την πατρίδα τους μόνο και μόνο για να σωθούν. Είναι εγκληματικό να τους "περιφέρεις" ανά τον κόσμο μετατρέποντάς τους σε λαθρομετανάστες. Είναι ακόμα πιο εγκληματικό να τους χειρίζεσαι ως μετανάστες και να τους "ενσωματώνεις" δια της βίας στις κοινωνίες εκείνες, οι οποίες, εξαιτίας των προδοτικών και εγκληματικών τους γηγενών ηγεσιών και φορέων, τούς αντιμετωπίζουν σαν τέτοιους, για να εξυπηρετήσουν τα δικά σου συμφέροντα.

Γι' αυτόν τον λόγο μιλάμε για πονηρές πολιτικές, οι οποίες έχουν ως στόχο να παρακάμψουν τον Διεθνή Νόμο. Γι' αυτόν τον λόγο προσπαθούν να σκορπίσουν τη σύγχυση γύρω από τους όρους και τις ιδιότητες. Τους ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ, οι οποίοι πρέπει να είναι "στατικοί" και "απομονωμένοι" για να διατηρούν την προστατευμένη ιδιότητά τους, τούς  θέτουν σε "κίνηση" ως λαθρομετανάστες και τους "μοιράζουν" στις κοινωνίες σαν μετανάστες. Οι ιμπεριαλιστές, οι οποίοι κατέστρεψαν τις ζωές αυτών των ανθρώπων, μετατρέποντάς τους σε ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ, τώρα τους περιφέρουν στην Ευρώπη σαν "λεία" που μοιράζεται κατά το δοκούν. Οι δήμιοί τους, μόλις τους "ξήλωσαν" από την πατρίδα τους, τούς υποσχέθηκαν δικαιώματα ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ, ενώ στην πραγματικότητα τους μετατρέπουν σε ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ. Τους βάζουν να "κρύβονται" πίσω από την ιδιότητα του ΠΡΟΣΦΥΓΑ - ακόμα κι όταν αυτή πλέον δεν ισχύει - και τους διακινούν μέσα από τα δίκτυα της λαθρομετανάστευσης.

Μέρος της πολιτικής τους είναι να ασκούν βία εις βάρος τους μέσω των πραγματικών λαθρομεταναστών. Καθημερινά οι κανονικοί λαθρομετανάστες ασκούν βία όλων των τύπων στους προσφυγικής "καταγωγής" Λαθρομετανάστες. Οι βιασμοί γυναικών και αντρών, οι κλοπές και οι ξυλοδαρμοί δεν είναι τυχαία και σποραδικά φαινόμενα ...Είναι μέσα στα πλαίσια της πολιτικής τού οργανωμένου εκφοβισμού των προσφύγων. Γιατί συμβαίνει αυτό; ...Γιατί οι ιμπεριαλιστές χρησιμοποιούν τους Πρόσφυγες όπως χρησιμοποιεί η ISIS τους άμαχους πληθυσμούς ..."Κρύβουν" μέσα στα καραβάνια των "προσφύγων" τούς χρήσιμους γι' αυτούς λαθρομετανάστες. Όλοι αυτοί οι Σύριοι και καταχρηστικώς πλέον ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ είναι ο "Δούρειος ΊΠΠΟΣ", για να μπουν τα εκατομμύρια των Λαθρομεταναστών στην Ευρώπη. Χωρίς τους Σύριους δεν θα μπορούσαν οι Πακιστανοί ή οι Αφγανοί να περάσουν στο Αιγαίο και από εκεί στην Ευρώπη ...Οι Σύριοι είναι η "καρότσα" που τους "κουβαλάει" πάνω της και αυτοί απλά "μαστιγώνουν" τα "υποζύγια" όταν αυτά αντιδρούν. Γι' αυτόν τον λόγο χρειάζονται τη βία και τα ψέματα.

Αν αυτό το καταλάβει ο αναγνώστης, θα καταλάβει και όλο το "κόλπο" των ιμπεριαλιστών και των χαφιέδων τους. Εδώ μιλάμε για ένα τεράστιο έγκλημα της Νέας Τάξης, το οποίο κανένας δεν αγγίζει, γιατί φοβάται τους οργανωμένους και φονικούς μηχανισμούς προπαγάνδας και εκφοβισμού. Όποιος τολμήσει και πει το σωστό και το αυτονόητο, θα βρει τον μπελά του. Όποιος τολμήσει και πει ότι "πρέπει να ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η εισαγωγή των προσφυγόπουλων στο ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης", θα γίνει μισητός εχθρός τους ...Θα "πέσουν" όλοι πάνω του να τον "φάνε" ...Θα τον εμφανίσουν σαν ναζιστή, ρατσιστή ή μισάνθρωπο, ενώ αυτό είναι απολύτως ψευδές...

...Είναι απολύτως ψευδές, γιατί, εξαιτίας αυτής της εγκληματικής μεταναστευτικής πολιτικής, οι πάντες θίγονται και απειλούνται. Αποτελεί αναμφισβήτητο γεγονός ότι η "ενσωμάτωση" των προσφυγόπουλων στην ελληνική κοινωνία μέσω της εκπαίδευσης δεν είναι έγκλημα μόνον απέναντι στην φθίνουσα ελληνική κοινωνία, αλλά είναι ταυτόχρονα και έγκλημα απέναντι στη συριακή κοινωνία. Ο πληθυσμός αυτών των ανθρώπων είναι για την Ελλάδα Λαθρομετανάστες που τη θίγουν, αλλά ταυτόχρονα για τη Συρία είναι εξ' αναγκασμού Μετανάστες, που η απώλειά τους την θίγει επίσης. Αυτά τα κοινά συμφέροντα μεταξύ τού ελληνικού και του συριακού λαού πρέπει ν' αναζητήσουμε, γιατί εκεί θα εντοπίσουμε τους εγκληματίες ...Τους πραγματικούς εγκληματίες, οι οποίοι κρύβονται πίσω από ανθρωπιστικές "βιτρίνες", celebrities φίλους και διάσημες ΜΚΟ.

Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι αυτά τα δυστυχή προσφυγόπουλα είναι "παιδιά" τής Συρίας ...Πολύτιμα παιδιά τής Συρίας ...Παιδιά, τα οποία οι πονηροί τα "μπλέκουν" σε ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, αλλά για τη Συρία είναι μια τεράστια απώλεια χωρίς κανένα κέρδος ...Είναι το "μέλλον" της, το οποίο κάποιοι με τη βία τής το στερούνε. Γι' αυτόν τον λόγο πρέπει ΟΛΟΙ ν' αντισταθούμε στην εισαγωγή των προσφυγόπουλων στα ελληνικά σχολεία. Αυτό δεν είναι μόνον το νόμιμο, αλλά είναι και το ηθικό και το δίκιο. Όταν, μέσω της εκπαίδευσης, πρόθεσή σου είναι να "ενσωματώσεις" αυτά τα παιδιά στην κοινωνία σου, στην πραγματικότητα προσπαθείς να τα "κλέψεις" από τη "μάνα" τους, που είναι η Συρία ...Περί αυτού πρόκειται. Είναι φανερό πλέον ότι επιχειρείται μια ανομολόγητη προσπάθεια ενσωμάτωσης των προσφυγόπουλων στην ελληνική κοινωνία.

Το θέμα είναι να βρούμε ποιοι μεθοδεύουν αυτήν την ενσωμάτωση και τι επιδιώκουν. Είναι φανερό ότι αυτό δεν προέκυψε από κάποια φυσική ανάγκη των λαών, οι οποίοι εμπλέκονται στην υπόθεση αυτήν. Ποια ανάγκη τής Ελλάδας ή της Συρίας καλύπτει αυτήν η προσπάθεια; Ζήτησε ποτέ η Ελλάδα νέα παιδιά να "υιοθετήσει", γιατί δεν της έφταναν τα δικά της, όπως έκανε μεταπολεμικά η Γερμανία; Ζήτησε ποτέ η Συρία να "ξεφορτωθεί" παιδιά της, γιατί της "περίσσευαν", όπως έκανε κάποτε η Κίνα; ...Απλά είναι τα πράγματα. Εφόσον μιλάμε για προσφυγιά, δεν χρειάζεται να μιλάμε για ανάγκη ενσωμάτωσης στην τοπική κοινωνία. Οι πρόσφυγες δεν χρειάζονται προετοιμασία ενσωμάτωσης, εφόσον θεωρούμε ότι είναι τέτοιοι και όχι Μετανάστες. Εκ των δεδομένων λοιπόν τα προσφυγόπουλα της Συρίας θα πρέπει πάση θυσία να παραμείνουν και εντός Ελλάδας Σύριοι ...Να προστατευτούν, αλλά και να "απομονωθούν". Γιατί η Ελλάδα να τα "κλέψει" από τη Συρία; ...Γιατί μια πονηρή "μητριά" να τα διεκδικήσει από την πονεμένη "μάνα" τους;

Ποια ακριβώς ανάγκη των προσφύγων εξυπηρετεί η "ενσωμάτωσή" τους στον ελληνικό μηχανισμό εκπαίδευσης; ...Άρα; ...Άρα, κάτι άλλο δρομολογείται, χωρίς αυτό να αποκαλύπτεται. Σε κανονικές δηλαδή συνθήκες θα έπρεπε η ίδια η Συρία να βλέπει αυτήν την ενέργεια ως εχθρική εις βάρος της και άρα να είχε διαμαρτυρηθεί με τα μέσα που προβλέπονται στη Διεθνή Κοινότητα. Γιατί εχθρική; ...Γιατί κάποιοι πάνε να "εκμεταλλευτούν" το δράμα της και να της "κλέψουν" μια γενιά παιδιών ...Γιατί με την ενσωμάτωση στο ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης επιχειρείται εξελληνισμός και άρα απειλείται η συριακή τους "ταυτότητα". Όμως, αυτό δεν συμφέρει τη Συρία και άρα η τοπική πρεσβεία της θα έπρεπε αντιδράσει άμεσα κι αποφασιστικά. Θα έπρεπε να απαιτήσει από την ελληνική Κυβέρνηση να σεβαστεί το Διεθνές Δίκαιο και να τους επιτρέψει να διατηρήσουν τη συριακή εθνική τους ταυτότητα, ώστε να είναι έτοιμοι για τον επαναπατρισμό τους στην πατρίδα ...Έναν επαναπατρισμό, τον οποίο μια αλλαγή συμπεριφοράς των παιδιών τους - λόγω του εξελληνισμού τους - θα τον καθιστούσε δύσκολο.

Δεν λέμε κάτι το περίεργο. Τα θρησκευτικά κατηχητήρια ή τα εθνικά σχολεία δεν είναι νοσοκομεία ή εστιατόρια, ώστε, παρέχοντας κάποιος σε ξένους τις ίδιες υπηρεσίες με αυτές που προσφέρει στα παιδιά του, να είναι απόδειξη του ανθρωπισμού ή του πολιτισμού του. Αυτά είναι μηχανισμοί, οι οποίοι διαμορφώνουν "ταυτότητες" εθνικές ή θρησκευτικές ..."Πλάθονται" προσωπικότητες και διαμορφώνονται συνειδήσεις ...Είναι "μηχανισμοί" οργανωμένοι, που "καλουπώνουν" πνευματικά τους ανθρώπους και το ανεπιθύμητο "καλούπωμα" για κάποιους μπορεί να είναι "παραμόρφωση" ή "ακρωτηριασμός" ...και, όταν αυτό γίνεται οργανωμένα εις βάρος ξένων παιδιών, τότε αυτό είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.

Αρκεί να προσπαθήσει κάποιος να μπει στη θέση των άλλων και θα το καταλάβει αμέσως. Όσο απειλεί τη θρησκευτική ταυτότητα ενός παιδιού να το στείλεις για το "καλό" του στο δικό σου "κατηχητικό", άλλο τόσο απειλεί την εθνική του ταυτότητα η εισαγωγή του για το "καλό" του σε ένα εθνικό σχολείο ...Αυτό είναι παράνομο και απαγορεύεται από τον διεθνή νόμο. Δεν συμφέρει τη Συρία ο αυθαίρετος και παράνομος εξελληνισμός των παιδιών της, όπως δεν θα συνέφερε να υπήρχαν Έλληνες πρόσφυγες και να επιχειρούσαν Τούρκοι ή Ισραηλινοί, για παράδειγμα, να εκτουρκίσουν ή να εξιουδαϊσουν αυτούς, τους οποίους δήθεν είχαν αναλάβει απλά να προστατεύσουν ...Θα ήταν ένα ανθελληνικό έγκλημα ή δεν θα ήταν αυτό;  Υπ' αυτήν την έννοια δεν υπάρχει λόγος να υπάρχουν και μειονοτικά σχολεία, τα οποία προστατεύουν τις εθνικές "ταυτότητες". Γιατί να υπάρχουν ελληνικά σχολεία στην Αλβανία; Γιατί να υπάρχουν παλαιστινιακά σχολεία στην Ιορδανία;  ...Να "ενσωματωθούν" τα Ελληνόπουλα ή τα παιδιά τής Παλαιστίνης στην κοινωνία αυτών που τους "φιλοξενούν" ...για το "καλό" τους.

 Φυσιολογικά θα έπρεπε να υπάρχει έντονη διαμαρτυρία από την πλευρά των Σύριων ...Θα έπρεπε να γίνει διπλωματικό διάβημα για μια τέτοια εχθρική μεθόδευση ...Μια αντισυριακή μεθόδευση, η οποία θα επέτρεπε υποτίθεται στην Ελλάδα να εκμεταλλευτεί την αδυναμία τής Συρίας, για να της αποσπάσει κάποια από τα "παιδιά" της. Τι θα ήταν το fair στην περίπτωση αυτήν; Ποιο θα ήταν το δίκιο και το σωστό από πλευράς συμπεριφοράς τής Ελλάδας; Στις συνθήκες αυτές θα έπρεπε απλά να παρασχεθούν κάποια υλικά μέσα, τα οποία θα διευκόλυναν τους πρόσφυγες στη διατήρηση μιας κανονικότητας στην καθημερινότητά τους ...Να δημιουργηθούν και να τους παραχωρηθούν κάποιες νέες υποτυπώδεις αίθουσες διδασκαλίας μέσα σε όλους τους προσφυγικούς καταυλισμούς. Αυτή η υλικοτεχνική βοήθεια θα ήταν η μόνη βοήθεια που θα θεωρούνταν θεμιτή από την πλευρά του ελληνικού κράτους και μέσα στα πλαίσια του Διεθνούς Δικαίου.

Από εκεί και πέρα η ελληνική Κυβέρνηση σε άμεση συνεργασία με την πρεσβεία τής Συρίας θα έπρεπε από κοινού να εργάζονταν, για να εξασφαλιστούν όλα τα υλικά και άυλα εκείνα μέσα, τα οποία θα απαιτούνταν για την απρόσκοπτη εκπαίδευση των προσφυγόπουλων ...Τα κατάλληλα συριακά βιβλία και τα απαραίτητα εκπαιδευτικά βοηθήματα κλπ.. Να βρεθούν Σύριοι δάσκαλοι, γνώστες τής γλώσσας των παιδιών, ώστε να μην τους επηρεάσει η εθνική τους περιπέτεια και μείνουν "πίσω" στην εκπαιδευτική τους "πορεία". Αυτά είναι τα καθήκοντα που προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο γι' αυτόν που αναλαμβάνει την υψηλή αποστολή να σώσει πρόσφυγες και όχι να τους εκμεταλλευτεί ή να τους "οικειοποιηθεί".

Βλέπουμε να συμβαίνει τίποτε απ' όλα αυτά; ...Όχι βέβαια. Αυτά, τα οποία βλέπουμε, είναι τα αντίθετα ...Είναι τα παράνομα ...Είναι τα παράλογα ...Είναι τα εγκληματικά ...Είναι αυτά, τα οποία δεν συμφέρουν ούτε τον ελληνικό λαό ούτε τον συριακό λαό. Οι μόνοι, οι οποίοι έχουν κέρδος από μια τέτοια προσπάθεια, είναι οι ΜΚΟ των διεθνών τοκογλύφων ...Των τοκογλύφων, οι οποίοι είναι οι ιδιοκτήτες τής Νέας Τάξης ...Των τοκογλύφων, οι οποίοι προσπαθούν να βάλουν πληθυσμούς εποίκων σε όλα τα κράτη που τους ενδιαφέρουν ...Εποίκους, λειτουργικά "ενσωματωμένους" μέσα στις κοινωνίες, αλλά ως μειονότητες ...Εθνικές μειονότητες, οι οποίες θα είναι για πάντα εξαρτώμενες από τους ξένους προστάτες τους ...Θρησκευτικές μειονότητες, οι οποίες - με βάση την υπάρχουσα γνώση των όσων συνέβησαν επί δεκαετίες στη Βρετανία, τη Γαλλία κλπ.—, δεν ενσωματώνονται ΠΟΤΕ στις χριστιανικές "πατρίδες" τους, εφόσον δεν τις αντιλαμβάνονται ως τέτοιες.

Το δίκιο των Ελλήνων γονέων και οι πονηροί "αλληλέγγυοι".

                                 


  Αυτοι οι οποίοι χειρίζονται την προπαγάνδα για το προσφυγικο ειναι  έμπειροι και κακοήθεις  ...Υπουλα προσπάθουν οι εγκληματίες να "χτυπήσουν" τους Έλληνες που αντιδρούν ...Συγκεκριμένους Έλληνες, τους οποίους τους θεώρουν πιο "εύκολους". Επέλεξαν δηλαδή τους αντιδρώντες τού Ωραιοκάστρου της Λαρισας και του Περαματος  και όχι κάποιους άλλους, γιατί αυτοί ειναι βολικοί στην προπαγάνδα τους.


Θα ξεκινήσουμε λοιπόν την ανάλυση από την εύκολη περίπτωση, η οποία αφορά τους Έλληνες   και μετά θα πάμε στους Σύριους. Θα ξεκινήσουμε από τους συγκεκριμένους Έλληνες που αντιδρούν και οι οποίοι ήταν αυτοί, οι οποίοι δέχθηκαν την ύπουλη επίθεση των "ευαίσθητων" και "αλληλέγγυων".


Γιατί κατηγόρησαν τους πολίτες τού Ωραιοκάστρου; ...Γιατί θεώρησαν βολικό γι' αυτούς το χαρακτηριστικό τής προσφυγικής τους καταγωγής. Επικαλούμενοι λοιπόν το παρελθόν τους, μπορούσαν να ανοίξουν τη "γκάμα" των κατηγοριών τους. Δεν περιορίστηκαν στις κατηγορίες περί εθνικισμού ή ρατσισμού, αλλά τους κατηγόρησαν για υποκρισία, αχαριστία, αγνωμοσύνη κλπ.. Τους "θύμισαν" πως ήταν προσφυγικής καταγωγής και οι ίδιοι και άρα ότι δεν έπρεπε να αντιδρούν με τον τρόπο αυτόν και μάλιστα σε μια Ελλάδα με πολλούς μεταπολεμικούς μετανάστες στις τάξεις των προσφυγικής καταγωγής Ελλήνων.


Αυτό, το οποίο συμβαίνει στην περίπτωση αυτήν είναι το εξής: Οι Έλληνες πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, όπως και να τους εξετάσεις, ποτέ δεν ξέφυγαν από καμία γραμμή νομιμότητας. Είτε ως Έλληνες είτε ως πρόσφυγες, ήταν κατά την "κίνησή" τους απολύτως εντός των πλαισίων τής διεθνούς νομιμότητας. Ως διωκόμενοι πρόσφυγες ήταν νόμιμοι, γιατί "στάθηκαν" στο πρώτο κράτος που τους παρείχε ασφάλεια και ήταν η Ελλάδα ...Δεν συνέχισαν για Ιταλία, επειδή εκεί ήταν καλύτερα ...Δεν δημιούργησαν πρόβλημα στην ιταλική κοινωνία, επειδή τους άρεσε περισσότερο να κατοικούν στη Ρώμη ή στη Φλωρεντία ..."Στάθηκαν" στα νόμιμα σ' ό,τι αφορά την προσφυγική τους ιδιότητα.


Ως Έλληνες και άρα ως επιθυμητοί μετανάστες - λόγων των Διεθνών Συμφωνιών τού ελληνικού κράτους - εισήλθαν σε έναν χώρο, στον οποίο είχαν απολύτως κατοχυρωμένα δικαιώματα, εφόσον έγινε ανταλλαγή πληθυσμών και κεφαλαίων. Από εκεί και πέρα αντιμετωπίστηκαν ως επιθυμητοί "ξένοι", οι οποίοι έπρεπε να ενσωματωθούν τάχιστα στην ελληνική κοινωνία των γηγενών. Τα σχολεία ήταν ένα από τα μέσα αυτής της ενσωμάτωσης και άρα και η πολιτική που θα ακολουθούνταν ήταν εκ των προτέρων αποφασισμένη ...Στα ελληνικά σχολεία εισάγονταν με τους γηγενείς συμμαθητές τους, γιατί απλούστατα εγκαθίσταντω ως Ελληνόπουλα στη νέα τους πατρίδα ...Στην εξ' αρχής συμφωνημένη πατρίδα ΟΛΩΝ των Ελλήνων και άρα και των ιδίων. Επιπλέον, η κοινή γλώσσα δεν τους μετέτρεπε σε τροχοπέδη τού μηχανισμού εκπαίδευσης ...Ελληνικά μιλούσαν, ελληνικά βιβλία είχαν ανάγκη για να εκπαιδευτούν και Έλληνες δάσκαλοι αναλάμβαναν να την φέρουν εις πέρας.


Σ' ό,τι αφορά το δεύτερο - και άρα την ελληνική μετανάστευση των μεταπολεμικών χρόνων - και πάλι η νομιμότητα ήταν το κύριο χαρακτηριστικό τής "κίνησης" των Ελλήνων. Οι Έλληνες, οι οποίοι πήγαν μεταπολεμικά στη Γερμανία, ήταν ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ και όχι λαθρομετανάστες ...Επιλέχθηκαν με τα κριτήρια που εξυπηρετούσαν τη Γερμανία και όχι την Ελλάδα. Κανένας από εκείνους δεν πήγε εκεί χωρίς τα προαπαιτούμενα που η ίδια η Γερμανία έθετε, και τα οποία ήταν προς το δικό της συμφέρον. Όποιος πήγε εκεί με δική του πρωτοβουλία, αγνοώντας τις γερμανικές προδιαγραφές, απελάθηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Στην εποχή δηλαδή της ελληνικής μετανάστευσης στη Γερμανία υπήρχαν Έλληνες Μετανάστες, οι οποίοι παρέμεναν σ' αυτήν και Έλληνες Λαθρομετανάστες, οι οποίοι απελαύνονταν πάραυτα. Μετανάστες ήταν μόνον εκείνοι, οι οποίοι ήταν χρήσιμοι για τη Γερμανία εξαιτίας των ικανοτήτων τους. Η μετανάστευση, δηλαδή, στην πραγματικότητα έθιγε την Ελλάδα και όχι τη Γερμανία.


Ως εκ τούτου όλοι αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι δικαίως διαμαρτύρονται, αδίκως κατηγορούνται. Δεν έχουν τίποτε να "θυμηθούν", που να τους φέρνει σε δύσκολη θέση. Δεν έχουν τίποτε να "κρύψουν", ώστε να αισθάνονται υποκριτές κι αχάριστοι. Είτε ως παιδιά προσφύγων είτε ως συγγενείς μεταναστών, σεβάστηκαν νόμους και λαούς, όπως ακριβώς προβλέπει ο νόμος και το δίκαιο. Από εκεί και πέρα έχουν το δικαίωμα να δρουν και να αντιδρούν όπως αρμόζει στις υπόλοιπες ιδιότητές τους. Ως γονείς, λοιπόν, οι οποίοι είναι κατά τον νόμο υπεύθυνοι για την ασφάλεια των παιδιών τους και ως φορολογούμενοι πολίτες, οι οποίοι πληρώνουν φόρους για να απολαμβάνουν την υπηρεσία των μηχανισμών εκπαίδευσης, έχουν κάθε δικαίωμα να στραφούν προς τη Δικαιοσύνη για να βρουν το "δίκιο" τους.


Εφόσον δεν προστατεύουν το "δίκιο" τους οι πολιτικοί, μπορούν να ζητήσουν απόδοσή του από τους κατά τον νόμον αρμόδιους, που είναι οι Δικαστές ...Μπορούν να ζητήσουν ασφαλιστικά μέτρα για τα παιδιά τους με κύριο και μοναδικό επιχείρημα τη διασφάλιση της υγείας τους και την εξασφάλιση της καλής εκπαιδευτικής διαδικασίας ...Μπορούν να απειλήσουν με απευθείας μηνύσεις τους "καρεκλοκένταυρους" του Υπουργείου Παιδείας. Υπάρχουν ποινικές ευθύνες σε περίπτωση που κάποιο παιδί ασθενήσει εξαιτίας των προσφύγων ...Μπορούν να τους "ταράξουν" στη νομιμότητα, όπως έλεγαν οι καραγκιόζηδες στα "καλά" τους ...Να κάνουν μαζικές μηνύσεις εναντίον τού Υπουργείου Παιδείας - και του Υπουργού συγκεκριμένα - με την κατηγορία τής έκθεσης των μαθητών σε ΘΑΝΑΣΙΜΟ κίνδυνο.

Πέμπτη

Κανένα δημόσιο ή ιδιωτικό ελληνικό σχολείο δεν πρέπει να δεχθεί στις τάξεις του προσφυγόπουλα !!!





Παραβαίνουν το Διεθνές Δίκαιο αυτοί, οι οποίοι "ανοίγουν" τα εθνικά τους σχολεία σε πρόσφυγες.
Ένοχη για έγκλημα κατά τής ανθρωπότητας είναι η Ελληνική Κυβέρνηση.
Ποινικές ευθύνες για όποιους - πολιτικούς ή εκπαιδευτικούς - συμπράττουν στο έγκλημα αυτό.

Η Σχολή Χιλλ είναι ένα πανάκριβο ιδιωτικό σχολείο κάπου στην Πλάκα τής Αθήνας ...Ένα σχολείο, το οποίο είναι απρόσιτο για τους κοινούς Έλληνες ...Είναι πανάκριβο και η εισαγωγή σ' αυτό απαιτεί εκτός από το μεγάλο "πορτοφόλι" και κάποιες "συστατικές επιστολές" ...Δηλαδή, ακόμα κι αν ξεπεραστεί το οικονομικό πρόβλημα, αυτό δεν φτάνει από μόνο του για την εισαγωγή ενός παιδιού στο σχολείο αυτό. Τα παιδιά εκεί πρέπει να έχουν το απαιτούμενο κοινωνικό pedigree, ώστε να γίνουν αποδεκτά ...Δεν είναι "τυχαία" παιδιά "τυχαίων" γονιών. Εκεί στέλνονται τα παιδιά τής "άρχουσας" τάξης, για να "συγχρωτιστούν" μεταξύ τους και να δημιουργήσουν τις κοινωνικές σχέσεις-"επενδύσεις", οι οποίες θα τους εξασφαλίσουν ένα καλύτερο μέλλον ...Δεν δίνεις 16.000 τον χρόνο για πλάκα ..."Επένδυση" είναι τα χρήματα αυτά ...Οικογένειες, οι οποίες ζουν με τόσα χρήματα τον χρόνο, θεωρούνται πλέον προνομιούχες σε αυτήν τη χώρα.  

Σε αυτό το "αποστειρωμένο" - κυριολεκτικά και μεταφορικά - σχολείο προβλήματα όπως η φυματίωση, η ηπατίτιδα, η δυσεντερία κλπ. δεν είναι απλά άγνωστες καταστάσεις, αλλά στην κυριολεξία άγνωστες λέξεις. Αυτό το σχολείο βρίσκεται στην τρίτη χιλιετία και λογικό είναι αυτά τα προβλήματα του Μεσαίωνα να μην το αφορούν.

Στο σχολείο αυτό έχει βάλει τα παιδιά του ο αγραβάτωτος "επαναστάτης", ο οποίος παριστάνει τον Πρωθυπουργό τής Ελλάδας ...Ο κατά φαντασίαν "Τσε", που, όταν δεν "πολεμάει" τους ιμπεριαλιστές, "χορεύει" τις "Αγορές". Ο άνθρωπος, ο οποίος έκαιγε θρανία και μαυροπίνακες στα δημόσια σχολεία, προκειμένου να "μπει" από την πίσω "πόρτα" στον "χάρτη" τής πολιτικής, είναι ο ίδιος άνθρωπος, ο οποίος για τα δικά του παιδιά φρόντισε να μην τα αφορά η "κληρονομιά" του. Η "κληρονομιά" των αγώνων του, η οποία άφησε πίσω της μια κατεστραμμένη δημόσια παιδεία, αφορά μόνον τα παιδιά των φτωχών.

Σαν να μην έφτανε αυτή η υποβάθμιση των μέσων που παρέχονται σε αυτά τα Ελληνόπουλα, τώρα έρχονται κάποιοι αυτοαποκαλούμενοι "ευαίσθητοι" και "ανθρωπιστές" να "σπρώξουν" όλα μαζί αυτά τα παιδιά στον Μεσαίωνα. Δεν έφτανε, δηλαδή, που οι "επαναστάτες" τού κώλου υποβάθμισαν κάθε έννοια δημόσιας παιδείας, έρχονται τώρα και με τις πράξεις τους απειλούν και τα ίδια τα παιδιά. Δεν έφτανε, δηλαδή, που γυρνάνε στα σπίτια τους αγράμματα, τώρα θα φοβόμαστε μήπως γυρίσουν κι άρρωστα. Μπορεί να μην μαθαίνουν τα φαινόμενα της φυσικής ή της χημείας, αλλά θα τους μείνει από το σχολείο η γνώση τού να αναγνωρίζουν τα συμπτώματα της ηπατίτιδας και της φυματίωσης.

Κυριακή

O Aλέξης Τσίπρας μαζεύει τα πράγματά του από το Μαξίμου;


Το δημοσίευμα των FINANCIAL TIMES ως προάγγελος του Τέλους

Αυτό ήταν…Οι Financial Times ανέλαβαν απλά να μεταφέρουν το μήνυμα του τέλους στον Ελληνα πρωθυπουργό.
Το άρθρο της 30ης Δεκεμβρίου 2016 των Financial Times με τίτλο «Ελλάδα: ένα ζήτημα ανεξαρτησίας», θα μπορούσε να φυλάσσεται ήδη στα Γενικά Αρχεία του Κράτους μια και θα αποδειχθεί ο προάγγελος της πτώσης. Το big read δημοσίευμα ήταν τόσο τρομακτικό επειδή περιέγραφε πραγματικά γεγονότα που ακόμη και για το Μαξίμου, που τα προκάλεσε, δεν ήταν ευχάριστο να τα βρίσκει μπροστά του και μάλιστα δημοσιευμένα σε ένα από τα πιο βαριά πυροβολικά του διεθνούς τύπου.
Η ταύτιση της κυβέρνησης Τσίπρα (που δεν λέει να ολοκληρώσει την Δίκη της Χρυσής Αυγής για την στυγνή δολοφονία Φύσσα) με τις ακροδεξιές κυβερνήσεις της Πολωνίας και της Ουγγαρίας στέλνει μήνυμα στους επενδυτές να μείνουν μακριά από τη χώρα. Οι Financial Times είναι ένα από τα μηντιακά Ευαγγέλια των Αγορών. Το δημοσίευμα έρχεται λίγες ώρες πριν την είσοδο του νέου χρόνου και μοιάζει χαριστική βολή σε μια χώρα που για να επιζήσει χρειάζεται επενδύσεις από ισχυρούς ξένους παίκτες. Το δημοσίευμα τους προειδοποιεί να μείνουν μακριά από μια χώρα στην οποία υπάρχει κατάλυση της Δικαιοσύνης και υποκατάστασή της από το Μαξίμου-Τσίπρα όπως δείχνει και η εικονογράφηση του ρεπορτάζ που επέλεξαν τα στελέχη της εφημερίδας.
“Υπάρχουν φόβοι πως η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει ένα ακόμα μέτωπο στην προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναχαιτίσει απειλές εναντίον βασικών αρχών καλής διακυβέρνησης και σεβασμού για τους ανεξάρτητους θεσμούς».
22s14arxeia2-thumb-large
Σε σχόλιό του, το γραφείο Τύπου του πρωθυπουργού τονίζει πως «προκαλεί εύλογα ερωτήματα είναι το γεγονός ότι οι συντάκτες της ηλεκτρονικής σελίδας των Financial Times δεν βρίσκουν να γράψουν ούτε μία λέξη» για όλα όσα έχει καταφέρει η σημερινή κυβέρνηση, τα δύο χρόνια που βρίσκεται στην εξουσία, συμπληρώνοντας πως η «μονομέρεια» των πηγών των FT «θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιον κακόπιστο να κάνει λόγο ακόμα και για πολιτική σκοπιμότητα».
Πιο αναλυτικά, η κυβέρνηση υποστηρίζει πως εδώ και δύο χρόνια:
  • δίνεται μία μεγάλη και καθημερινή μάχη ενάντια στα κατεστημένα συμφέροντα, την μεγάλη φοροδιαφυγή, τη διαφθορά, το λαθρεμπόριο. Για να εξαλειφθούν οι παράνομες και σκοτεινές πρακτικές που οδήγησαν τη χώρα στο χείλος του γκρεμού.
  • για πρώτη φορά, κάτω από δύσκολες συνθήκες, οι φορολογικές αρχές εργάζονται απερίσπαστες χωρίς άνωθεν εντολές, οι λίστες των φοροφυγάδων ελέγχονται, δίνεται μάχη κατά του λαθρεμπορίου, τα θαλασσοδάνεια αποτελούν απλώς κακό παρελθόν, ενώ η Δικαιοσύνη λειτουργεί χωρίς παρεμβάσεις.
  • τα αποτελέσματα αυτού του καθημερινού αγώνα έχουν ήδη αρχίσει να φαίνονται: Υπεραπόδοση εσόδων, μείωση του λαθρεμπορίου και καταλογισμός ποινικών ευθυνών και προστίμων σε όσους παρανομούν.
Καταλήγοντας, η ανακοίνωση του γραφείο Τύπου του πρωθυπουργού σημειώνει πως «είναι φανερό ότι όλα τα παραπάνω έχουν ενοχλήσει πολλούς: τραπεζικούς κύκλους, το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, ολιγάρχες και μεγάλα μίντια».
Όσον αφορά για τη θέση της κυβέρνησης που φιλοξενούνται στο δημοσίευμα (ότι οι κατηγορίες περί υποχώρησης του κράτους δικαίου είναι μια απόπειρα σπίλωσης της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στη χώρα), στην ανακοίνωση τονίζεται πως «οι ερωτήσεις που εστάλησαν ελάχιστη ώρα πριν το δημοσίευμα προκειμένου να αποτελέσουν άλλοθι, πέρα από προσβλητικές, δεν άφηναν ούτε καν το χρονικό περιθώριο απάντησης…».
u55nnamed
Αραγε αναρωτήθηκαν στο Μαξίμου γιατί δεν είχαν καν χρόνο να απαντήσουν; Μήπως γιατί οι Εντολείς του δημοσιεύματος θεωρούν ήδη την κυβέρνηση ξοφλημένη. Μήπως το δημοσίευμα των Financial Times και κυρίως η φαινομενικά απαξιωτική και “αντιδεοντολογική” συμπεριφορά της εφημερίδας προς τον Τσίπρα είναι μήνυμα των πιο αποκαλυπτικών δημοσιευμάτων που θα ακολουθήσουν;
Και τι είδους δημοσιεύματα θα μπορούσαν να είναι αυτά; Τι παραπάνω γνωρίζουν οι “Κύκλοι” που καταγγέλει το Μαξίμου με το σχόλιο του Γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού;
Το δημοσίευμα των Financial Times θέτει το ερώτημα κατά πόσο η ελληνική κυβέρνηση σέβεται την ανεξαρτησία θεσμών και οργάνων παρατηρεί ο ΣΚΑΙ.gr που παραθέτει αποσπάσματα από το δημοσίευμα.
Το ρεπορτάζ, με τον ενδεικτικό τίτλο «Ελλάδα: ένα ζήτημα ανεξαρτησίας», αρχίζει με αναφορά στην υπόθεση της ηγεσίας της Τράπεζας Αττικής και την κόντρα μεταξύ κυβέρνηση και του διοικητή της Τράπεζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα.
Η βρετανική εφημερίδα υπενθυμίζει ότι η κυβέρνηση είχε ανατρέψει την απόφαση του κ. Στουρνάρα να ανατεθεί η διεύθυνση της τράπεζας στον «επαγγελματία τραπεζίτη» Θεόδωρο Πανταλάκη, με πηγές να λένε στους Financial Times πως κυβερνητικά στελέχη κανόνισαν με το ΤΣΜΕΔΕ, τον μεγαλο μέτοχο της Τράπεζας Αττικής, να δοθεί η θέση στον «με λίγη γνώση περί τα τραπεζικά» Κωνσταντίνο Μακέδο.
Η εφημερίδα σημειώνει ότι η ενέργεια αυτή ήταν ευθεία πρόκληση προς τον κ. Στουρνάρα, επικεφαλής του ανεξάρτητου εποπτικού οργάνου του τραπεζικού τομέα. Σημειώνεται επίσης ότι κυβερνητικές πηγές αρνούνται οποιαδήποτε παρέμβαση στη διαδικασία επιλογής του διευθύνοντος συμβούλου της Τράπεζας Αττικής.
Παρόλα αυτά, προσθέτει το δημοσίευμα, «το επεισόδιο αυτό επικαλούνται επικριτές του ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου ηγείται ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ως ένα παράδειγμα της αυταρχικής τάσης που λένε ότι γίνεται όλο και πιο ορατή καθώς οι ηγέτες του παλεύουν με την πτώση στις δημοσκοπήσεις και την ανάκαμψη της υποστήριξης για το κόμμα της αντιπολίτευσης, τη Νέα Δημοκρατία».
Ο επίτιμος καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Θάνος Βερέμης σχολιάζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «θα ήθελε να θέσει κάθε ανεξάρτητο θεσμό υπό κρατικό έλεγχο», καθώς «είναι μέρος της ιδεολογίας τους».
Για άλλους, συμπληρώνει η εφημερίδα, το επεισόδιο αυτό και άλλα είναι απλώς μία πιο ορατή έκφανση της πολυετούς δυσκολίας σεβασμού της ανεξαρτησίας βασικών δημοσίων θεσμών στην Ελλάδα.
Στη συνέχεια η εφημερίδα αναφέρεται στην έφοδο των εισαγγελέων διαφθοράς στα γραφεία της εταιρείας της συζύγου του κ. Στουρνάρα Λίνας Νικολοπούλου – «ένα περιστατικό που ανησύχησε αξιωματούχους της ΕΚΤ και προκάλεσε ευρύτερους φόβους για την προθυμία του κράτους να κάνει χρήση εκφοβισμού για να περάσει το δικό του». Η κα Νικολοπούλου δηλώνει στους FT ότι ο πραγματικός στόχος της εφόδου ήταν ο σύζυγός της.
Η εφημερίδα σημειώνει ότι η έφοδος έγινε λίγο πριν ο κ. Μακέδος κριθεί ακατάλληλος για την ηγεσία της Τράπεζας Αττικής και ενώ ο κεντρικός τραπεζίτης είχε επιβάλει απαγόρευση δανεισμού στην προβληματική τράπεζα, γεγονός που σήμανε την ακύρωση δανείου που προετοίμαζε η τράπεζα προς τον Χρήστο Καλογρίτσα, έναν από τους «προτιμητέους από την κυβέρνηση» συμμετέχοντες στην «ευαίσθητη και αμφιλεγόμενη» διαδικασία τηλεοπτικών αδειοδοτήσεων. Στο σημείο αυτό γίνεται αναφορά και στα βοσκοτόπια των εγγυήσεων Καλογρίτσα για τη συμμετοχή στον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες.
Η κα Νικολοπούλου προσθέτει ότι η έφοδος πραγματοποιήθηκε χωρίς την απαραίτητη νομική εξουσιοδότηση, χωρίς υπογεγραμμένο ένταλμα έρευνας. «Ήμουν έξαλλη αλλά και σοκαρισμένη που κάτι τέτοιο μπορούσε να συμβαίνει σε μία δημοκρατική χώρα», δηλώνει η σύζυγος του κ. Στουρνάρα.
Και πάλι η εφημερίδα σημειώνει ότι κυβερνητικές πηγές απορρίπτουν τις κατηγορίες περί πολιτικών κινήτρων πίσω από τη συγκεκριμένη έρευνα στα γραφεία της Λίνας Νικολοπούλου.
Το δημοσίευμα σχολιάζει ότι μετά από έξι ταραχώδη χρόνια στις σχέσεις Αθήνας-Βρυξελλών «τώρα υπάρχουν φόβοι πως η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει ένα ακόμα μέτωπο στην προσπάθεια της ΕΕ να αναχαιτίσει απειλές εναντίον βασικών αρχών καλής διακυβέρνησης και σεβασμού για τους ανεξάρτητους θεσμούς».
Στο πλαίσιο αυτό η εφημερίδα τοποθετεί την Ελλάδα στο ίδιο κάδρο με την Πολωνία και την Ουγγαρία των ακροδεξιών κυβερνήσεων, ενώ ο Ευάγγελος Βενιζέλος δηλώνει πως η απειλή για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα μπορεί να συγκριθεί με την απειλή σε αυτές τις δύο χώρες. «Δεν είναι τόσο έντονη, αλλά σε μεθοδολογία είναι η ίδια. Υπάρχει ένα μεγάλο θέμα που αφορά την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης», λέει στους FT ο κ. Βενιζέλος.
Η εφημερίδα σχολιάζει ότι μεταξύ των παρατηρητών του ελληνικού προγράμματος διάσωσης υπάρχει μια έγνοια ότι η έλλειψη σεβασμού στην ανεξαρτησία ορισμένων θεσμών, ιδίως της δικαιοσύνης, «θα μπορούσε να γίνει η Αχίλλειος πτέρνα στην προσπάθεια της χώρας να στρίψει τη γωνία και να προσελκύσει έξωθεν επενδύσεις».
Αναφερόμενη σε φόβους περί εμβάθυνσης της κουλτούρας της πολιτικής παρέμβασης στο δημόσιο τομέα η εφημερίδα επικαλείται τον πρώην Πρόεδρο του ΣτΕ και πρώην υπηρεσιακό πρωθυπουργό Παναγιώτη Πικραμμένο που κάνει λόγο για σημείο καμπής: «Λίγο-λίγο η τήρηση του κράτους δικαίου στην Ελλάδα εξαφανίζεται. Νιώθω πως κάθε μέρα που περνά οι Έλληνες πολίτες απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τους Ευρωπαίους πολίτες».
Το δημοσίευμα συνεχίζει αναφέροντας ότι ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες κατέρρευσε εν μέσω «περαιτέρω σκανδάλων», με κατηγορίες περί απόπειρας επιρροής των μελών του ΣτΕ με υποσχέσεις για αύξηση αποδοχών, κάτι που απορρίπτουν κυβερνητικές πηγές επιρρίπτοντας την ευθύνη στην αντιπολίτευση για την παράκαμψη του ΕΣΡ.
Γίνεται επίσης σύντομη αναφορά στην αποτυχημένη «κυβερνητική απόπειρα» καθαίρεσης της ηγεσίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού που στην ουσία εμποδίστηκε από τις Βρυξέλλες.
Εκτενέστερη είναι, τέλος, η διήγηση των νομικών περιπετειών του πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου, με την κατηγορία της εσκεμμένης υπερβολής των υπολογισμών για το δημοσιονομικό έλλειμμα, με τους FT να σχολιάζουν ότι οι διεθνείς ανησυχίες για το επίπεδο σεβασμού της ελληνικής κυβέρνησης προς τους ανεξάρτητους θεσμούς προηγούνται του ΣΥΡΙΖΑ.
«Είναι εκπληκτικό και πραγματικά απογοητευτικό ότι επίσημοι στατιστικολόγοι διώκονται πολιτικά και ανηλεώς εντός των συνόρων της ΕΕ», δηλώνει στην εφημερίδα ο κ. Γεωργίου.
Το μακροσκελές δημοσίευμα των FT καταλήγει μεταφέροντας τη θέση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ότι οι κατηγορίες περί υποχώρησης του κράτους δικαίου είναι μια απόπειρα σπίλωσης της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στη χώρα. Κυβερνητική πηγή υποστηρίζει ότι οι επιθέσεις γίνονται ακριβώς επειδή πλήττονται υπενδεδυμένα συμφέροντα.
Παρόλα αυτά, προστίθεται, σε μια ένδειξη του πόσο μεγάλες είναι πλέον οι ανησυχίες, το θέμα του σεβασμού της ανεξαρτησίας των θεσμών θα αναδειχθεί στην επόμενη προεκλογική περίοδο από την αντιπολίτευση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει: «Έχουμε εκφράσει σοβαρές ανησυχίες ότι γινόμαστε μάρτυρες μίας διάβρωσης της ποιότητας των δημοκρατικών θεσμών μας από τότε που ανέλαβε την εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ».
Τέλος, ο κ. Βερέμης σχολιάζει ότι παρά τις απόπειρές του κατά της ανεξαρτησίας θεσμών ο ΣΥΡΙΖΑ «στερείται στρατηγικής και επομένως αυτοσχεδιάζει, κάτι που οδηγεί σε προχειρότητες και τελικά σε αποτυχία».
hard-at-work2
A Brief History of the Financial Times
David Kynaston, author of The Financial Times: A Centenary History
A crucial merger
It was the merging of two small City newspapers in 1945 that saw the creation of the Financial Times as we know it today. The two papers that came together that year were the Financial News and the Financial Times. The merger created a single paper, the modern Financial Times, that soon began to obtain a breadth and stature previously unknown in financial journalism. The FT of the new millennium is, in a very real sense, the progeny of that fortunate partnership over sixty years ago.
The older of the two original papers was the Financial News, which was established in 1884 and initially called the Financial and Mining News. Its founder, and editor for some twenty-five years, was the energetic and not always scrupulous Harry Marks, who in the 1880s realised the potential that existed for a lively and well-informed daily financial paper. The new publication’s focus – the City of London – was then at the height of its international influence and importance: the Gold Standard reigned supreme and the London Stock Exchange was burgeoning. There were other financial papers and journals already in existence, but none that covered the stock market as thoroughly, and offered such trenchant advice, as the Financial News under Marks now did.
The birth of the FT
Four years later there appeared a rival to the FN in the form of the Financial Times, which launched on 13 February 1888. On its masthead it claimed to be ‘Without Fear and Without Favour’ and boldly described itself as the friend of ‘The Honest Financier’ and ‘The Respectable Broker’, the enemy of ‘The Unprincipled Promoter’ and ‘The Gambling Operator’. Control of the FT passed through several hands during its first year, including those of the notorious company promoter Horatio Bottomley, but by 1889 it was under the firm and capable management of Douglas MacRae, a printer by trade who never lost his faith that there was room for an alternative financial daily to the FN. The early years proved a hard struggle, but in 1893 he displayed a stroke of marketing genius by deciding to have the FT printed on pink paper, immediately distinguishing it from its various rivals. Two years later the famous ‘Kaffir boom’ in South Africa gold mining shares took place, leading to hectic scenes on the Stock Exchange and surrounding streets. With the resultant upsurge of readership and advertising, the permanent future of the FT was assured.
The stockbroker’s Bible
Over the next twenty years, until the First World War, the FN and FT were indisputably the two leading financial dailies, and seem to have been roughly on a par with each other in terms of circulation, profits and overall reputation. The war, however, proved a turning-point. Under the editorship of a brilliant but unbalanced journalist, Ellis Powell, the FN made the profound mistake of turning itself into a crude propaganda sheet designed to cover the so-called ‘Unseen Hand’ of traitors in high places. It was a campaign that fundamentally alienated the paper’s City readership, which was still its core constituency, placing accurate reportage at a premium, and dismissive of subjective rhetoric. By contrast the FT continued on its sober way and increasingly became known as ‘the stockbroker’s Bible’. From 1919, it was owned by the astute Berry Brothers, who already owned the Sunday Times and who later took over the Daily Telegraph. Limited in range and often dull, but utterly reliable in its coverage of all the relevant financial news, the FT of the twenties and thirties was undeniably the ‘right stuff’ as far as its almost uniformly bowler-hatted readers were concerned.
Meanwhile, from the mid-twenties, the FN gamely tried to fight back under a series of distinguished editors. The newspaper adopted a policy of recruiting bright young journalists, creating a more outward-looking and thoughtful paper than the FT. Among those on the FN’s team during these inter-war years were Paul Einzig who began the acclaimed ‘Lombard Street’ column on monetary matters, Otto Clarke who initiated the celebrated 30-Share Index later taken over by the FT, and the young Hammond Innes before he turned to writing thrillers. Orchestrating the paper’s affairs from 1928 was its chairman Brendan Bracken, dynamic, often brash, and of seemingly limitless self-confidence. He was already an intimate of Winston Churchill, became Minister of Information during the Second World War, and was reputedly the prototype for the character of Rex Mottram in Evelyn Waugh’s novel Brideshead Revisited. But for all the talent at the FN’s disposal in these years it was a depressingly uphill fight, especially during the slump of the early thirties. The paper nearly went to the wall, and its circulation was never more than about a third of the FT’s level of some 30,000.
Two papers become one
It was a pattern that probably would have continued after the war, but for the rather capricious decision in 1945 by the FT’s owner Lord Camrose (the father of William Berry) to offer his paper to the FN. He did so partly because of poor health, partly because he wished to concentrate the family energies on the Daily Telegraph, but above all because he anticipated (unlike most people) a Labour victory in the general election later in the year and did not believe that in the changed post-war conditions the City would be able to sustain two financial dailies. Bracken, on behalf of the FN, responded to the offer with alacrity, managed with some difficulty to meet the purchase price, and on 1 October 1945 the two papers became one – taking the name of the FT on account of its higher circulation, greater commercial clout, and also no doubt its pink paper.
Combining industrial and financial coverage
The FN thus nominally died as a paper, but its spirit very much lived on through the people who now took the top jobs on the new merged FT. Chairman of the new FT was Bracken; editor was the former FN editor Hargreaves Parkinson (who had also founded the ‘Lex’ column, now transferred to the FT); and day-to-day management was the responsibility of the managing director, Bracken’s protégé Lord Moore, later Lord Drogheda. Severe newsprint restrictions handicapped the growth of the paper, but under Parkinson’s far-sighted editorship, the FT now took its first tentative steps towards embracing industrial as well as financial coverage. In 1949 Parkinson retired early because of ill health and was succeeded by Gordon Newton, who had also come up on the FN side.
The choice was not an obvious one but proved a masterstroke on Bracken’s part. Over the next 23 years Newton revealed himself to be one of the great Fleet Street editors of the twentieth century. He was in no way an intellectual, but he had an almost uncanny affinity with his readership. He did not write himself, but was the surest of judges about what comprised effective journalism. He consistently expanded the paper’s horizons, but never forgot that ultimately it had to remain a practical paper for practical people. His news values were instinctive, his insistence on accuracy unstinting, and his own appetite for work infinite. There has been no more important person in the history of the paper.
Encouraging wider readership
During the first half of the 1950s, as the newsprint restrictions eased, Newton not only fulfilled Parkinson’s legacy by introducing a thorough industrial and labour coverage, but also tightened up and expanded the paper’s traditional financial coverage, ensuring that the City remained the FT’s unbreachable ‘citadel’. On 8 July 1953 it celebrated its 20,000th edition and took advantage of the occasion to introduce under the masthead the words ‘Industry’, ‘Commerce’ and ‘Public Affairs’, words which over the next decade provided daily testimony to enhanced ambitions and widening readership. That same year Newton, encouraged by Moore, took the first step to what would become the FT’s celebrated Arts page, beginning with a review of Graham Greene’s play The Living Room. Newton also began to pursue the systematic and fruitful policy of recruiting two or three journalists each year direct from Oxbridge, including such subsequently illustrious figures as William Rees-Mogg and Nigel Lawson, both of whom served valuable apprenticeships on the expanding FT.
The pace of change did not let up. In 1957 the paper was taken over by Pearson, then a holding company with such diverse interests as oil and media. This development allowed much greater access to capital resources than had previously been the case. In 1958 Bracken died, but the following spring received a fitting memorial when the paper moved to Bracken House in Cannon Street, commanding a fine view of St Paul’s and where the paper would stay until moving just south of Southwark Bridge in 1989. During the late fifties and early sixties, as the stock market boomed and Britain was assured that it had ‘never had it so good’, so the FT prospered too, attaining by 1961 an average circulation of over 132,000 – over double what it had been when Newton became editor. To most intents and purposes it had ‘arrived’ as one of the select band of national quality papers.
A major challenge
Newton had a final major challenge to face during his editorship. This occurred in 1967 when The Times , under new ownership, launched a pull-out section of business news, representing a clear threat to the FT’s quasi-monopoly in that area. Newton successfully countered by reaching out for a still broader readership, introducing in quick succession the Technical (later Technology) page, the Executive’s World (later Management) page, and in the Saturday paper the memorably entitled How To Spend It page (from 1994 in magazine format). Over the following few years Newton also oversaw the rapid expansion of the paper’s foreign coverage, with a key role being played by the young foreign editor, J.D.F. Jones, so that by the early seventies there was hardly a paper in the world with as many full-time foreign correspondents as the FT. Newton retired at the end of 1972, leaving behind a transformed paper, a circulation of some 190,000 and a pervasive ethos of integrity and commitment to journalistic truth.
Redefining the FT
Newton’s successor was Fredy Fisher, who was German by origin, internationalist by temperament, and well-equipped to take the FT into a further phase of its development. Under his editorship the paper not only became more professional and better produced, but also engaged in a certain process of redefinition, improving once more its specialist areas of coverage (above all of the thriving and increasingly important Euromarkets) and accepting that in certain ‘non-economic’ spheres it was not going to compete with the general press. This process of redefinition was furthered by the decision, implemented in 1979, to start printing in Frankfurt an edition for European consumption. By the early eighties the FT embodied an international approach, seeking to provide a complete editorial service for the international businessman that no other British paper came close to matching.
No FT… no comment
The rest of the decade, under the quietly authoritative editorship of Geoffrey Owen from 1981, saw continuing progress, helped for most of the period by buoyant stock markets, liberalising capital markets and intense financial activity as a whole. There was also a remarkably successful advertising campaign in Britain based on the ‘No FT… no comment’ slogan, which quickly became part of everyday vernacular. During 1986, circulation for the first time passed the 250,000 mark, with a quarter of the sale coming from overseas. Printing in New York (from 1985) as well as London and Frankfurt, providing unrivalled international company news, and from 1987 publishing the first daily world share index, the FT had become one of the very few genuinely international papers as it completed its first century. That landmark, in February 1988, was celebrated by a memorable banquet at London’s Guildhall, where the guest speakers were Nigel Lawson, then at the height of his reputation as Chancellor of the Exchequer, and Paul Volcker, the leading central banker of his generation.
A global paper in the era of globalisation
The two decades since the paper’s centenary have been dominated by the forces of globalisation – making the world economy, for the first time, close to a seamless whole. Under a series of editors (Richard Lambert from 1991, Andrew Gowers from 2001, Lionel Barber from 2005), the FT has, arguably more than any other paper in the world, both covered and mirrored that process, all against the hugely helpful backdrop of English becoming ever more the universal language of business. Meanwhile, other UK newspapers have significantly cut back on their international coverage and number of foreign correspondents, leaving a vacuum that the FT, already thoroughly international, has been more than willing to fill. Many journalists have contributed to the paper’s authoritative treatment of the new world economy of the 1990s and 2000s, though perhaps none more notably than Martin Wolf, its leading economics commentator. Deeply committed to capitalism for political as well as economic reasons, but never retreating to market fundamentalism, he has exemplified the FT’s very best, most enduring values.
Different platforms, core product
The FT’s readership in these years has been transformed. After Paris in 1988 and Tokyo in 1990 had become the third and fourth non-UK places to print the FT, Madrid, Stockholm and Los Angeles all followed in 1995, the same time as the international edition was being relaunched. Other landmarks continued thick and fast: printing in Hong Kong (1996); launch of the US edition (1997); printing in Milan and Chicago (1998); non-UK circulation overtaking UK circulation (1988), printing in Boston and San Francisco (1999); printing in Dallas, Miami, Kuala Lumpur and Seoul (2000); the launch of the German-language FT Deutschland (2000); total circulation hitting an all-time high of over 500,000 copies per day (2001); digital printing in South Africa (2002); printing in Dubai and Atlanta (2003); printing in Sydney (2004); the launch of the Middle East edition (2008). Importantly, different editions, for all their local variations, have been recognisably the same core, FT product – a product readily identifiable not only because of the pink paper, across continents and time zones. Hard copy, of course, has not been the only platform in these years. The website FT.com was launched as early as 1995, followed in 2002 by a relaunch and the introduction of subscription services. By the end of that year, unique monthly users had reached 3.2 million and page views over 50 million. Over the succeeding years the paid-for model remained unusual among newspaper websites, but by 2009 it was becoming clear that other titles were going to have to move towards it in order to sustain commercial viability. There is also now an increasingly popular Chinese-language FT website, reflecting a significant hunger for objective news and business coverage.
The FT today
The FT today, whether delivered through hard-copy or online, remains in its underlying ethos recognisably the paper that Gordon Newton did so much to create half a century earlier: sober, detached and with an obstinate, unyielding separation between fact and comment. ‘We live in Financial Times’ became the new UK advertising slogan in 2007, just as the global financial crisis was starting to unfold – a crisis that brought out the very best in not only the paper’s uniquely global reportage, but also a more newfound ability to be at the very heart of the debate about the possible remedies to that crisis, in both the immediate and more long-term future. Times are unlikely to become less financial in the century’s second decade, and the FT will almost certainly remain an indispensable guide to those times.
(c) 2010 Cengage Learning