Παύλος Στ.
Στο
πρώτο μέρος της δημοσίευσης διαπιστώθηκαν μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία
σχετικά με την ξέφρενη δράση σημαντικής μερίδας των Τσάμηδων στο πλευρό
των δυνάμεων Κατοχής. Βέβαια η αλήθεια είναι πως οι Τσάμηδες
ταγματασφαλίτες δεν περιόρισαν τη δράση τους στις εκτελέσεις αμάχων και
στο πλιάτσικο. Υπήρξαν παράλληλα συμπολεμιστές των στρατευμάτων Κατοχής
σε μια σειρά από αιματηρές μάχες εναντίον των Ελλήνων ανταρτών, κυρίως -
λόγω γεωγραφικής θέσης - εκείνων του ΕΔΕΣ1:
Την
1η Ιουλίου 1942, ιταλικές δυνάμεις στρατού και καραμπινερίας
συνεπικουρούμενες από Αλβανούς πολιτοφύλακες συγκρούστηκαν στο Σπαθάρι
με Έλληνες αντάρτες του τοπικού οπλαρχηγού Μπαλούμη2. Στις
20 ή 21 Μαΐου του 1943, στη τοποθεσία Σκάλα Παραμυθιάς κοντά στο χωριό
Αγία Κυριακή διεξήχθη συμπλοκή μικτού ιταλοαλβανικού σώματος με εδεσίτες3. Η συγκεκριμένη σύγκρουση θεωρείται χρονικά η πρώτη ανάμεσα στους Τσάμηδες δοσίλογους και τον ΕΔΕΣ4. Στις
10 Αυγούστου, στη θέση Σκάλα Παραμυθιάς πραγματοποιήθηκε μάχη
γερμανικών και αλβανικών δυνάμεων με αντάρτες του ΕΔΕΣ. Παρόμοιες
συγκρούσεις επαναλήφθηκαν δις στην ίδια τοποθεσία κατά τον Σεπτέμβριο5.
Στις
11 Σεπτεμβρίου, Τσάμηδες ανιχνευτές έκαναν αναγνωριστικές περιπολίες
στην περιοχή της Μενίνας όπου εντόπισαν αντάρτες του ΕΔΕΣ6.
Στις 20 Σεπτεμβρίου, μικτή περίπολος Γερμανών και Τσάμηδων αιφνιδιάζει
στη Γλύκη δεκαπέντε αντάρτες του ΕΛΑΣ, από τους οποίους οι τρεις
σκοτώνονται7.
Τον
Ιανουάριο του 1944, η τοποθεσία της Σκάλας Παραμυθιάς έγινε για ακόμη
μια φορά τόπος σύγκρουσης ανάμεσα σε Τσάμηδες ένοπλους και εδεσίτες8 ενώ
το υπόλοιπο διάστημα μέχρι και τα τέλη της άνοιξης του 1944, οι
Τσάμηδες σε συνεργασία με τη γερμανικά στρατεύματα αφενός κατείχαν την
κωμόπολη της Παραμυθιάς, την οποία είχαν ορίσει έδρα της κυβέρνησής τους, και αφετέρου ήταν σε θέση να κινούνται άνετα στην περιοχή του Φαναρίου9, εκμεταλλευόμενοι μεταξύ άλλων και τη μυστική συμφωνία κυρίων ανάμεσα
στον Ναπολέοντα Ζέρβα και τους Γερμανούς στρατηγούς Λαντς και
Λούντβιγκερ που έθετε τις δυνάμεις του ΕΔΕΣ σε αδράνεια και η οποία με
μικρές εξαιρέσεις τηρήθηκε μέχρι το καλοκαίρι10.
Οι επιχειρήσεις του ΕΔΕΣ για την απελευθέρωση της Θεσπρωτίας και η αντίδραση των Τσάμηδων
Στις
27 Ιουνίου του 1944, τμήματα του ΕΔΕΣ υπό τους Καμάρα, Αγόρο και
Γαλάνη, εκμεταλλευόμενα τη δέσμευση σημαντικών γερμανικών δυνάμεων σε
εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στη νότια Αλβανία και τη Δυτική Μακεδονία11 ξεκινούν,
μετά από εντολές του ΣΜΑ, τις στρατιωτικές επιχειρήσεις για την
κατάληψη του, ζωτικής σημασίας, χώρου ανάμεσα σε Πάργα, Παραμυθιά και
Ηγουμενίτσα. Αντικειμενικός σκοπός της επιχείρησης ήταν η εξασφάλιση της
παραλιακής ζώνης της δυτικής Ηπείρου12.
Για αυτό το σκοπό, τα ανωτέρω τμήματα επιτίθενται και απελευθερώνουν την Παραμυθιά μετά από αψιμαχία με Γερμανούς και Τσάμηδες13. Οι Γερμανοί στρατιώτες υποχώρησαν εγκαίρως χωρίς σημαντικές απώλειες14 ενώ
η αλβανική φρουρά που ανερχόταν σε περίπου 100 άνδρες προέβαλε μικρή
αντίσταση ασχολούμενη κυρίως με τη φυγάδευση του πληθυσμού προς το
Μαργαρίτι και τη Μαζαρακιά15 αλλά και με τη δική της υποχώρηση16.
Στις εκτεταμένες αντεκδικήσεις που ακολούθησαν φέρονται να σκοτώθηκαν
και ένοπλοι που είτε δεν πρόλαβαν να εγκαταλείψουν την κωμόπολη είτε
αποφάσισαν να αμυνθούν μέχρις εσχάτων17.
Μέχρι την επόμενη ημέρα είχαν καταληφθεί και τα γύρω υψώματα18 ενώ στις 29 ή 30 του μήνα19, Τσάμηδες ταγματασφαλίτες20 και
γερμανικές δυνάμεις - αποτελούμενες ως επί το πλείστον από Τουρκμένιους
εθελοντές - κινήθηκαν για την ανακατάληψη της Παραμυθιάς,
αναχαιτίστηκαν όμως από τον ΕΔΕΣ σε μάχες ΒΔ της κωμόπολης κοντά στα
χωριά Κεφαλόβρυσο και Άγιοι Θεόδωροι21 και στα νότια κοντά στο Καρβουνάρι22. Μετά τη μάχη ο ΕΔΕΣ κάλεσε με προκήρυξη τους Τσάμηδες να εγκαταλείψουν τους Γερμανούς και να παραδώσουν τα όπλα τους23.
Το
τέλος του Ιουνίου βρήκε τις δυνάμεις του ΕΔΕΣ προωθημένες σε μια γραμμή
μετώπου που ξεκινούσε από την - υπό γερμανικό έλεγχο - Μενίνα και
εκτινόταν προς τα χωριά Γκρίκα, Ψάκα, Νικολίτσι, Κουρτέσι (νυν
Μεσοβούνι), Παλαιόκαστρο και Ξηρόλοφος, αφήνοντας υπό τον έλεγχο των
Τσάμηδων δοσίλογων το Μαργαρίτι και τη Μαζαρακιά και φράζοντας τον δρόμο
των ανταρτών προς την Ηγουμενίτσα24.
Παράλληλα το συγκεκριμένο μέτωπο απέκοπτε τις δυνάμεις της Χ Μεραρχίας
του ΕΔΕΣ και από το προγεφύρωμα που η ίδια είχε δημιουργήσει στην Πάργα,
απελευθερώνοντάς την25.
Οι
πληροφορίες που ήθελαν τους Τσάμηδες της γερμανοκρατούμενης περιοχής
των Φιλιατών να αιχμαλωτίζουν Έλληνες κατοίκους ως απάντηση για την
ύπαρξη στρατοπέδων αιχμαλώτων στην Παραμυθιά οδήγησε στη διεξαγωγή
διαπραγματεύσεων και στη σύναψη ανακωχής εννέα ημερών ανάμεσα σε ΕΔΕΣ
και Keshilla που υπεγράφη στις 11 Ιουλίου στο χωριό Νικολίτσι (χωριό κοντά στη γραμμή του διαμορφωμένου μετώπου)26 μέσα σε κλίμα αμοιβαίας καχυποψίας27.
Μετά
τη λήξη της προθεσμίας, η πλευρά των Τσάμηδων, ακολουθώντας
παρελκυστική τακτική ζήτησε και έλαβε νέα προθεσμία για να απαντήσει
στον τρίτο όρο της ανακωχής που προέβλεπε τον αφοπλισμό των
ταγματασφαλιτών της μειονότητας και τη δέσμευση του ΕΔΕΣ περί πλήρους
προστασίας της ζωής, της τιμής και των περιουσιών τους. Οι
διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν με την παρουσία Βρετανών και Αμερικανών
αξιωματικών, οδηγήθηκαν όμως σε οριστικό ναυάγιο την 21η Ιουλίου μετά την άρνηση της επιτροπής των Τσάμηδων να πειθαρχήσει στις εντολές της ελληνικής κυβέρνησης και του ΣΜΑ28.
Καθ'
όλη τη διάρκεια του Ιουλίου και ιδιαίτερα μετά τη διακοπή των
διαπραγματεύσεων, αμφότερες οι πλευρές αναδιοργάνωσαν τις δυνάμεις τους
ενόψει της αναπόφευκτης σύγκρουσης: η Χ Μεραρχία του ΕΔΕΣ προχώρησε στη
δημιουργία δύο επιπλέον συνταγμάτων μέσω της στρατολόγησης ντόπιων
ανταρτών29 ενώ από την πλευρά της, η Keshilla είχε
προχωρήσει στη γενική επιστράτευση των ανδρών ηλικίας από 16 έως 60
ετών, στη φυγάδευση του άμαχων Τσάμηδων προς ασφαλείς τοποθεσίες (δηλαδή
υπό γερμανικό έλεγχο) βόρεια των Ιωαννίνων αλλά και εντός αλβανικού
εδάφους30 καθώς και σε κάλεσμα για αγώνα υπέρ βωμών και εστιών.
Υπό
την πίεση των Βρετανών προς τον Ζέρβα για την εξασφάλιση και διεύρυνση
της, στρατηγικής σημασίας, παράκτιας ζώνης του ΕΔΕΣ ακόμη και μέσω της
εκδίωξης από την ευρύτερη περιοχή των αδιάλλακτων Τσάμηδων31 αλλά και υπό τον φόβο περαιτέρω ενίσχυσης των ένοπλων της Keshilla32 συνεχίστηκαν στις αρχές Αυγούστου οι επιχειρήσεις του ΕΔΕΣ εναντίον των Γερμανών και των Τσάμηδων συμπολεμιστών τους33.
Κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 4ης Αυγούστου34,
δυνάμεις της Χ Μεραρχίας του ΕΔΕΣ επιτέθηκαν στις θέσεις των Τσάμηδων
τρέποντάς τους σε φυγή μετά από ολιγόωρη μάχη που δεν προκάλεσε παρά
ελάχιστες απώλειες στους Έλληνες αντάρτες35.
Στη συνέχεια οι δυνάμεις του Καμάρα ενισχύθηκαν από το 3/40 σύνταγμα
του Αγόρου και το τάγμα Γαλάνη με αποτέλεσμα να καμφθεί γρήγορα η
περαιτέρω αντίσταση των ένοπλων της Keshilla.
Χαρακτηριστικά,
στις 7 Αυγούστου κατελήφθησαν τα τσάμικα προπύργια του Μαργαριτίου και
της Μαζαρακιάς ενώ δύο ημέρες αργότερα, οι εδεσίτες προωθήθηκαν σε
απόσταση μερικών χιλιομέτρων από την Ηγουμενίτσα36. Μέχρι τις 11 Αυγούστου37 είχε επιτευχθεί η απελευθέρωση σημαντικού τμήματος της Θεσπρωτίας38 από τους συνεργάτες των γερμανικών στρατευμάτων39. Όσον αφορά τα μαχητικά τμήματα της άλλοτε κραταιάς Keshilla, αυτά πλέον εντοπίζονταν στις περιοχές της Ηγουμενίτσας, των Φιλιατών αλλά και στη Μενίνα.
Ακολούθησε
στις 17 - 18 Αυγούστου, η πρώτη μάχη της Μενίνας - Τσούκας κατά την
οποία η φρουρά που αποτελείτο από 250 Γερμανούς και μερικούς Τσάμηδες40 δέχτηκε την επίθεση 400 ανταρτών. Η μάχη έληξε με νίκη των Ελλήνων, οι οποίοι όμως υπέστησαν σημαντικές απώλειες41.
Ακόμη βαρύτερες ήταν οι απώλειες των Γερμανών, οι οποίοι όταν λίγες
ημέρες μετά ανακατέλαβαν την Μενίνα ανέφεραν περίπου 90 νεκρούς και
αρκετούς αγνοούμενους- κυρίως αιχμάλωτους. Μεταξύ των αιχμαλώτων υπήρχαν
και επτά42 ή εννιά Τσάμηδες43 από τους οποίους εκτελέστηκαν τουλάχιστον οι έξι44.
Στις 3 Σεπτεμβρίου, αντάρτες του ΕΔΕΣ εδραιώθηκαν στον ορεινό όγκο ανάμεσα στα χωριά Παραπόταμος και Ρίζιανη45 και
σε ενέδρα που πραγματοποίησαν προκάλεσαν μερικές απώλειες σε φάλαγγα
οχημάτων που συνόδευαν Γερμανοί στρατιώτες και Τσάμηδες ένοπλοι46.
Ακολούθησε
στις 17 Σεπτεμβρίου η δεύτερη μάχη της Μενίνας - Τσούκας, η οποία
ενδιάμεσα είχε ανακαταληφθεί από τις γερμανικές δυνάμεις. Κατά τη μάχη
οι Τσάμηδες δοσίλογοι πολέμησαν για άλλη μια φορά στο πλευρό των
στρατευμάτων Κατοχής. Η σύγκρουση δεν είχε τη σφοδρότητα της πρώτης,
επέφερε όμως απώλειες τεσσάρων νεκρών και οκτώ τραυματιών στον ΕΔΕΣ47 και 15 νεκρών, δύο τραυματιών και τριών αγνοούμενων48 στους
Γερμανούς και τους Τσάμηδες συμπολεμιστές τους. Λίγες ημέρες αργότερα,
στις 21 Σεπτεμβρίου, οι γερμανικές δυνάμεις αποχώρησαν από την Μενίνα.
Την επόμενη ημέρα απελευθερώθηκαν οι Φιλιάτες, ύστερα από σύντομη μάχη
ανάμεσα στον ΕΔΕΣ και τους εναπομείναντες Τσάμηδες πολιτοφύλακες που
είχαν αναλάβει εξολοκλήρου την άμυνα της κωμόπολης μετά την αποχώρηση
της γερμανικής φρουράς49 και ακολούθως η Ηγουμενίτσα50.
Τσάμηδες της Θεσπρωτίας εναντίον αλβανικής εθνικής αντίστασης: μια άγνωστη ιστορία
Μια
άλλη ενδιαφέρουσα και όχι τόσο διαδεδομένη πτυχή του δοσιλογισμού των
Τσάμηδων της Θεσπρωτίας είναι και η δράση τους εντός αλβανικού εδάφους. Συγκεκριμένα, την 23η Αυγούστου του 1943, αμέσως μετά την καταστροφή της Σαγιάδας, το 1ο τάγμα του 99ου γερμανικού
συντάγματος επιτέθηκε στην Κονίσπολη (η σημαντικότερη κωμόπολη της
αλβανικής πλευράς της Τσαμουριάς) την οποία υπεράσπιζαν γύρω στους 150
αντάρτες. Η όλη επιχείρηση είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη της
Κονίσπολης, το θάνατο 50 ή 60 Αλβανών και - σε αντίθεση με τη Σαγιάδα
που καταστράφηκε ολοσχερώς - την πυρπόληση κατά κύριο λόγο επιλεγμένων
οικιών που υποδείχτηκαν από τους Τσάμηδες51.
Λίγους
μήνες αργότερα σχηματίστηκε, με τη στήριξη των γερμανικών δυνάμεων,
τάγμα ασφαλείας 1000 ανδρών που υπό την ηγεσία του Νουρί Ντίνο
συμμετείχε τον Ιανουάριο του 1944 στην εκκαθαριστική επιχείρηση Χόρριντο
που διεξήχθη κυρίως εντός αλβανικού εδάφους και επέφερε το θάνατο 500
ατόμων. Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, ο Ντίνο και οι άνδρες του
έδρασαν στην περιοχή της Κονίσπολης52.
Στη συνέχεια, ο Ντίνο έδρασε από τον Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο του 1944
στην περιοχή του Αργυρόκαστρου ως επικεφαλής περίπου 700 ανδρών, 300 από
τους οποίους προέρχονταν από τη Θεσπρωτία53.
(τέλος δεύτερου μέρους)
* Οι
φωτογραφίες είναι αλιευμένες από το διαδίκτυο: η φωτογραφία που
εικονίζει τους αντάρτες Γεωργίου και Μπαλούμη προέρχεται από άρθρο του
Θωμά Στ. Γκίνη που μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Παραπομπές
[1]Βαγγέλης Τζούκας, Οι οπλαρχηγοί του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο 1942 - 44. Τοπικότητα και πολιτική ένταξη, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2013, σ. 34.
[2]Μαργαρίτης, Ανεπιθύμητοι συμπατριώτες. Στοιχεία για την καταστροφή των μειονοτήτων της Ελλάδας. Έβραιοι, Τσάμηδες, εκδόσεις Βιβλιόραμα, Αθήνα 2005, σ. 187.
[3]Κοσμά Εμμ. Αντωνοπούλου, Εθνική Αντίστασις 1941 - 1945, Αθήναι 1964, σ. 1642 - 1643.
[4]Κώστας Ιωάννου, Πως πλαστογραφείται η Ιστορία της Αντίστασης, Εταιρεία Μελετών Ελληνικής Ιστορίας, γ' έκδοση, χ.χ., σ. 165.
[5]Ιωάννου, χ.χ., σ. 167.
[6]Χέρμαν Φρανκ Μάγερ, Αιματοβαμμένο Εντελβάις. Η 1η Ορεινή Ταξιαρχία, το 22ο Ορεινό Σώμα Στρατού και η εγκληματική δράση τους στην Ελλάδα, 1943 - 1944, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2009, Β', σ. 14.
[7]Μάγερ,
2009, Β', σ. 16 και Αντωνοπούλου, 1964, σ. 1645, όπου όμως το συμβάν
τοποθετείται, λανθασμένα, ένα μήνα νωρίτερα. Όσον αφορά τους νεκρούς,
αναφέρονται οκτώ αντάρτες.
[8]Robert Elsie (επιμ), The Cham Albanians of Greece. A documentary history, I.B. Tauris, 2012, σ. 348.
[9]Elsie, 2012, σ. 348.
[10]Μάγερ, 2009, Β', σ. 231 - 233.
[11]Μάγερ, 2009, Β΄, σ. 235.
[12]Eleftheria K. Manta, The Cams of Albania and the Greek State (1923-1945), Journal of Muslim Minority Affairs, σ. 9. Mark Mazower (επιμ.), Μετά τον Πόλεμο, Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και του κράτους στην Ελλάδα, 1943 - 1960, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2004, σ. 35, Tsoutsoumpis, 2015, σ. 135, Lars Baerentzen (επιμ.), British Reports on Greece 1943 - 1944, 1982, σ. 120.
[13]Μάγερ, 2009, Β΄, σ. 235, Στυλιανού Θ. Χούτα, Η Εθνική Αντίστασις των Ελλήνων (1941 - 1945), Αθήναι 1961, σ. 565.
[14]Manta, σ.
9. Σύμφωνα με άλλη πηγή, υποχώρησαν πριν την έναρξη της μάχης προς τη
Μενίνα ρίχνοντας έτσι το βάρος της άμυνας εξολοκλήρου στους Αλβανούς
πολιτοφύλακες (βλ. Αντωνοπούλου, 1964, σ. 1675).
[15]Αντωνοπούλου, 1964, σ. 1675.
[16]Georgia Kretsi, Verfolgung und Gedδchtnis in Albanien: eine Analyse postsozialistischer Erinnerungsstrategien, 2007, σ. 284.
[17]Αντωνοπούλου, 1964, σ. 1675.
[18]Κώστα Ε. Ιωάννου, Ελευθέρα Ορεινή Ελλάς. Ιστορική έρευνα, Εταιρεία Μελέτης Ελληνικής Ιστορίας, Αθήνα 2004, σ. 135 - 137.
[19]Βλ. Αντωνοπούλου, 1964, σ. 1676, Μάγερ, 2009, Β', σ. 236, Μυριδάκης, Αγώνες της Φυλής, Αθήνα, 1976, Β΄, σ. 236, Χαράλαμπος Η. Φλόκας, Εθνική Αντίσταση ( 1942 - 1945 ). Ο ΕΔΕΣ και οι αντάρτες του, Αθήνα 1994, σ. 384, Χούτας, 1961, σ. 565 - 566.
[20]Kretsi, 2007, σ. 284.
[21]Κατά
τη διάρκεια της σύγκρουσης το επιτιθέμενο πολυεθνικό στράτευμα είχε έξι
νεκρούς, 13 αγνοούμενους και 26 τραυματίες ενώ οι αντάρτες είχαν ένα
νεκρό και ολιγάριθμους τραυματίες (βλ. Μάγερ, Β', σ. 236). Δεν είναι
ξεκάθαρο αν οι Γερμανοί υπολόγιζαν στις απώλειές τους και πεσόντες
Τσάμηδες.
[22]Στο μέτωπο του Καρβουναρίου όπου η επιτιθέμενη δύναμη αποτελείτο αποκλειστικά από Τσάμηδες (βλ. Ημερολόγιο στρατηγού Ναπολέοντα Ζέρβα 1942 - 1945, Ωκεανίδα, 2013, σ. 542) ο ΕΔΕΣ είχε δύο νεκρούς και μερικούς τραυματίες (βλ. Αντωνοπούλου, 1964, σ. 1675 - 1676).
[23]Manta, σ. 10, Ιωάννου, 2004, σ. 140 - 141.
[24]Σύμφωνα
με εγκύκλιο του Νουρί Ντίνο με ημερομηνία 10 Ιουλίου 1944, η αμυντική
γραμμή των Τσάμηδων είχε διαμορφωθεί στα μέτωπα Πέρδικας - Μαργαριτίου
(για προστασία από το προγεφύρωμα της Πάργας), Μαργαριτίου - Πολύδροσου,
Πολύδροσου - Νικολιτσίου και Νικολιτσίου - Κυρά Παναγιάς (βλ. Χαρίτωνος
Κ. Λάμπρου, Οι Τσάμηδες και η Τσαμουριά, Αθήναι 1949, σ. 26 - 27).
[25]Μάγερ, 2009, Β', σ. 236.
[26]Elsie, 2012, σ. 393, Manta, σ. 10, Ιωάννου, 2004, σ. 140 - 143. Βλ. και Γιώργου Κώτση, Κάτι για το Φιλιάτι, σ. 123 - 124 για την αποστολή γράμματος κατοίκων των Φιλιατών στον ΕΔΕΣ.
[27]Spiros Tsoutsoumpis, Violence, resistance and collaboration in a Greek borderland: the case of the Muslim Chams of Epirus, Qualestoria, n. 2, dicembre 2015, σ. 136.
[28]Manta, σ. 10, Αντωνοπούλου, 1964, σ. 1677, Ιωάννου, 2004, σ. 143.
[29]Ιωάννου, 2004, σ. 143.
[30]Manta, σ. 10, Tsoutsoumpis, 2015, σ. 136.
[31]Manta, σ. 10.
[32]Ιωάννου, 2004, σ. 144.
[33]Μυριδάκης, 1976, Β΄, σ. 191.
[34]Ιωάννου, 2004, σ. 145.
[35]Κατά
τον διοικητή της Χ Μεραρχίας, Βασίλειο Καμάρα, οι ελληνικές απώλειες
ανέρχονταν σε μόλις τρεις τραυματίες (βλ. Ιωάννου, 2004, σ. 145).
[36]Μυριδάκης, 1976, Β', σ. 191 - 192.
[37]Χούτας, 1961, σ. 566.
[38]Ανάμεσα
σε αυτά τα εδάφη περιλαμβανόταν και ολόκληρη η παραλιακή ζώνη της
Θεσπρωτίας μέχρι την, υπό γερμανικό έλεγχο, Ηγουμενίτσα.
[39]Σύμφωνα
με τον Μυριδάκη, ένα μέρος των Τσάμηδων που δεν μπόρεσε να διαφύγει,
συνθηκολόγησε και μεταφέρθηκε πρώτα σε στρατόπεδο της Παραμυθιάς και
αργότερα στην Αλβανία (βλ. Μυριδάκης, 1976, Β', σ. 193). Κατά τη
διάρκεια των επιχειρήσεων το κύριο βάρος της εδεσίτικης επίθεσης έπεσε
πάνω στους Τσάμηδες καθώς οι γερμανικές δυνάμεις φαίνεται πως δεν
ενεπλάκησαν παραμένοντας στις θέσεις τους σε Ηγουμενίτσα και Μενίνα
(Αντωνοπούλου, 1964, σ. 1677 - 1678).
[40]Μυριδάκης, 1976, Β΄, σ. 194.
[41]Από
τους επιτιθέμενους σκοτώθηκαν 25 άνδρες (βλ. Φλόκας, 1994, σ. 396),
μεταξύ των οποίων δύο ανθυπολοχαγοί, ένας οπλαρχηγός αλλά και ο Βρετανός
ταγματάρχης Γουάλλας (βλ. Χούτας, 1961, σ. 568 - 569) ενώ οι τραυματίες
ξεπέρασαν τους πενήντα (βλ. Μάγερ, 2009, Β', σ. 250 - 251).
[42]Αντωνοπούλου, 1964, σ. 1680.
[43]Μανώλης Γλέζος, Εθνική Αντίσταση 1940-1945, Στοχαστής, 2006, Β΄, σ. 938, Ιωάννου, 2004, σ. 29.
[44]Σωτήρης Τσαμπηράς, Ας μη βρέξει ποτέ, Ελληνική Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1985, σ. 164.
[45]Χωριά με αλβανική πλειοψηφία ήδη από την προπολεμική περίοδο. Μάλιστα, ο Παραπόταμος ήταν πατρίδα των υψηλόβαθμων στελεχών της Keshilla, Μπίτο Τάχο, Νταμίν και Ναζίφ Βέσελι (βλ. Λάμπρου, 1949, σ. 10 - 23).
[46]Χούτας, 1961, σ. 583. Σύμφωνα με την πηγή καταστράφηκαν τρία οχήματα ενώ σκοτώθηκαν δύο Γερμανοί και πέντε Τσάμηδες.
[47]Μυριδάκης, 1976, Β', σ. 209.
[48]Μάγερ, 2009, Β', σ. 257.
[49]Manta, σ. 10.
[50]Μάγερ, 2009, Β', σ. 260.
[51]Μάγερ, 2009, Α', σ. 291 - 292.
[52]Μάγερ, 2009, Β', σ. 115.