Παρασκευή

ΜΝΗΜΗ ΑΣΤΥΝΟΜΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΜΑΛΛΙΟΥ, ΠΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΗΣΑΝ ΟΙ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΙ



 



Σαν σήμερα, το 1976, δολοφονήθηκε στο Φάληρο ο εθνικιστής Αστυνόμος Ευάγγελος Μάλλιος, από κομμουνιστές τρομοκράτες της παρακρατικής συμμορίας «17 Νοέμβρη».

Ο Ευάγγελος Μάλλιος ήταν έγγαμος και πατέρας δύο γιων, του Ιωάννη και του Αλέξανδρου, ηλικίας έξι και τεσσάρων ετών την εποχή της δολοφονίας του.

Κατάγονταν από φτωχή αγροτική οικογένεια. Ήταν απόφοιτος της Νομικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ως αστυνομικός υπηρέτησε σε διάφορες υπηρεσίες της Αστυνομίας Πόλεων καθώς και στην υπηρεσία Διώξεως Κομμουνισμού. Κατά την διάρκεια της Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου ανέλαβε επικεφαλής της Υπηρεσίας Πληροφοριών στην Αστυνομία Πόλεων. Υπηρετούσε με το βαθμό του Αστυνόμου Α’ στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών, αρχικά στην οδό Μπουμπουλίνας και στη συνέχεια στο κτίριο της Λεωφόρου Μεσογείων.

Αμέσως μετά την μεταπολίτευση, ο Αστυνόμος Μάλλιος κατηγορήθηκε από τους κομμουνιστές ως «βασανιστής» και προφυλακίστηκε από την καραμανλική ψοφοδεξιά. Μετά από μακροχρόνιες δικαστικές περιπέτειες, λοιδορούμενος επί καθημερινής βάσεως από τον καθεστωτικό τύπο (ρύπο…), κηρύχθηκε αθώος.

Η νεκρώσιμη ακολουθία και η ταφή του δολοφονηθέντος Αστυνόμου έγιναν στις 16 Δεκεμβρίου στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, με την παρουσία χιλιάδων Ελλήνων Εθνικιστών.

Μετά την κηδεία, το οργισμένο πλήθος εστράφη κατά των παρισταμένων δημοσιογράφων, που ειρωνεύονταν τον κόσμο και τους έδωσαν ένα καλό μάθημα σεβασμού προς ζώντες και νεκρούς. Ακολούθησε πογκρόμ συλλήψεων εθνικιστών από το καραμανλικό κράτος, για αντίποινα. Μεταξύ των συλληφθέντων, ως δήθεν «πρωταίτιοι των επεισοδίων», ήταν και ο νυν Αρχηγός της Χρυσής Αυγής Ν. Μιχαλολιάκος, ο οποίος για πρώτη φορά τότε φυλακίστηκε για τις ιδέες του.

Φυσικά, οι δολοφόνοι του Ευάγγελου Μάλλιου δεν συνελήφθησαν και δεν πλήρωσαν για το έγκλημά τους. Αλλά, ποτέ δεν είναι αργά…

(ΥΓ): Παρεμπιπτόντως, λίγες ημέρες μετά την άνανδρη δολοφονία, μια ακροαριστερή συμμορία με την επωνυμία «Προλεταριακή Αριστερά», εξέδωσε προκήρυξη υπέρ των δολοφόνων: «Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, η οργάνωση 17 Νοέμβρη έδρασε σαν εντολοδόχος του λαού. Το πιστόλι που εκτέλεσε τον Μάλλιο το κρατούσαν οι εκατοντάδες νεκροί της δικτατορίας, οι δεκάδες χιλιάδες βασανισμένοι, ένας ολόκληρος λαός. Γι’ αυτό και σύσσωμη ήταν η αντίδραση του λαού: “Ν’ αγιάσουν τα χέρια τους”».

Επικεφαλής αυτής της ακροαριστερής συμμορίας ήταν ο κομμουνιστής Γ. Καραμπελιάς, ο οποίος εμφανίζεται σήμερα ως… πατριώτης!

Ο Ευάγγελος Μάλλιος Έλληνας εθνικιστής απόστρατος αξιωματικός της Αστυνομίας Πόλεων, με το βαθμό του Αστυνόμου Α', γεννήθηκε στις και τραυματίστηκε βαριά στις 22:15 το βράδυ της Τρίτης 14 Δεκεμβρίου 1976, στο Παλαιό Φάληρο Αττικής, από την αριστερή τρομοκρατική οργάνωση «Επαναστατική Οργάνωση 17 Νοέμβρη», η οποία έδρασε από το 1974 έως τις παραμονές της διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Ελλάδα. Άφησε την τελευταία του πνοή [1] στις 2 μετά τα μεσάνυχτα της Τετάρτης 15 Δεκεμβρίου, μέσα στο χειρουργείο της Γενικής Κλινικής Παλαιού Φαλήρου. Περίπου τρία χρόνια αργότερα ακολούθησε η δολοφονία του συναδέλφου και στενού συνεργάτη του Πέτρου Μπάμπαλη.

Η νεκρώσιμη ακολουθία του τελέστηκε στις 11:00 το πρωί της 16ης Δεκεμβρίου στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, όπου έγινε και η ταφή του, παρουσία χιλιάδων εθνικιστών. Παρόντες ήταν πρώην υπουργοί και κυβερνητικά στελέχη του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, ενώ επικήδειους λόγους εκφώνησαν ο Γεώργιος Γεωργαλάς καθώς και οι Λάμπρου, Αγαθαγγέλου και Χρήστος Μίχαλος. Επί της σορού του κατατέθηκαν εκατοντάδες στεφάνια μεταξύ τους εκείνα των Γεωργίου Παπαδόπουλου, Στυλιανού Παττακού, Νικολάου Μακαρέζου και Μιχαήλ Ρουφογάλη. Στις 23 Ιανουαρίου 1977 στη Μητρόπολη Αθηνών τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση υπέρ της αναπαύσεως της ψυχής του.

Ο Ευάγγελος Μάλλιος ήταν έγγαμος και πατέρας δύο γιων, του Ιωάννη και του Αλέξανδρου, ηλικίας έξι και τεσσάρων ετών την εποχή της δολοφονίας του πατέρα τους.

 

Βιογραφία

Ο Ευάγγελος Μάλλιος κατάγονταν από φτωχή αγροτική οικογένεια. Πατέρας του ήταν ο Ιωάννης Μάλλιος και αδελφός του ο Μ. Μάλλιος [2]. Ήταν απόφοιτος της Νομικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών [3] στην οποία ήταν συμφοιτητής με τον εθνικιστή διανοούμενο και συγγραφέα Κώστα Πλεύρη. Ως αστυνομικός υπηρέτησε σε διάφορες υπηρεσίες της Αστυνομίας Πόλεων καθώς και στην υπηρεσία Διώξεως Κομμουνισμού από το 1958 έως το 1964, όταν εκδιώχθηκε από την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, όμως επανήλθε τρεις μήνες αργότερα. Στις 9 Δεκεμβρίου 1963, ο Μάλλιος και ο συνάδελφός του Πέτρος Μπάμπαλης, παρέδωσαν τα αεροπορικά εισιτήρια για το Παρίσι στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος το απόγευμα της ίδιας μέρας αναχώρησε από το αεροδρόμιο του Ελληνικού στην Αθήνα με προορισμό τη Γαλλική πρωτεύουσα, όπου εγκαταστάθηκε ως αυτοεξόριστος [4]. Ο Καραμανλής λέγεται ότι αναχωρώντας είπε στους Μάλλιο και Μπάμπαλη ότι, «Επιστρέφοντας στην Ελλάδα θα είστε δίπλα μου.» Ο Μάλλιος είχε κατορθώσει να διεισδύσει με πράκτορες του στο μηχανισμό του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος και παράλληλα να χρησιμοποιεί κομμουνιστές ως πληροφοριοδότες της Γενικής Ασφάλειας. Στη διάρκεια του καθεστώτος της 21ης Απριλίου ανέλαβε επικεφαλής της Υπηρεσίας Πληροφοριών στην Αστυνομία Πόλεων. Υπηρετούσε με το βαθμό του Αστυνόμου Α' στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών, αρχικά στην οδό Μπουμπουλίνας και στη συνέχεια στο κτίριο της Λεωφόρου Μεσογείων.

Απόταξη

Μετά την πτώση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου και τη λεγόμενη «μεταπολίτευση» ο Μάλλιος κατηγορήθηκε για βασανισμούς πολιτών, συγκεκριμένα από το Λάζαρο Σταθάκη, μέλος της κομμουνιστικής οργανώσεως «Πανσπουδαστική». Στις 7 Σεπτεμβρίου 1974, ανακοινώθηκε από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξεως ότι γίνεται έρευνα για βασανιστήρια πολιτικών κρατουμένων από αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας και στις 11 Σεπτεμβρίου 1974 τέθηκαν σε διαθεσιμότητα για «βασανισμούς» που δήθεν διέπραξαν 7 αξιωματικοί της Αστυνομίας Πόλεων. Εκτός από τον Μάλλιο, οι έρευνες στοχοποίησαν και τους Πέτρο Μπάμπαλη, Κωνσταντίνο Καραπαναγιώτη, Κωνσταντίνο Σμαΐλη, Ιωάννη Καλύβα, Ευάγγελο Γιαννικόπουλο και Βασίλειο Κραββαρίτη, ενώ από αστυνομικούς της ασφάλειας εξετάστηκαν, πέραν των Μάλλιου και Μπάμπαλη και οι αξιωματικοί Νικόλαος Δασκαλόπουλος, Λουκάς Χριστολουκάς, Δημήτριος Καραγιαννόπουλος και Ε. Γιαννικόπουλος. Το Σεπτέμβριο του 1974 κλήθηκε και ανακρίθηκε γαι την υπόθεση του Πολυτεχνείου. Ακολούθησαν δεκάδες δημοσιεύματα, μεταξύ τους κι εκείνο της εφημερίδος «Απογευματινή» [5], και ο Μάλλιος τέθηκε σε διαθεσιμότητα, την επομένη ημέρα 11 Οκτωβρίου 1974, για χρονικό διάστημα δώδεκα μηνών. Ο Μάλλιος προφυλακίστηκε κατηγορούμενος για βασανισμούς πολιτών στα μέσα Μαρτίου 1975 και στις 4 Ιουλίου 1975, παραπέμφθηκε να δικαστεί στο Κακουργιοδικείο για «βασανισμούς» στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών.

Δικαστικές διώξεις

Μία από τις δίκες σε βάρος του άρχισε στις 11 Νοεμβρίου 1975, στο Μικτό Κακουργιοδικείο που συνεδρίασε στη Χαλκίδα. Αφορούσε τις κατηγορίες της καταχρήσεως εξουσίας και της ηθικής αυτουργίας σε κατάχρηση εξουσίας σε βάρος των Τσικουδάκη, Σωτηρίου Τσικόπουλου, Δημητρίου Γόντικα, Νάντιας Βαλαβάνη, Παπαγκίκα, Αμπατιέλου, Κατσιμάδου και Τόκα, όλων μελών και στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος. Οι πράξεις φέρονταν να διαπράχθηκαν στο χρονικό διάστημα από 12 Φεβρουαρίου έως 10 Απριλίου 1974 και μαζί του δικάστηκαν 18 Αξιωματικοί και 14 οπλίτες του ΕΑΤ-ΕΣΑ, μεταξύ τους οι Πέτρος Μπάμπαλης, Θεόδωρος Θεοφιλογιαννάκος, Αγγελής, Αντωνόπουλος, Πέτρος Γκόρος, Γκουτέβας, Δεμερτζίδης, Διαμαντόπουλος, Καίνιχ, Κόφας, Μόγιανος (ερήμην, ως φυγοδικών στο εξωτερικό), Πεταλάς, Οικονόμου, Παπαχαραλάμπους, Πέτρου, Αθανάσιος Σπανός, Τσάλας και Νικόλαος Χατζηζήσης. Στην απολογία του ο Μάλλιος, στις 24 Νοεμβρίου, δήλωσε στο δικαστήριο ότι «...Είμαι εναντίον του βασανισμού. Δεν είναι δυνατόν να βασανίζονται άνθρωποι που περιέρχονται στην εξουσία του κράτους...».

Στις 30 Δεκεμβρίου 1975, παρά τις σωρεία από ψεύτικες [6] καταθέσεις ιδεολογικά κατευθυνόμενων μαρτύρων, με την απόφαση του δικαστηρίου ο Μάλλιος καταδικάσθηκε σε 10 μήνες φυλακής, μετατρέψιμη προς 150 δραχμές την ημέρα. Η ποινή του αφορούσε κατάχρηση εξουσίας και ενοχή ηθικής αυτουργίας σε βάρος του κομμουνιστή βουλευτή Δημητρίου Γόντικα. Ο Μάλλιος αφέθηκε ελεύθερος, για τη συγκεκριμένη υπόθεση, όμως οδηγήθηκε στην Α' πτέρυγα των φυλακών Κορυδαλλού, καθώς ήταν προφυλακισμένος για άλλη υπόθεση βασανιστηρίων, ύστερα από απόφαση του ανακριτή Μακρινού. Παρόμοια διαδικασία ξεκίνησε στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πατρών, στις 15 Δεκεμβρίου 1975, από το οποίο οι Μάλλιος και Μπάμπαλης κηρύχθηκαν αθώοι, ενώ στις 20 Δεκεμβρίου παραπέμφθηκε εκ νέου στο Κακουργιοδικείο με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, όμως στις 21 Απριλίου 1976 στο Πλημμελειοδικείο με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών. Την ίδια ημέρα και με το ίδιο βούλευμα απαλλάχθηκε από την κατηγορία της αμβλώσεως σε βάρος της Αν. Μερτίκα. Αποστρατεύθηκε από τις τάξεις της Αστυνομίας Πόλεων στις 14 Μαΐου του ίδιου χρόνου και τρεις ημέρες αργότερα, στις 17 Μαΐου 1976, αποφυλακίστηκε με καταβολή χρηματικής εγγυήσεως.

Στις 17 Σεπτεμβρίου 1976 άρχισε στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας που συνεδρίασε στην αίθουσα του Διαρκούς Στρατοδικείου Αθηνών στο Ρουφ, μια από τις δίκες εναντίον του Μάλλιου, στην οποία συγκατηγορούμενος ήταν και ο Πέτρος Μπάμπαλης. Ο Μάλλιος καταδικάστηκε στις 12 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, σε ποινή φυλακίσεως 17 μηνών, για απλή σωματική βλάβη σε βάρος της Αν. Μερτίκα, για επικίνδυνη σωματική βλάβη σε βάρος του λιποτάκτη του Ελληνικού Στρατού Αλέξανδρου Παναγούλη, για απλή σωματική βλάβη σε βάρος τής Μαρίας Καλλέργη, για ηθική αυτουργία σε επικίνδυνη σωματική βλάβη και σε κατάχρηση εξουσίας σε βάρος του Ανδρέα Φραγκιά, όμως αθωώθηκε για άλλες τριάντα τρεις περιπτώσεις για τις οποίες επίσης κατηγορούνταν και αφέθηκε ελεύθερος, ενώ ο Εισαγγελέας είχε ασκήσει έφεση υπέρ του νόμου. Όλοι οι κατηγορούμενοι αφέθηκαν ελεύθεροι πλην του Μπάμπαλη που οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού προκειμένου να εκτίσει δύο μήνες από το υπόλοιπο της ποινής του. Στις 12 Δεκεμβρίου 1976 επρόκειτο να δικαστεί, από το Τριμελές Εφετείο, σε δεύτερο βαθμό για την πρωτόδικη ποινή των 17 μηνών που του είχε επιβληθεί, όμως η δίκη του είχε αναβληθεί για τις 28 Ιανουαρίου 1977, περισσότερο από ένα μήνα από τη στυγερή δολοφονική πράξη σε βάρος του.

Σύμφωνα με δημοσίευμα του περιοδικού «Πολιτικά Θέματα» που αναδημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες της εποχής [7] ο Γεώργιος Σταμάτης, τότε υπουργός Δημοσίας Τάξεως, κάλεσε στο γραφείο του το Μάλλιο και τους Γεώργιο Γεωργαλά, Κλωνάρη, Καραπαναγιώτη και Χρηστάκη, τους οποίους προειδοποίησε να σταματήσουν τις ενέργειες υπονομεύσεως της κυβερνήσεως και κάθε είδους αντιδημοκρατική ενέργεια, διαφορετικά θα αντιμετωπίσουν την έντονη αντίδραση της κυβερνήσεως. Συγκεκριμένα, ο υπουργός εμφανίζεται να αναφέρεται σε πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ο Μάλλιος και οι υπόλοιποι τάσσονταν υπέρ μιας λύσεως που υποστήριζε τη δολοφονία πολιτικών προσώπων καθώς και των Παπαδόπουλου και Ιωαννίδη. Πέρα από τη διάψευση του υπουργού, ο Γεωργαλάς αναφερόμενος στο δημοσίευμα του περιοδικού είπε ότι, «.....ένας χαρακτηρισμός αξίζει. Προβοκάτσια με οφθαλμοφανείς επιδιώξεις.»

Η δολοφονία του

Τι προηγήθηκε

Στη δημιουργία του κλίματος που οδήγησε στη δολοφονία του Μάλλιου και όπλισε το χέρι των αριστερών δολοφόνων του, συνέβαλαν ακόμη και μεγάλες εφημερίδες των Αθηνών. Ενδεικτικό είναι το δημοσίευμα της εφημερίδος «Τα Νέα» της 17ης Νοεμβρίου 1975, που κυκλοφόρησαν με τίτλο «Προκλητικοί οι βασανιστές στη Χαλκίδα» και υπότιτλους «Οι κατηγορούμενοι είναι προκλητικοί. Γελάνε την ώρα που τα θύματά τους καταθέτουν για τα απάνθρωπα βασανιστήρια που υπέστησαν στην Ασφάλεια. Συνεχίζουν τον πόλεμο λάσπης κατά των μαρτύρων κατηγορίας, υποστηρίζοντας για μερικούς απ' αυτούς ότι συνεργάστηκαν με την Ασφάλεια».

Τελευταίες στιγμές του

Ο Μάλλιος το βράδυ της Τρίτης 15 Δεκεμβρίου, όπως κάθε μέρα, οδήγησε το ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητο του, το οποίο πάρκαρε έξω από το χώρο του ΙΒ' Αστυνομικού Τμήματος στο Παλαιό Φάληρο και επέστρεφε στο σπίτι του στην οδό Άτλαντος 21, που απέχει απόσταση 500 μέτρων. Ο Μάλλιος αποτελούσε τη «θεσμική μνήμη» της Γενικής ασφάλειας κι ήταν αυτός που γνώριζε πολύ καλά πρόσωπα και πράγματα στο χώρο των αριστερών και αντιστασιακών οργανώσεων. Είχε πληροφορίες ότι ήταν στόχος και γι’ αυτό είχε τη συνήθεια να κοιτάζει κάθε λίγο πίσω του να δει αν τον παρακολουθούν. Όμως δεν φαντάστηκε πως ο δολοφόνος θα προχωρούσε προς το μέρος του, θα τον φώναζε με το όνομά του και κατόπιν θα τον πυροβολούσε. Ο Μάλλιος πρόλαβε να πει, λίγο προτού ξεψυχήσει, πως «..όταν ανέβαινα το δεξιό πεζοδρόμιο της οδού Άτλαντος [...] όπισθεν μου ευρίσκετο αυτοκίνητο με δύο άνδρες ενώ μπροστά μου, σε απόσταση λίγων μέτρων και επί του ιδίου πεζοδρομίου, ευρίσκετο ένα ζευγάρι, οι οποίοι ήσαν υψηλού αναστήματος και ξανθοί την όψιν, και σε στάση που ερωτοτροπούσαν ώστε να μη δημιουργούν καμία υποψία. Την ώρα που περνούσα από δίπλα τους, με επυροβόλησαν κατ’ επανάληψη. Μόλις με πυροβόλησαν και έπεσα κάτω, το αυτοκίνητο που περίμενε με τους δύο άνδρες ξεκίνησε εν τάχει, πήρε το ζεύγος και απεμακρύνθη». Ο Μάλλιος βρέθηκε πεσμένος να φωνάζει: «Βοήθεια, με φάγανε, σώστε τα παιδάκια μου, σώστε τα παιδάκια μου» [8] [9]. Επιστρέφοντας βάδιζε στη μέση του δρόμου και υπέστη τη δολοφονική επίθεση στις 22:15 το βράδυ, όταν δέχθηκε πισώπλατα τις σφαίρες «ενός ψηλού και μιας κοπέλας», όπως είπε λίγο προτού ξεψυχήσει.

Οι δολοφόνοι του ήταν μέλη της αριστερής οργανώσεως «17 Νοέμβρη», η οποία με προκήρυξη που άφησαν τα μέλη της στον τόπο της δολοφονίας, ανέλαβε την ευθύνη. Χτυπήθηκε με πέντε σφαίρες, τέσσερις τον βρήκαν στην κοιλιακή χώρα και μία στο αριστερό χέρι, που προήλθαν από το ίδιο 45άρι με το οποίο είχε δολοφονηθεί, ένα χρόνο πριν, ο Αμερικανός Ρίτσαρντ Γουέλς στο Παλαιό Ψυχικό. Ο Μάλλιος μεταφέρθηκε βαρύτατα τραυματισμένος στην Γενική Κλινική Παλαιού Φαλήρου, όπου οι γιατροί προκειμένου να πετύχουν να τον διατηρήσουν στη ζωή προχώρησαν σε μετάγγιση πέντε λίτρων αίματος και ισάριθμων λίτρων ορού, δίχως επιτυχία. Λίγο προτού ξεψυχήσει, είπε στους γιατρούς, «1973, προφανώς ο αριθμός του αυτοκινήτου από το οποίο βγήκαν οι δολοφόνοι του και το είχαν κλέψει από την περιοχή του Παγκρατίου, ένας ψηλός και μία κοπέλα», ενώ τον ίδιο αριθμό είχε φωνάξει και τη στιγμή που έπεφτε αιμόφυρτος στο δρόμο. Στις 2 μετά τα μεσάνυχτα ο διευθυντής της Γενικής Κλινικής Αρχοντούλης ενημέρωσε τη σύζυγο του για το θάνατο του Ευάγγελου Μάλλιου. Η δολοφονία του ήταν η δεύτερη επίθεση της νεοσύστατης οργανώσεως και έγινε με το ιστορικό 45άρι όπλο της.

Με προκήρυξή της [10], η οποία είχε γραφεί τρεις μήνες πριν τη δολοφονία του Μάλλιου, που διένειμε στα Μέσα Μαζικής Ενημερώσεως, η οργάνωση «17Ν» ανέλαβε την ευθύνη της δολοφονίας. Ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής επέστρεψε εσπευσμένα στην Ελλάδα διακόπτοντας την επίσημη επίσκεψη του Πακιστάν, ενώ ο Ευάγγελος Αβέρωφ, υποστήριξε ότι ο Μάλλιος στάθηκε άτυχος επειδή ήταν υπεύθυνος του τομέα της Ασφάλειας που ανέκρινε τους κομμουνιστές. «Ο Μάλλιος δεν ήταν βασανιστής, μολονότι, όπως πολλοί άλλοι στη θέση του, είχε μάλλον χαστουκίσει κρατούμενους στη διάρκεια των ανακρίσεων», συμπλήρωσε ο τότε υπουργός Εθνικής Άμυνας. Παράλληλα η Γενική Ασφάλεια διέρρεε στον Τύπο ότι η οργάνωση «17Ν», δεν υπάρχει.

Η κηδεία του

Η νεκρώσιμη ακολουθία και η ταφή του Μάλλιου έγιναν στις 16 Δεκεμβρίου στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, με την παρουσία χιλιάδων Ελλήνων Εθνικιστών. Ο εκ των ομιλητών Γεώργιος Γεωργαλάς, παρουσίασε τον Μάλλιο ως μάρτυρα της Ελλάδας και προανήγγειλε ότι «...Θα απαντήσουμε οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος. Θέλουν πόλεμο, θα τον έχουν» και πρόσθεσε: «Φωτιά και τσεκούρι»! Οι συγκεντρωμένοι αφού απέτισαν φόρο τιμής στη σορό του νεκρού ήρωα, διαμαρτυρήθηκαν διαδηλώνοντας την οργή τους με έντονο τρόπο κι ήρθαν σε ευθεία σύγκρουση μαζί τους, απαντώντας στην ειρωνική και χλευαστική στάση αριστερών δημοσιογράφων, γνωστών για την καθεστωτική τακτική και πρακτική τους, καθώς και για την αμέριστη συμπαράσταση που παρείχαν στις δολοφονικές συμμορίες της αριστεράς. Μετά τη νεκρώσιμο ακολουθία το φέρετρο του εξήλθε από την Εκκλησία σκεπασμένο με την Ελληνική σημαία και πάνω στο φέρετρο ήταν τοποθετημένα το πηλήκιο και τα παράσημα του. Την ίδια στιγμή η σύζυγος του αναφώνησε: «Γι' αυτή τη σημαία έπεσες, Βαγγέλη».

Γεγονότα μετά την κηδεία

Οι δημοσιογράφοι που δημιούργησαν το κλίμα της εποχής ουσιαστικώς υπήρξαν ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας του Μάλλιου, άπό τούς εγκληματίες της «17 Νοέμβρη», ενώ στη συνέχεια δημοσίευσαν τίτλους όπως «εκτελέστηκε ό Μάλλιος», ωσάν η «17 Νοέμβρη» να απένειμε δικαιοσύνη. Στα γεγονότα που ακολούθησαν την κηδεία του Μάλλιου συνελήφθησαν γνωστοί εθνικιστές, μεταξύ τους η Μαρία, κόρη του Πέτρου και αδελφή του Γιάννη Γκόρου, ο φοιτητής Γεώργιος Μουσταΐρας και ο Γεώργιος Μάνος, οι οποίο καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 2,5 μηνών για θρασύτητα κατά της αρχής, καθώς και ο ανήλικος Γεώργιος Ροϊδοδήμος, ο οποίος, ως ανήλικος, τέθηκε υπό την επιμέλεια κοινωνικής λειτουργού. Τις επόμενες ημέρες συνελήφθη, δικάστηκε, καταδικάστηκε και οδηγήθηκε στις φυλακές και ο Νίκος Μιχαλολιάκος, μετέπειτα αρχηγός του εθνικιστικού κινήματος «Χρυσή Αυγή». Συνελήφθησαν επίσης οι Νικόλαος Σιμωνετάτος, Νικόλαος Λιόλιος και Αντώνιος Γερονικολός, ενώ παράλληλα διατάχθηκε η διεξαγωγή ανακρίσεως και απαγορεύθηκε η έξοδος από την Ελλάδα στους Γεώργιο Γεωργαλά, Κώστα Πλεύρη, Ανδρέα Δενδρινό, Δημήτριο Ναστούλη, Α. Παγουλάτο, Αριστοτέλη Καλέντζη, Γεώργιο Μάνο, Μαρία Γκόρου και Γεώργιο Μουσταΐρα.

Δημοσιεύματα

«Έργο επαγγελματιών ο φόνος του Μάλλιου» έγραφε στον τίτλο της η αθηναϊκή εφημερίδα «Το Βήμα» στις 16 Δεκεμβρίου 1976 και συμπλήρωνε «Πολλές ομοιότητες με τον φόνο του σταθμάρχη της CIA Γουέλς», ενώ η εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» στις 15 Δεκεμβρίου 1976 ανέφερε ότι «Διευκολύνει η δολοφονία τους κύκλους της ανωμαλίας-Η Χούντα ξενύχτησε δίπλα στο πρώτο της παλικάρι». Στις 29 Ιανουαρίου 1978 ανακαλύφθηκε στην Πάρνηθα ιδιόγραφο σημείωμα μελών της 17 Νοέμβρη, το οποίο έδινε πληροφορίες για τον Ευάγγελο Μάλλιο. Ο γραφικός χαρακτήρας του σημειώματος ταυτίζεται, με αυτόν του Αλέκου Γιωτόπουλου, ο οποίος σύμφωνα με αστυνομικές διαρροές ήταν ο «ψηλός» που δολοφόνησε τον Μάλλιο, έχοντας μαζί του και μια γυναίκα, την «Άννα» της «17Ν».

Το Δεκέμβριο του 1976, λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία του Μάλλιου, ο Θεόδωρος Πάγκαλος, μετέπειτα υπουργός των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου δήλωσε: «Ίσως το γεγονός αυτό μας δίνει την ευκαιρία να διαπιστώσουμε ότι έκανε και στην Ελλάδα την εμφάνισή του το γενικό σήμερα στην Ευρώπη φαινόμενο της "συναίνεσης". Μιας συναίνεσης των πάντων μέσα στο κλίμα της οποίας οι μειοψηφίες εξοντώνονται. (Ερυθρές Ταξιαρχίες στην Ιταλία, ΡΑΦ, "Κίνημα 2 Ιούνη" κ.λπ. στη Δ. Γερμανία). Φαίνεται λοιπόν ότι έχει δημιουργηθεί κι εδώ μια σιωπηλή ή και ρητή συναίνεση, ένα βόλεμα, που δεν μπορεί κανείς να το κατακρίνει, μια συσπείρωση γύρω από το συμβιβασμό που έφερε τη δημοκρατία στις 24 Ιουλίου. Αυτή η συναίνεση διαταράσσεται ξαφνικά από τις πράξεις ορισμένων που είτε είναι προβοκάτορες ή χαφιέδες, είτε έχουν διαφορετική πολιτική αντίληψη: προχωρούν τις θέσεις που κι εμείς υποστηρίζουμε ως την άκρη. (Επιδιώκουμε εθνική ανεξαρτησία -αλλά ο Γουέλτς ανενόχλητα από τη χώρα μας διευθύνει όλη τη C.I.A. Μέσης Ανατολής. Οι βασανιστές πρέπει να τιμωρηθούν υποδειγματικά -αλλά ο Μάλλιος κυκλοφορεί ελεύθερος). Από τη στιγμή που το κράτος δεν επιτελεί στοιχειώδεις λειτουργίες του, δεν μπορούμε να κρίνουμε την πράξη τυπικά, αλλά μόνο στην ουσία της. Πρέπει ή όχι να δρουν ξένοι πράκτορες στην Ελλάδα; Πρέπει ή όχι να τιμωρούνται οι βασανιστές; Άσχετα με το πώς κρίνονται από πολιτική σκοπιά οι εκτελέσεις, νομίζω ότι ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε από τον Τύπο και τους εκπροσώπους των κομμάτων το γεγονός είναι ιδιαίτερα ανησυχητικός. Πουθενά δεν πέρασε η αντίδραση του λαού σ' αυτές τις εκτελέσεις. Αποσιωπήθηκαν εντελώς οι επιδοκιμασίες που, απ' ό,τι ακούω, ήταν άμεσες και έντονες. Και ο Τύπος και οι πολιτικοί έπρεπε να απασχοληθούν μ' αυτές. Να τις χαρακτηρίσουν "αγριότητα", "έλλειψη πολιτικής ωριμότητας", να τις πουν σωστές ή λανθασμένες -πάντως όμως να μην αποκλείσουν το διάλογο με τη μάζα».

Ελάχιστες ημέρες μετά την εν ψυχρώ δολοφονία του η ομάδα «Προλεταριακή Αριστερά» εξέδωσε παραληρηματική προκήρυξη συμπαραστάσεως (!) στην οργάνωση «17Ν», στην οποία αναφέρει μεταξύ άλλων «...Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, η οργάνωση 17 Νοέμβρη έδρασε σαν εντολοδόχος του λαού. Το πιστόλι που εκτέλεσε τον Μάλλιο το κρατούσαν οι εκατοντάδες νεκροί της δικτατορίας, οι δεκάδες χιλιάδες βασανισμένοι, ένας ολόκληρος λαός. Γι’ αυτό και σύσσωμη ήταν η αντίδραση του λαού: “Ν’ αγιάσουν τα χέρια τους”». Η εφημερίδα «Τα Νέα» σε δημοσίευμα τους της 22ας Οκτωβρίου 1977, αναφέρουν ότι «....παράγοντες των αρχών ασφαλείας πιστεύουν πως πίσω από την επωνυμία αυτή κρύβεται κάποια άλλη οργάνωση που έχει αντικειμενικό σκοπό τη δημιουργία ανώμαλων καταστάσεων».

Επί πολλά χρόνια το αρχείο των τρομοκρατικών οργανώσεων, που βρέθηκε τον Ιανουάριο του 1978 στις παρυφές του βουνού της Πάρνηθος, έκρυβε ένα γρίφο. Πολλά από τα σημειώματα που αφορούσαν τα αποτελέσματα παρακολουθήσεων στόχων είχαν γραφεί με τη γραφομηχανή της «17Ν». Ωστόσο, χτυπήθηκαν από τον «Ε.Λ.Α.», μόνο ο Μπάμπαλης και το εργοστάσιο της γερμανικής εταιρείας A.E.G. στην Ελλάδα, όπου σκοτώθηκε από αστυνομικά πυρά ο τρομοκράτης Χρήστος Κασσίμης. Οι αξιωματικοί της αστυνομίας δεν μπορούσαν να εξηγήσουν τη συνύπαρξη των δύο οργανώσεων στην Πάρνηθα, καθώς «17Ν» και «Ε.Λ.Α.», οργανώσεις με διαφορετική δομή και ιδεολογική πλατφόρμα που πολλές φορές λειτουργούσαν ανταγωνιστικά, όμως μετά την εξάρθρωση των δύο οργανώσεων, η αστυνομία θεωρεί ότι αυτό συνέβη διότι στα πρώτα χρόνια της μεταπολιτεύσεως «17Ν» και «Ε.Λ.Α.» διέθεταν κοινή γιάφκα. Η δολοφονία του Μάλλιου παραμένει ανεξιχνίαστη, επισήμως, καθώς το αδίκημα της ανθρωποκτονίας διαγράφηκε μετά την παρέλευση 20ετίας από την τέλεση της.

Ο Παύλος Σερίφης, ανιψιός του Γιάννη Σερίφη που συνελήφθη για συμμετοχή την «17 Νοέμβρη» και αποδέχθηκε τη συμμετοχή του ως τσιλιαδόρου στη δολοφονία του Ρίτσαρντ Γουέλς, κατονόμασε τους άλλους τρεις που έλαβαν μέρος, ενώ προσδιόρισε και τα πρόσωπα που συμμετείχαν στις μετέπειτα δολοφονίες των Μάλλιου και Πέτρου-Σταμούλη [11]. O Αλέξανδρος Γιωτόπουλος αναγνωρίζεται από τον Σερίφη ως ο αδιαφιλονίκητος αρχηγός της «17 Νοέμβρη» και αυτός που πυροβόλησε τον Γουέλς, τον Μάλλιο, τον Πέτρου και τον συνοδό του αστυνομικό Σταμούλη. Στη δολοφονία του Μάλλιου, πέραν του Γιωτόπουλου, έλαβαν μέρος η Άννα, μια όμορφη ψηλή Ελληνίδα, και ο καταγόμενος από τις Σέρρες Νίκος Παπαναστασίου, που συνελήφθη στο Μενίδι και είχε κατονομασθεί από τον Χριστόδουλο Ξηρό ως ο πρώτος «Νικήτας» της τρομοκρατικής οργανώσεως, που διατηρούσε κατάστημα ειδών αγγειοπλαστικής στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου.

Οι αποκαλύψεις του Wikileaks σε ό,τι αφορά τη 17Ν είναι η αφορμή για να ξαναθυμηθούμε τον κύκλο αίματος και τρόμου που άνοιξε το 1975 και έκλεισε το 2002 με την εξάρθρωση της οργάνωσης.

 

Την Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 1976, στις 22:15, δολοφονείται στην οδό Άτλαντος, στο Π. Φάληρο, ο απότακτος αστυνομικός και βασανιστής της χούντας Ευάγγελος Μάλλιος. Δύο άτομα τον δολοφόνησαν με το ίδιο 45άρι με το οποίο δολοφονήθηκε ο Γουέλς. Λίγο προτού ξεψυχήσει, στη Γενική Κλινική Παλαιού Φαλήρου, ο Μάλλιος φώναξε στους γιατρούς: «1973 (προφανώς αριθμός αυτοκινήτου), ένας ψηλός και μία κοπέλα». Τον ίδιο αριθμό είχε φωνάξει και τη στιγμή που έπεφτε αιμόφυρτος στο δρόμο.

 

Σε ρεπορτάζ εφημερίδων της εποχής αναφερόταν: «Παράγοντες των αρχών ασφαλείας πιστεύουν πως πίσω από την επωνυμία αυτή (σ.σ.: 17Ν) κρύβεται κάποια άλλη οργάνωση που έχει αντικειμενικό σκοπό τη δημιουργία ανώμαλων καταστάσεων. Σαν έδρα της οργάνωσης 17 Νοέμβρη εμφανίστηκε πριν από δύο χρόνια το Μόντρεαλ του Καναδά και από στοιχεία που προέκυψαν αργότερα δόθηκε η εντύπωση ότι υπήρξαν “διακλαδώσεις” στην Αθήνα και στη Ρώμη».

 

«Έργο επαγγελματιών ο φόνος του Μάλλιου» έγραφε στον τίτλο του το «Βήμα» της 16ης.12.1976 και συμπλήρωνε στον υπέρτιτλο: «Πολλές ομοιότητες με το φόνο του σταθμάρχη της CIA Γουέλς». Στην «Ελευθεροτυπία» της 15ης.12.1976 αναφερόταν: «Διευκολύνει η δολοφονία τους κύκλους της ανωμαλίας – Η Χούντα ξενύχτησε δίπλα στο πρώτο της παλικάρι».

 

Την εποχή εκείνη οι αστυνομικές αρχές ήταν στα ίχνη του Χρήστου Κασσίμη, πιστεύοντας πως είναι ο άνθρωπος που «έφερε το αντάρτικο πόλεων στην Ελλάδα».

 

Όμως ένα χρόνο αργότερα, στις 20 Οκτωβρίου 1977, ο Χρήστος Κασσίμης σκοτώθηκε σε συμπλοκή με αστυνομικούς στη λαχαναγορά του Ρέντη. Κατά τους αστυνομικούς, σκόπευε να τοποθετήσει βόμβα στις παρακείμενες εγκαταστάσεις της γερμανικής βιομηχανίας AEG. Οι αστυνομικοί τις πρώτες ημέρες μετά τη συμπλοκή είχαν αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο ο Κασσίμης να συνδέεται με τους δολοφόνους του Γουέλς και του Μάλλιου. Ο λόγος γι’ αυτό ήταν ότι το αυτοκίνητο που είχε χρησιμοποιήσει ο Κασσίμης είχε κλαπεί από το Παγκράτι, περιοχή από την οποία τα μέλη της 17Ν είχαν κλέψει τα αυτοκίνητα που χρησιμοποίησαν στις δολοφονίες Γουέλς και Μάλλιου». («Τα Νέα», 22.10.1977).

 

Στην προκήρυξή της η 17Ν έλεγε μεταξύ άλλων: «Αποφασίσαμε να εκτελέσουμε παραδειγματικά έναν από τους κύριους αρχιβασανιστές, τον πασίγνωστο Ευάγγελο Μάλλιο. Ο αστυνόμος Μάλλιος δεν ήταν κανένα τσιράκι που εκτελούσε διαταγές ανωτέρων. Μαζί με τους ομοίους του, Λάμπρου, Μπάμπαλη, Καραπαναγιώτη, ήταν τα αφεντικά στα μπουντρούμια της Μπουμπουλίνας και της Μεσογείων. Χιλιάδες αγωνιστές υπέφεραν στα χέρια τους. Σήμερα τα καθάρματα αυτά κυκλοφορούν ελεύθερα και κοροϊδεύουν τα θύματά τους και τον ελληνικό λαό. Κανένας θεσμός δεν μπόρεσε να τους τιμωρήσει. (…) Αν και πολλοί αξιωματικοί, ανάμεσά τους και ο Μάλλιος, κατηγορήθηκαν για τα βασανιστήρια, δικάστηκαν επιεικώς και σχεδόν έμειναν ατιμώρητοι» (απόσπασμα από την προκήρυξη της 17Ν που η οργάνωση άφησε στον τόπο του εγκλήματος).

 

Ένα ιδιόγραφο σημείωμα μελών της 17Ν που βρέθηκε τυχαία στην Πάρνηθα στις 29.1.1978 έδινε πληροφορίες για το πρόσωπο του Ευάγγελου Μάλλιου. Ο συγκεκριμένος γραφικός χαρακτήρας έπειτα από χρόνια, το 2003 (δηλαδή μετά τη σύλληψη των μελών της 17Ν), ταυτίστηκε με αυτόν του Αλέκου Γιωτόπουλου, ο οποίος πάλι, σύμφωνα με διαρροές από την Αστυνομία, ήταν ο «ψηλός» που εκτέλεσε τον Μάλλιο.

 

 

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΣ ΤΩΝ ΔΟΛΟΦΟΝΩΝ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΩΝ.

 

ΜΑ ΤΟΣΟ ΔΗΜΟΚΡΑΤΕΣ ΠΙΑ;;;;;;;;;

 

 

 

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΥΠΗΡΞΑΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΣ ΤΩΝ ΔΟΛΟΦΟΝΩΝ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΩΝ ΤΗΣ 17 ΝΟΕΜΒΡΗ, ΜΙΑΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΠΟΥ η δράση της περιελάμβανε δολοφονίες, βομβιστικές επιθέσεις, αρπαγές οπλισμού και σημαντικό αριθμό ληστειών και προκάλεσε το θάνατο 23 Ελλήνων και ξένων πολιτικών, στρατιωτικών, αστυνομικών, διπλωματών, οικονομικών παραγόντων και πολιτών. Είχε 27 χρόνια δράσης με δολοφονικές επιθέσεις που προκάλεσαν 23 νεκρούς και πολλούς τραυματίες, πολυάριθμες εκρήξεις βομβών, εκτοξεύσεις ρουκετών και ληστείες τραπεζών, και αποστολή προκηρύξεων με τις πολιτικές της θέσεις σε εφημερίδες μετά από κάθε ενέργεια.

 

 

 

Σύμφωνα με την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ -που σήμερα βρίσκονται στην Διοικούσα Επιτροπή του- είναι ο καθηγητής Βένιος Αγγελόπουλος, ο Δημήτρης Στρατούλης, ο γιατρός Νίκος Μανιός, ο Χριστόφορος Παπαδόπουλος και ο Παναγιώτης Λάμπρου τα στελέχη αυτά υπερασπίστηκαν τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο και τον Ηρακλή Κωστάρη που καταδικάστηκαν για τις ενέργειες της 17 Νοέμβρη, αλλά και τον Γιάννη Σερίφη, που απαλλάχθηκε.

 

 

 

Βένιος Αγγελόπουλος, Καθηγητής του ΕΜΠ

 

Ήταν μάρτυρας υπεράσπισης του καταδικασμένου με ισόβια κάθειρξη, Αλέξανδρου Γιωτόπουλου. Σύμφωνα με τα ΝΕΑ, στην κατάθεσή του επιχείρησε να αποσυνδέσει τον Γιωτόπουλο από το ρόλο του αρχηγού της οργάνωσης, υποστηρίζοντας ότι θα μπορούσε στο εδώλιο να κάθεται ο ίδιος καθώς ο «Γιωτόπουλος είναι άλλος ένας εγώ».

 

 

 

Δημήτρης Στρατούλης

 

Κατέθεσε ως μάρτυρας υπεράσπισης του Γιάννη Σερίφη, που απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες, τονίζοντας ότι ο τελευταίος ήταν για χρόνια «συνήθης ύποπτος» και στόχος των διωκτικών αρχών.

 

 

 

Νίκος Μανιός, γιατρός

 

Ήταν και αυτός μάρτυρας υπεράσπισης του «συνήθους υπόπτου» Γιάννη Σερίφη, τον οποίο χαρακτήρισε «ιδεολόγο εργάτη επαναστάτη» και μίλησε για κατασκευασμένες κατηγορίες.

 

 

 

Χριστόφορος Παπαδόπουλος

 

Ήταν στους μάρτυρες υπεράσπισης του Ηρακλή Κωστάρη (εκτίει ισόβια κάθειρξη) αλλά η κατάθεσή του διεκόπη πριν καν αρχίσει, με τον ίδιο να λέει ότι ήρθε να υπερασπιστεί την παραβίαση του κράτους δικαίου, και τον εισαγγελέα να τον ρωτά αν το κόμμα του τον είχε στείλει ως εκπρόσωπό του.

 

 

 

Παναγιώτης Λάμπρου

 

Επίσης μάρτυρας υπεράσπισης του Ηρακλή Κωστάρη, στο Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, όπου είπε ότι τον ήξερε από το αριστερό κίνημα, τονίζοντας ότι δεν μπορούσε να καταθέσει αν είχε ή όχι ο κατηγορούμενος σχέση με τις τρομοκρατικές ενέργειες της 17 Νοέμβρη, αλλά μεταφέρει την εικόνα που «υπάρχει έξω. Ότι η εμπλοκή του έχει σχέση με την προσπάθεια εμπλοκής του Γιάννη Σερίφη».

 

 

 

ΔΕΙΤΕ ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ Η ΔΡΑΣΗ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΥΠΕΡΙΣΠΙΣΤΗΚΑΝ ΤΑ ΣΤΕΛΕΧΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ:

 

 

 

 

 

Σαν σήμερα στις 26 Νοεμβρίου του 1985: Σαν σήμερα στις 26 Νοεμβρίου του 1985: ΟΙ ΔΙΚΟΙ ΜΑΣ ΗΡΩΕΣ!!!

 

Στις 26 Νοεμβρίου του 1985, η τρομοκρατική οργάνωση «17 ΝΟΕΜΒΡΗ»,  με παγιδευμένο με εκρηκτικά αυτοκίνητο – βόμβα (μια μέθοδο που χρησιμοποίησε τότε για πρώτη φορά),  χτύπησε λεωφορείο των τότε ΜΑΤ, κοντά στο ξενοδοχείο «ΚΑΡΑΒΕΛ», με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο 25χρονος Αρχιφύλακας ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Νικόλαος και να τραυματιστούν άλλοι 14 αστυνομικοί, εκ των οποίων σοβαρότερα από όλους ο Αστυφύλακας ΛΟΥΡΙΔΑΣ Νικόλαος.

 

 

 

Το βράδυ της Τετάρτης 16 Ιανουαρίου 1980, παρά τον άσχημο καιρό και την καταρρακτώδη βροχή, τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα επακολουθούσε. Ο υποδιοικητής των ΜΑΤ, Αστυνόμος Παντελής ΠΕΤΡΟΥ, φεύγει από το γραφείο του στην οδό Πειραιώς και επιβιβάζεται στο υπηρεσιακό του αυτοκίνητο, με προορισμό το σπίτι του, στην οδό Διαγόρα 18, στο Παγκράτι. Οδηγός του ήταν ο Αστυφύλακας Σωτήρης ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ.

 

Και ενώ το όχημα ανέβαινε την οδό Στίλπωνος, ...

 

μόλις 100 μέτρα πριν τον τελικό του προορισμό, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, δύο ή τρία άτομα, πυροβόλησαν με δύο 45άρια πιστόλια 11 φορές, εναντίον των ΠΕΤΡΟΥ και ΣΤΑΜΟΥΛΗ. Ο Παντελής ΠΕΤΡΟΥ σκοτώνεται ακαριαία, έχοντας δεχτεί έξι σφαίρες, ενώ ο Σωτήρης ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ, αν και βαριά τραυματισμένος, έχοντας δεχτεί πέντε σφαίρες, καταφέρνει να βγει από το αυτοκίνητο και δίνει σε μια διερχόμενη κοπέλα τον ασύρματό του, προκειμένου να ενημερώσει το Κέντρο της Άμεσης Δράσης για το συμβάν. Λίγες μέρες μετά υποκύπτει στα τραύματά του.

 

Οι δράστες διαφεύγουν με κλεμμένο, όπως αποδείχτηκε αργότερα, ΙΧ.

 

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ.........ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ...

 

 

 

Δράση της οργάνωσης

 

 

 

1975

 

 

 

23 Δεκεμβρίου 1975 - Ψυχικό, οδός Βασιλίσσης Φρειδερίκης 5, δολοφονία του σταθμάρχη (αρχηγού) της CIA στην Αθήνα Ρίτσαρντ Γουέλς.

 

14 Δεκεμβρίου 1976 - Παλαιό Φάληρο, δολοφονία του απότακτου αξιωματικού της Αστυνομίας Πόλεων, βασανιστή κατά τη Δικτατορία Ευάγγελου Μάλλιου.

 

 

 

1980

 

16 Ιανουαρίου 1980 - Παγκράτι, δολοφονία του υποδιοικητή των ΜΑΤ Παντελή Πέτρου και του σωματοφύλακα και οδηγού του Σωτήρη Σταμούλη.

 

8 Νοεμβρίου 1983 - Ψυχικό, απόπειρα δολοφονίας των χωροφυλάκων Αργυρόπουλου και Τατζημπίρου.

 

15 Νοεμβρίου 1983 - Ψυχικό, δολοφονία του Τζορτζ Τσάντες, πλοίαρχου του αμερικάνικου πολεμικού ναυτικού και του οδηγού του Νίκου Βελούτσου.

 

3 Απριλίου 1984 - Ελληνικό, απόπειρα δολοφονίας του Αμερικάνου αρχιλοχία Ρόμπερτ Τζάντ.

 

24 Δεκεμβρίου 1984 - Πετράλωνα, ληστεία στο υποκατάστημα της Εθνικής τράπεζας. Κατά την διάρκεια της ληστείας τα μέλη της 17Ν δολοφόνησαν τον αστυφύλακα Χρήστο Μάττη που ήταν σκοπός στην τράπεζα.

 

 

 

1985

 

21 Φεβρουαρίου 1985 - Κολωνάκι, δολοφονία του Νίκου Μομφεράτου, εκδότη της εφημερίδας Απογευματινή και του οδηγού του Παναγιώτη Ρουσσέτη.

 

26 Νοεμβρίου 1985 - Καισαριανή, οδός Ευφρονίου, ξενοδοχείο Ντιβάνι Κάραβελ, βομβιστική επίθεση σε κλούβα των ΜΑΤ με παγιδευμένο αυτοκίνητο, νεκρός ο αρχιφύλακας Νίκος Γεωργακόπουλος, Βαριά τραυματισμένος ο αστυνομικός Νίκος Λουρίδας και άλλοι 13 αστυνομικοί τραυματίες.

 

8 Απριλίου 1986 - Κολωνάκι, οδός Κανάρη, δολοφονία του βιομηχάνου πρόεδρου του Δ.Σ. της Χαλυβουργικής Δημήτρη Αγγελόπουλου.

 

5 Οκτωβρίου 1986 - Αθήνα, ταυτόχρονη έκρηξη βόμβών στο Υπουργείο Συγκοινωνιών, στο δημόσιο ταμείο Καλαμακίου, στην εφορεία Αμαρουσίου και στην εφορία Νέας Φιλαδέλφειας.

 

10 Ιανουαρίου 1989 - Ζωγράφου, πυροβολείται στα πόδια ο εισαγγελέας Κωνσταντίνος Ανδρουλιδάκης που πεθαίνει στο νοσοκομείο λίγες μέρες αργότερα.

 

18 Ιανουαρίου 1989 - Χαλάνδρι, πυροβολείται στα πόδια ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Π. Ταρασουλέας.

 

22 Φεβρουαρίου 1989 - Αθήνα, εκρήξεις σε τρία πολυτελή διαμερίσματα πολιτών (που ήταν προς ενοικίαση).

 

8 Μαΐου 1989, Ψυχικό - Ψυχικό, απόπειρα δολοφονίας του βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Γιώργου Πέτσου με βομβιστική επίθεση με παγιδευμένο αυτοκίνητο.

 

26 Σεπτεμβρίου 1989 - Κολωνάκι, δολοφονία του βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Παύλου Μπακογιάννη με πιστόλι.

 

24 Δεκεμβρίου 1989 - Συκούριο Λάρισας, επιδρομή στο στρατόπεδο Συκουρίου, αρπαγή όπλων, 60 ρουκετών, χειροβομβίδων και σφαιρών.

 

 

 

1990

 

3 Φεβρουαρίου 1990 - Ευαγγελισμός, οδός Βασσιλίσσης Σοφίας, αρπαγή 2 μπαζούκας από το πολεμικό μουσείο.

 

15 Μαΐου 1990 - Εκάλη, βόμβα σε οικοδομή, εμπρησμοί σε οικόπεδα.

 

10 Αυγούστου 1990 - Μαρούσι, λεωφόρος Κηφισίας, ρουκέτα στην Procter & Gamble.

 

20 Νοεμβρίου 1990 - Νέα Ερυθραία, απόπειρα δολοφονίας του επιχειρηματία Βαρδή Βαρδινογιάννη με τρεις ρουκέτες.

 

16 Δεκεμβρίου 1990 - Κολωνάκι, οδός Βασιλίσσης Σοφίας, εκτόξευση δυο ρουκετών στα γραφεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Β. Σοφίας.

 

25 Ιανουαρίου 1991 - Αθήνα, έκρηξη στα υποκαταστήματα της τράπεζας Citibank στο Χαλάνδρι, και την Αγία Παρασκευή, στην τράπεζα Barclay's στο Μαρούσι και στο γραφείο του Γάλλου στρατιωτικού ακολούθου.

 

28 Ιανουαρίου 1991 - Πανεπιστημίου, ρουκέτα στην American Express.

 

29 Ιανουαρίου 1991 - Αμπελόκηποι. Λεωφόρος Κηφισίας, ρουκέτα κατά της εταιρίας BP.

 

10 Μαρτίου 1991 - Αθήνα, περιοχή Ακροπόλεως, μπαράζ βομβιστικών επιθέσεων σε τουριστικά λεωφορεία.

 

12 Μαρτίου 1991 - Γλυφάδα, νεκρός ο Αμερικανός στρατιώτης Ρόναλτ Στιούαρτ (Ronald O. Stewart) σε βομβιστική επίθεση.

 

31 Μαρτίου 1991 - Νέα Πεντέλη, περιοχή Κεφαλάρι, ρουκέτα κατά του ξενοδοχείου «Πεντελικόν».

 

26 Απριλίου 1991, - Πειραιάς, έκρηξη σε ρυμουλκό πλοίο της εταιρίας Καραπιπέρη.

 

2 Μαΐου 1991 - Άγιοι Ανάργυροι, ρουκέτα εναντίον των γραφείων της ΔΕΗ.

 

7 Μαΐου 1991 - Μαρούσι, λεωφόρος Κηφισίας, δυο ρουκέτες εναντίον των γραφείων της Siemens.

 

16 Μαΐου 1991 - Ασπρόπυργος, δυο ρουκέτες κατά της τσιμεντοβιομηχανίας Χάλυψ.

 

31 Μαΐου 1991 - Αταλάντη, δυο ρουκέτες κατά της εταιρίας Löwenbrau.

 

16 Ιουλίου 1991 - Ψυχικό, απόπειρα δολοφονίας του Τούρκου επιχειρηματία και διπλωματικού υπαλλήλου Ντενίζ Μπουλούκμπαση.

 

7 Οκτωβρίου 1991 - Παγκράτι, δολοφονία του Τούρκου διπλωματικού υπαλλήλου Τσετίν Γκιοργκιού (Cetin Gorgu).

 

2 Νοεμβρίου 1991 - Εξάρχεια, οδός Χαριλάου Τρικούπη, νεκρός από εκτόξευση ρουκέτας σε λεωφορείο των ΜΑΤ ο αστυφύλακας Γιάννης Βαρής.

 

20 Νοεμβρίου 1991 - Σεπόλια], συμπλοκή μελών της 17Ν με αστυνομικούς.

 

8 Δεκεμβρίου 1991 - Αμπελόκηποι, δυο ρουκέτες στη Βιοχάλκο.

 

23 Μαρτίου 1992 - Αμπελόκηποι, οδός Λουίζης Ριανκούρ, η αστυνομία έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με μέλη της 17Ν την ώρα που έκαναν πρόβα επίθεσης.

 

14 Ιουλίου 1992 - Σύνταγμα, εκτόξευση ρουκέτας με στόχο τον υπουργό οικονομικών της κυβέρνησης Μητσοτάκη Γιάννη Παλαιοκρασσά. Τραυματίζεται θανάσιμα ο διερχόμενος Θάνος Αξαρλιάν.

 

28 Νοεμβρίου 1992 - Νέα Φιλαδέλφεια, ρουκέτα κατά του ΔΟΥ Φιλαδέλφειας.

 

3 Δεκεμβρίου 1992 - Μαρούσι, έκρηξη στη ΔΟΥ Αμαρουσίου.

 

21 Δεκεμβρίου 1992 - Μαρούσι, απόπειρα δολοφονίας του βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Λευτέρη Παπαδημητρίου.

 

12 Φεβρουαρίου 1993 - Μοσχάτο, έκρηξη στη ΔΟΥ Μοσχάτου.

 

23 Φεβρουαρίου 1993 - Χαλάνδρι, έκρηξη στη ΔΟΥ Χαλανδρίου.

 

3 Μαρτίου 1993 - Περιστέρι, έκρηξη στη Β' ΔΟΥ Περιστερίου.

 

9 Μαρτίου 1993 - Πετρούπολη, έκρηξη στη ΔΟΥ Πετρούπολης.

 

26 Μαρτίου 1993 - Αθήνα, μπαράζ εκρήξεων σε αυτοκίνητα πολιτών.

 

2 Απριλίου 1993 - Αθήνα, μπαράζ εκρήξεων σε αυτοκίνητα πολιτών.

 

24 Ιανουαρίου 1994 - Κολωνάκι, δολοφονία του πρώην διοικητή της Εθνικής Τράπεζας επί κυβέρνησης ΝΔ Μιχάλη Βρανόπουλου.

 

11 Απριλίου 1994 - Χολαργός, έκρηξη στην εταιρία Miele.

 

18 Μαΐου 1994 - Αμπελόκηποι, λεωφόρος Κηφισίας, ρουκέτα κατά της IBM.

 

4 Ιουλίου 1994 - Παλαιό Φάληρο, δολοφονία του συμβούλου της τουρκικής πρεσβείας Ομερ Σιπαχίογλου.

 

3 Οκτωβρίου 1994 - Πατήσια, έκρηξη σε Ι.Χ. πολίτη.

 

19 Δεκεμβρίου 1994 - Χαλάνδρι, έκρηξη στη Citibank Χαλανδρίου.

 

 

 

1995

 

15 Μαρτίου 1995 - Παιανία, δυο ρουκέτες κατά του Mega Channel.

 

28 Μαΐου 1997 - Πειραιάς, δολοφονία του ελληνο-βρετανού εφοπλιστή Κώστα Περρατικού.

 

3 Φεβρουαρίου 1998 - Αθήνα, εκρήξεις βομβών σε δυο υποκαταστήματα McDonald's.

 

19 Φεβρουαρίου 1998 - Αθήνα, εκρήξεις σε αντιπροσωπείες αυτοκινήτων.

 

9 Δεκεμβρίου 1998 - Αμπελόκηποι, έκρηξη στην Εθνική Τράπεζα στη Λ. Αλεξάνδρας.

 

7 Απριλίου 1998 - Κυψέλη, ρουκέτα στο υποκατάστημα της Citibank.

 

31 Μαρτίου 1999 - Εξάρχεια, ρουκέτα κατά των γραφείων του ΠΑΣΟΚ στην Χ. Τρικούπη.

 

3 Απριλίου 1999 - Γαλάτσι, ρουκέτα κατά των γραφείων του ΠΑΣΟΚ.

 

16 Μαΐου 1999 - Χαλάνδρι, ρουκέτα στο σπίτι του Γερμανού πρέσβη Άλμπερτ Κούνα.

 

 

 

2000

 

8 Ιουνίου 2000 - Ψυχικό, δολοφονείται ο Βρετανός στρατιωτικός ακόλουθος Στίβεν Σόντερς.

 

(ΥΓ): Παρεμπιπτόντως, λίγες ημέρες μετά την άνανδρη δολοφονία, μια ακροαριστερή συμμορία με την επωνυμία «Προλεταριακή Αριστερά», εξέδωσε προκήρυξη υπέρ των δολοφόνων: «Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, η οργάνωση 17 Νοέμβρη έδρασε σαν εντολοδόχος του λαού. Το πιστόλι που εκτέλεσε τον Μάλλιο το κρατούσαν οι εκατοντάδες νεκροί της δικτατορίας, οι δεκάδες χιλιάδες βασανισμένοι, ένας ολόκληρος λαός. Γι’ αυτό και σύσσωμη ήταν η αντίδραση του λαού: “Ν’ αγιάσουν τα χέρια τους”».

Επικεφαλής αυτής της ακροαριστερής συμμορίας ήταν ο κομμουνιστής Γ. Καραμπελιάς, ο οποίος εμφανίζεται σήμερα ως… πατριώτης!

Δεν υπάρχουν σχόλια: