Δευτέρα

25η Μαρτίου, Kρίσιμες και καθοριστικές διαπραγματεύσεις στη Σύνοδο Κορυφής

Η ημέρα της εθνικής παλιγγενεσίας, η 25η Μαρτίου, φέτος συμπίπτει με τις κρίσιμες και καθοριστικές διαπραγματεύσεις στη Σύνοδο Κορυφής όσον αφορά την περαιτέρω πορεία και τις εξελίξεις, οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές, τόσο στη χώρα μας όσο και γενικότερα στην Ευρώπη. Η ελληνική κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου προσέρχονται σε αυτές τις διαπραγματεύσεις με πέντε βασικές επιδιώξεις, στο πλαίσιο της διαμόρφωσης ενός μόνιμου μηχανισμού σταθερότητας για την ευρωζώνη:

1. Την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου των 110 δισεκατομμυρίων ευρώ από την τρόικα. Η απόφαση είχε ληφθεί από την προηγούμενη σύνοδο, αλλά η ακριβής επιμήκυνση από τρία σε επτά ή σε δέκα, ή σε τριάντα χρόνια παραμένει αδιευκρίνιστη. Πάντως, το ΔΝΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν μπορεί να το παρατείνει πέραν της επταετίας, αλλά μπορεί να το επαναχορηγήσει στη λήξη της επταετίας έπειτα από νέες διαπραγματεύσεις.

2. Τη διαμόρφωση του επιτοκίου με το οποίο θα επιβαρύνεται το δάνειο της τρόικας μετά την επιμήκυνσή του, για το οποίο όμως δεν υπάρχει καμία δέσμευση ότι θα είναι χαμηλότερο από το σημερινό.

3. Τη δυνατότητα επαναγοράς κρατικών ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά μέσω του Ταμείου Σταθερότητας ή απευθείας από τις χώρες, έπειτα από δανειοδότησή τους από το Ταμείο. Δηλαδή, αυτό που έκανε ώς τώρα η ΕΚΤ κατά παράβαση της ιδρυτικής συμφωνίας της να γίνεται με θεσμικό τρόπο.

4. Την εισαγωγή του θεσμού των ευρωομολόγων, τα οποία θα αντικαταστήσουν τα ομόλογα κάθε χώρας ξεχωριστά. Αυτό θα βόλευε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία, το Βέλγιο, που δανείζονται με σημαντικά σπρεντ, αλλά όχι τις χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Αυστρία κ.λπ. που έχουν χαμηλά επιτόκια και θα έπρεπε να πληρώσουν κάποια, έστω και μικρή, επιβάρυνση. Η πρόκληση για την Ευρώπη είναι να είναι τα ευρωομόλογα φθηνότερα ακόμη και από τα γερμανικά ομόλογα, λόγω μεγαλύτερης διασποράς του ρίσκου.

5. Την αύξηση των ομολόγων για τη χρηματοδότηση ευρωπαϊκών αναπτυξιακών προγραμμάτων, τα οποία εκδίδονται από την Κομισιόν για να χρηματοδοτηθούν μεγάλα έργα υποδομής, κοινά ευρωπαϊκά πρότζεκτ, αλλά και για αναπτυξιακούς σκοπούς γενικότερα.
Εναντι όλων αυτών που ζητάει η Ελλάδα (μαζί με άλλες χώρες) θα πρέπει να συμφωνήσουμε στην υπογραφή του συμφώνου ανταγωνιστικότητας, το οποίο προβλέπει τη δέσμευση όλων των χωρών για μηδενικά ελλείμματα ή έστω ταχύτατο μηδενισμό αυτών, αλλιώς θα αντιμετωπίσουν ποινές και αυστηρότατους ελέγχους έως ότου συμμορφωθούν, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Η Γερμανία προτείνει σε όλους να ακολουθήσουν το παράδειγμά της, με συνταγματική απαγόρευση του ελλείμματος. Ολα αυτά έχουν πλήθος παραλλαγές, αλλά ο πυρήνας των γερμανικών προτάσεων έχει γίνει αποδεκτός και από την Ελλάδα και από τις περισσότερες χώρες.

Οι άλλες χώρες διαπραγματεύονται, η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να διαπραγματευθεί γιατί έχει ήδη χρεοκοπήσει και έχει αποδεχθεί ένα μνημόνιο με τους δανειστές, με το οποίο πήρε τριετή αναβολή στάσης πληρωμών ώς το 2013. Αυτά που ζητάμε δεν είναι καθόλου εγγυημένο ότι θα μας βοηθήσουν να επιστρέψουμε στις αγορές το 2012, όπως λέει το μνημόνιο, αλλά αντιθέτως υπάρχει πλέον η βεβαιότητα ότι τα σχέδια αυτά έχουν ναυαγήσει. Γι’ αυτό η Ελλάδα ελπίζει ότι (πέραν του χρόνου και του επιτοκίου αποπληρωμής του δανείου της τρόικας) με τα άλλα τρία μέτρα θα μπορέσει να πείσει τις αγορές πως είναι φερέγγυα και επομένως να μπορέσει σε δέκα μήνες να δανείζεται από τις αγορές με αξιοπρεπή επιτόκια.



Ομως αυτές οι ελπίδες στηρίζονται στην πεποίθηση ότι οι αγορές είναι
ανόητες. Με το ίδιο σκεπτικό επιζητήσαμε και το μνημόνιο, ως «όπλο» στο τραπέζι για να τις απειλήσουμε ότι έχουμε εναλλακτικό τρόπο δανεισμού, αν εκείνες δεν συμμορφωθούν. Το μέτρο της επαναγοράς ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά με έκπτωση έως 30%, προϋποθέτει ότι θα θελήσουν να πουλήσουν φτηνότερα τα ομόλογα που κατέχουν, τη στιγμή που θα έχουμε π.χ. 50 δισεκατομμύρια για τον σκοπό αυτό. Αν όμως έχουμε χρήματα για να αγοράσουμε τα ομόλογα του επόμενου χρόνου, τότε γιατί να μας τα πουλήσουν φτηνότερα; Για να έχει αποτέλεσμα μια τέτοια τακτική, πρέπει να μπορείς να αγοράσεις ολόκληρο το χρέος ώστε να μπορέσεις να «διαγράψεις» αυτό το 30% που προσφέρεται ως έκπτωση. Αν όμως η Ελλάδα είχε διαθέσιμα 50 δισεκατομμύρια ευρώ, μάλλον θα έπρεπε να δώσει προτεραιότητα σε αναπτυξιακές προσπάθειες, ώστε να βγει από την ύφεση και έτσι το χρέος να μειωθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ παράλληλα θα μειωθούν και τα επιτόκια.

Τα ευρωομόλογα, επίσης, είναι μια παλιά ιδέα του… Ζακ Ντελόρ, η οποία υποβλήθηκε την εποχή που σχεδιαζόταν η ΟΝΕ. Μια τέτοια κίνηση στοχεύει στην εκμετάλλευση του μεγέθους της Ευρώπης, ώστε να αγοράζει «χονδρική» το χρήμα από την παγκόσμια αγορά για όλες τις χώρες, αντί ο κάθε υπουργός Οικονομικών να βγαίνει στη «λιανική» σχεδόν κάθε μέρα. Σήμερα ο Ελληνας, αύριο ο Ισπανός, μεθαύριο κάποιος από τους 17 ή από τους 27. Πέραν αυτού όμως δεν εξασφαλίζει μακροπρόθεσμα τίποτε για την Ευρώπη. Και η Ελλάδα θα επωφεληθεί τώρα που το επιτόκιο δανεισμού της έχει φτάσει στο 17%, αλλά όχι μακροπρόθεσμα. Είναι ένα παυσίπονο για το σύμπτωμα και όχι μια θεραπεία της αιτίας δημιουργίας του χρέους.


Τελικά ποιος είναι περισσότερο χρεωμένος;
Τα πράγματα ποτέ δεν είναι μόνο καλά ή μόνο κακά, έτσι και τα νέα για την κυβέρνηση εν όψει των διαπραγματεύσεων στη Σύνοδο Κορυφής της 25ης Μαρτίου είναι και καλά και άσχημα. Τα άσχημα νέα είναι ότι στο εσωτερικό η κυβέρνηση σπατάλησε την πολιτική τής υποθήκη που προέκυψε από τον εκλογικό θρίαμβο του 2009 και της απομένουν άλλοι δέκα μήνες για να επιστρέψει στις διεθνείς αγορές και να μπορέσει να δανειστεί μακροπρόθεσμα. Αλλιώς θα πρέπει, αρχές του 2012, να απευθυνθεί στο ΔΝΤ ή στην Ε.Ε. και να ζητήσει νέα δάνεια, πέραν των προβλεπόμενων από το μνημόνιο για να ανανεώσει τον μακροπρόθεσμο δανεισμό της.

Τα καλά νέα είναι ότι στις 25 Μαρτίου θα αποφασιστεί ο μόνιμος μηχανισμός σταθερότητας, στον οποίο θα μπορούν να απευθύνονται οι χώρες που δεν βρίσκουν χρήματα στις διεθνείς αγορές ή βρίσκουν με επιτόκια όπως της Ελλάδας, που είναι αυτήν τη στιγμή πάνω από 12,5% για δεκαετές ομόλογο. Βέβαια, δεν είναι ακριβώς καλά τα νέα, γιατί εξαρτάται από τις αποφάσεις που θα ληφθούν αν θα παραμείνουν καλά ή αν θα γίνουν άσχημα. Δηλαδή, αν πρόκειται για να δανειστεί από το Ταμείο Σταθερότητας μια χώρα να καταθέσει την κυριαρχία της, κάτι που δεν απέχει και πολύ από την προσφυγή απευθείας στο ΔΝΤ, δηλαδή στη χρεοκοπία.

Τα καλά νέα είναι ότι εν όψει της διαπραγμάτευσης, έχουν κινητοποιηθεί σημαντικές δυνάμεις για να πείσουν την κ. Μέρκελ να λάβει πολιτικές αποφάσεις, οι οποίες στην αντιμετώπιση του χρέους όλων των χωρών παίζουν σημαντικότερο ρόλο από τα χρήματα. Οι τελευταίες εξελίξεις, και ιδίως η απειλή του πληθωρισμού λόγω της αύξησης των τιμών του πετρελαίου, ανεβάζουν τα επιτόκια και στην ευρωζώνη ήδη προεξοφλούν ότι το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ θα ανέβει ώς το τέλος του 2011 στο 1,75%. Ηδη ο Ζαν Κλοντ Τρισέ έκανε προειδοποιητικές δηλώσεις.

Αυτό, με τη σειρά του, σημαίνει ότι ολόκληρο το χρέος -ιδιωτικό και δημόσιο- στην ευρωζώνη θα επιβαρυνθεί. Κι εδώ αρχίζουν τα… καλά νέα για την Ελλάδα. Γιατί η Ελλάδα έχει μικρό ιδιωτικό χρέος σε σύγκριση με όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Μόνον το δημόσιο χρέος είναι μεγάλο σε σύγκριση με όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Ομως το δημόσιο χρέος των άλλων χωρών μπορεί σύντομα να απογειωθεί όσο αυξάνονται οι ανησυχίες για το ιδιωτικό χρέος, γιατί πάντοτε μπορεί να μετατραπεί σε δημόσιο, όπως έγινε και στην Ιρλανδία. Επομένως η Ευρώπη πρέπει να λάβει τις πολιτικές αποφάσεις που θα της επιτρέπουν να σώζει τράπεζες, αν κινδυνεύουν, και χώρες που θα εγγυηθούν για τις τράπεζες και θα κρατικοποιήσουν τα χρέη των ιδιωτικών τραπεζών, όπως έγινε στην Ιρλανδία το 2010 ή στη Βρετανία και στις ΗΠΑ το 2008 και το 2009 αντίστοιχα.

Και η αιτία αυτήν τη φορά δεν θα είναι η Ελλάδα, που ανησυχεί τις αγορές μήπως κάνει στάση πληρωμών και εξαιτίας της κινδυνεύσουν οι τράπεζες που την έχουν δανείσει. Η αιτία είναι η ύφεση που προκαλείται από την άνοδο των τιμών του πετρελαίου και προκαλεί ανησυχίες για την ομαλή αποπληρωμή των ιδιωτικών χρεών. Το συνολικό χρέος των άλλων χωρών της ευρωζώνης είναι διπλάσιο σε σύγκριση με το ελληνικό, ως ποσοστό του ΑΕΠ, έως και οκταπλάσιο. Συνεπώς, η ευρωζώνη πρέπει να οπλιστεί με εκείνες τις πολιτικές αποφάσεις που θα της επιτρέπουν να αντιμετωπίσει πολύ σύντομα δύσκολες καταστάσεις, οι οποίες δεν συγκρίνονται με την ελληνική κρίση.


Το αμερικανικό ενδιαφέρον
Η κ. Μέρκελ και ο κ. Σαρκοζί θα πρέπει, έστω και αν δεν το επιθυμούν, να επιτρέψουν στις χώρες να σωθούν για να μην αναγκαστούν εκείνοι να σώσουν τις δικές τους τράπεζες με πολύ μεγαλύτερα ποσά, τα οποία θα κάνουν και τις χώρες τους να γονατίσουν, αν δεν χρεοκοπήσουν. Εδώ υπάρχει και το ξεχωριστό ενδιαφέρον του Αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος δεν θέλει σε καμιά περίπτωση να δει να έρχεται ένα δεύτερο κύμα χρηματοπιστωτικής κρίσης -με αντίθετη φορά- πάνω από τον Ατλαντικό. Γιατί μόλις συμπληρώθηκαν δύο χρόνια από την κρίση του 2008 για την οποία ξόδεψαν ήδη 9 τρισεκατομμύρια... φρεσκοκομμένα δολάρια και η ανάπτυξη δεν έχει σταθεροποιηθεί πλήρως.

Για τους Αμερικανούς πολιτικούς είναι επίσης αδιανόητο το ότι δεν μπορούν να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις, που δεν κοστίζουν τίποτε, αλλά μπορούν να απομακρύνουν τις ανησυχίες περί χρεοκοπίας. Δεν καταλαβαίνουν γιατί η κ. Μέρκελ αρνείται την έκδοση ευρωομολόγων τόσο για αναπτυξιακούς σκοπούς όσο και για τη διαχείριση του χρέους. Η διαφορά είναι ότι αντί ο καθένας να απευθύνεται μόνος του στις παγκόσμιες αγορές, θα απευθύνεται οργανωμένα για ολόκληρη την Ευρώπη. Είναι μια πολιτική απόφαση. Γιατί να μην τη λάβουμε;

Οπως και η απόφαση να μπορεί να αγοράζει η Κομισιόν ή η ΕΚΤ, ή και οι δύο, ομόλογα από τη δευτερογενή αγορά. Γιατί να μην μπορούν να το κάνουν επηρεάζοντας την αγορά όταν υφίστανται στρεβλώσεις, τη στιγμή που επιτρέπεται να το κάνει ο οποιοσδήποτε τρίτος έχει χρήματα, για παράδειγμα η Κίνα, η Ρωσία και οι Αραβες ή οι διεθνείς κερδοσκόποι που έχουν να κερδίσουν από επιθέσεις σε νομίσματα. Πάλι πρόκειται για πολιτικές αποφάσεις.

Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, λοιπόν, ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου έχει κάθε λόγο να υποστηρίξει τη λήψη αποφάσεων-πακέτο για να οπλιστεί η ευρωζώνη με μέσα που θα της επιτρέψουν στο μέλλον να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε κρίση του χρηματοπιστωτικού κλάδου. Δεν υπάρχει κανένας λόγος πια να υποκρίνονται όλοι ότι συζητούν το «ελληνικό» ή το «ιρλανδικό» πρόβλημα, ενώ στην πραγματικότητα συζητούν το πρόβλημα του συνολικού χρέους, το οποίο είναι μια φούσκα που μπορεί να σκάσει ανά πάσα στιγμή. Αυτά είναι τα καλά νέα εν όψει της διαπραγμάτευσης στη Σύνοδο Κορυφής. Η Ελλάδα πρέπει να ανησυχεί γιατί δεν έχει ακόμη μηδενίσει το πρωτογενές έλλειμμα, δηλαδή το έλλειμμα χωρίς τους τόκους για τις δόσεις του χρέους. Για τα υπόλοιπα πρέπει να ανησυχούμε ως Ευρωπαίοι περισσότερο για τους Γάλλους ή για τους Γερμανούς, οι τράπεζες των οποίων είναι εκτεθειμένες σε κάθε κίνδυνο, και αυτό μπορεί να διπλασιάσει αιφνιδίως και το δικό τους δημόσιο χρέος.


ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΟΚΟΡΙΚΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: