Πριν από μερικα χρόνια, στις 18
Ιανουαρίου 1996, ο Κώστας Σημίτης αναδείχθηκε πρωθυπουργός,
υπερισχύοντας του Άκη Τσοχατζόπουλου με 86 ψήφους έναντι 75, στο β’ γύρο
της ψηφοφορίας που διεξήχθη μεταξύ των μελών της
Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Στον α’ γύρο (την ίδια μέρα) είχαν
λάβει τις εξής ψήφους:
Κώστας Σημίτης 53
Άκης Τσοχατζόπουλος 53
Γεράσιμος Αρσένης 50
Γιάννης Χαραλαμπόπουλος 11
Στο β’ γύρο βρέθηκαν και 6 λευκά – άκυρα ψηφοδέλτια.
Το αποτέλεσμα του α’ γύρου είχε σκορπίσει ενθουσιασμό στους φίλους του κ. Τσοχατζόπουλου, οι οποίοι εκτιμούσαν ότι η πλειοψηφία εκείνων που είχαν προτιμήσει τον κ. Αρσένη ή τον κ. Χαραλαμπόπουλο αρχικά θα στρεφόταν προς εκείνους στη συνέχεια, στο όνομα του λεγόμενου «πατριωτικού – κοινωνικού ΠΑΣΟΚ» που εξέφραζε ο Άκης, σε αντίθεση με το «εκσυγχρονιστικό» του κ. Σημίτη.
Είναι χαρακτηριστικό δε ότι μεταξύ των δύο γύρων, συντοπίτες του κ. Τσοχατζόπουλου από τη Θεσσαλονίκη χτυπούσαν θριαμβευτικά τις κόρνες των αυτοκινήτων τους κάνοντας βόλτες γύρω από το Λευκό Πύργο.
Ακόμα και ο ίδιος δεχόταν συγχαρητήρια από βουλευτές και δημοσιογράφους. Κι ενώ είχε κατά νου τον επινίκειο λόγο του (προαναγγέλλοντας αντιπροεδρία της κυβέρνησης τόσο για τον κ. Σημίτη, όσο και για τον κ. Αρσένη) βγήκε για λίγο από την αίθουσα της Γερουσίας στη Βουλή (όπου διεξαγόταν η σχετική ψηφοφορία) για να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπό του.
«Άκη, τα πράγματα άλλαξαν»
Εκεί το λαμπερό του χαμόγελό του έκοψε ο στενός του συνεργάτης Γιώργος Δασκαλάκης ο οποίος επιφορτίστηκε να του πει: «Άκη, τα πράγματα άλλαξαν. Χάσαμε. Ο Σημίτης είναι ο νέος πρωθυπουργός».
Εκείνη την ώρα πέρασαν πολλά από το μυαλό του. Ακόμα κι ένα λάθος τακτικής της τελευταίας στιγμής. Ενώ από μέρες είχε συμφωνήσει με τους συνεργάτες του (και σε αυτό το κλίμα ήταν και ο κ. Αρσένης) να μην προταθεί στην Κ.Ο.
αναμέτρηση δύο αλλά τριών γύρων (δηλαδή να αποκλειόταν μετά την πρώτη ψηφοφορία ο τέταρτος σε ψήφους υποψήφιος, μετά τη δεύτερη ο τρίτος κ.ο.κ) σε μια κίνηση πυγμής -κατά την έναρξη της σχετικής διαδικασίας- εξουσιοδότησε τον Γιώργο Μωραΐτη να προτείνει «δύο γύρους», κάτι που αποτελούσε πάγια θέση της πλευράς Σημίτη.
Στο β’ γύρο η πλειοψηφία των υποστηρικτών του κ. Αρσένη ψήφισε Σημίτη, ο οποίος είχε δίπλα του, από την αρχή, τουλάχιστον δύο από τους λεγόμενους πρωτοκλασάτους του ΠΑΣΟΚ, τον Θεόδωρο Πάγκαλο και τη Βάσω Παπανδρέου, ενώ στην πορεία προστέθηκε και ο Κώστας Λαλιώτης. Ο κ. Αρσένης πόνταρε στην υποστήριξη του (νυν πρωθυπουργού) Γιώργου Παπανδρέου και ο κ. Τσοχατζόπουλος ξεκίνησε χωρίς «κορυφαίους» δίπλα του. Ψηφίστηκε μόνο από τον τότε πρόεδρο της Βουλής Απόστολο Κακλαμάνη, όταν εκείνος (λίγα 24ωρα πριν από τη διαδοχή) απέσυρε τη δική του υποψηφιότητα. Προσφέρθηκε δε να συνοδέψει τον Άκη, κατά την είσοδό του στην αίθουσα της Γερουσίας, κατά την έναρξη της διαδικασίας.
Το τελικό αποτέλεσμα «άναψε τα φώτα» στο πολιτικό γραφείο του κ. Σημίτη στην οδό Ακαδημίας, ενώ οι φίλοι του κ. Τσοχατζόπουλου συγκεντρώθηκαν στο κτίριο του υπουργείου Εσωτερικών στη Βασ. Σοφίας, χωρίς να προλάβουν καν να συνειδητοποιήσουν τι είχε συμβεί. Όμως, ένα τηλεφώνημα που έγινε εκεί τους έδωσε να καταλάβουν ότι «όλα έχουν τελειώσει». Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο στενός συνεργάτης του κ. Σημίτη Τάσος Μαντέλης, ο οποίος ζητούσε από το αρμόδιο υπουργείο να παραδώσει το αυτοκίνητο του Ανδρέα Παπανδρέου «στον νέο πρωθυπουργό»…
Η στρατηγική των «δύο γύρων»
Αν το καλοκαίρι του 1995 από την Ελούντα -όπου παραδοσιακά έκανε τις καλοκαιρινές του διακοπές- δεν άκουγε δύο στενούς του συνεργάτες και ένα προβεβλημένο κομματικό στέλεχος και υλοποιούσε την απόφασή του να αποπέμψει όχι μόνο από την κυβέρνηση αλλά και από την Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ τον Κώστα Σημίτη, σίγουρα η πορεία του Κινήματος (αν όχι και του τόπου) θα ήταν διαφορετική. Λίγους μήνες αργότερα ο κ. Σημίτης (εκτός κυβέρνησης πλέον) αξιοποίησε τη δυνατότητα του μέλους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ και αναρριχήθηκε στην προεδρία της, κάτι που, συγχρόνως, του έδωσε και το αξίωμα του πρωθυπουργού του τόπου. Για να φτάσει εκεί, χρειάστηκε να κάνει περισσότερα από 21 χρόνια σκληρή υπομονή. Μπορεί ο ίδιος να αισθανόταν και να δήλωνε «συνιδρυτής του ΠΑΣΟΚ», αλλά πάντοτε ήταν «εκτός κλίματος», στο κόμμα του παρότι συμμετείχε σχεδόν πάντοτε στα καθοδηγητικά κλιμάκιά του.
Δεν υπήρξε ποτέ ανδρεϊκός, η «διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη» ήταν ξένο κείμενο για κείνον, ενώ πάντοτε τον έβρισκαν αντίθετο βασικές πτυχές της πολιτικής των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ.
Λαθρεπιβάτης
Πίστευε όμως πάντοτε στα «κόμματα των μαζών» και γνώριζε ότι έστω και αν ένιωθε κάτι σαν λαθρεπιβάτης στο όχημα του Ανδρέα, δεν έπρεπε να κατέβει ποτέ από αυτό. Και η ιστορία τον δικαίωσε! Στην πορεία του στο ΠΑΣΟΚ βρέθηκε πολλές φορές απέναντι στον ιδρυτή του Κινήματος. Η αφίσα για την ΕΟΚ, η (πρώτη) αποπομπή του από την κυβέρνηση το 1987, το «Πεντελικό» είναι μόνο μερικές από αυτές. Ποτέ όμως δεν είχε τραβήξει στα άκρα.
Αντίθετα, το έπραξε τέλη του 1994, όταν ήταν υπερυπουργός (Βιομηχανίας και Εμπορίου) και μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου, συμμετέχοντας ενεργά -κάτι σαν άτυπος επικεφαλής- στην ομάδα των «τεσσάρων», μαζί με τον Θεόδωρο Πάγκαλο, τη Βάσω Παπανδρέου και τον Παρασκευά Αυγερινό.
Κι εκεί όμως αποδείχθηκε περισσότερο έξυπνος και πιο μεθοδικός από τους άλλους. Την ώρα που οι υπόλοιποι τρεις εργάζονταν για τον κοινό σκοπό (αντικατάσταση Ανδρέα) εκείνος, παράλληλα, έστηνε δικό του μηχανισμό. Και γι' αυτή τη δουλειά ευτύχησε να συνεργαστεί με τον «πρώτο των πρώτων», τον Θόδωρο Τσουκάτο, ο οποίος -με αντικειμενική κρίση- είναι το κορυφαίο οργανωτικά στέλεχος που έχει αναδείξει η πολιτική ζωή του τόπου.
Ο «στρατηγός»
Ο κ. Τσουκάτος όργωσε για λογαριασμό του πάνω από δύο φορές ολόκληρη τη χώρα. Οργάνωνε υπέρ του Νομαρχιακές Επιτροπές, του έστηνε συγκεντρώσεις, του έφερνε στελέχη στο γραφείο. Ακόμα και βουλευτές έπειθε, παρότι δεν είχε εκείνος αυτή την ιδιότητα, παρά μόνο τα απλά στην κομματική ιεραρχία αξιώματα του μέλους της Κεντρικής Επιτροπής και του αναπληρωτή γραμματέα του Τομέα Οικονομικού του Κινήματος. Συγχρόνως, ο Κ. Σημίτης με τις απόψεις του, οι οποίες είχαν σημαντική απόκλιση από τις σοσιαλιστικές του ΠΑΣΟΚ (ίσως κι από εκείνες της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας) κατάφερε να δημιουργήσει ένα εξαιρετικά ευνοϊκό για τον ίδιο επικοινωνιακό περιβάλλον.
Οι επιχειρηματίες που ήλεγχαν τότε τα μέσα ενημέρωσης, τον πρόβαλαν δεόντως εκτιμώντας ότι αν επικρατούσε ο ίδιος στη μάχη της «διαδοχής» θα προωθείτο η απελευθέρωση της Οικονομίας. Οι αρχές της δεκαετίας του ‘90 έβρισκαν τον Κ. Σημίτη να ελέγχει μία μικρή ομάδα βουλευτών, που δεν συμπλήρωνε τα δάχτυλα δύο χεριών. Κι όμως, μέσα σε μια πενταετία έγινε ο πιο μαζικός απ’ όσους συμμετείχαν στη «μάχη των επιγόνων».
Το πολιτικό γραφείο στην οδό Ακαδημίας, αριθμός 35, έγινε τη διετία 1994-1996 το πιο σημαντικό πολιτικό εντευκτήριο της χώρας. Εκεί, με το συντονισμό του «πιστού» του συγγραφέα, Νίκου Θέμελη, και του κ. Τσουκάτου, άλλαξε η πολιτική ιστορία του ΠΑΣΟΚ. Από κοντά πολλά στελέχη, όπως οι τότε βουλευτές Γιάννης Ζαφειρόπουλος, Βαγγέλης Μαλέσιος, Γιώργος Δρυς, Θόδωρος Κολιοπάνος, Θόδωρος Κοτσώνης (ο οποίος αργότερα στεγάστηκε στη Δημοκρατική Συμμαχία της Ντόρας Μπακογιάννη) αλλά και με κομματικά στελέχη, όπως ο Στέφανος Μανίκας, ο Τάσος Μαντέλης, ο Λάμπρος Κανελλόπουλος, ο Χρήστος Πρωτόπαπας, προσωπικοί συνεργάτες (όπως ο Χρ. Βερελής) και αρκετοί ακόμα.
Όλοι οι παραπάνω βρίσκονταν εκεί σε μόνιμη συνεδρίαση. Είχαν δε διαμορφώσει ειδικά -σε αίθουσα συσκέψεων- και το γραφείο τού πάνω ορόφου, που ανήκε στον αδελφό του μετέπειτα πρωθυπουργού, καθηγητή Σπύρο Σημίτη.
Η επαναληπτική ψηφοφορία
Η τακτική του συγκεκριμένου επιτελείου ήταν στοχευμένη στο τελικό αποτέλεσμα. Ήταν η λεγόμενη «τακτική των δύο γύρων». Θεωρούσε ότι ο Κ. Σημίτης θα είναι οπωσδήποτε στην επαναληπτική αναμέτρηση με πιθανότερο αντίπαλο τον Α. Τσοχατζόπουλο. Έτσι, η βολιδοσκόπηση γινόταν σε δύο επίπεδα. Όσοι δεν πείθονταν να ψηφίσουν Σημίτη από τον α’ γύρο γινόταν προσπάθεια ώστε να πουν το πολυπόθητο «ναι» για τον δεύτερο. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα βουλευτών που λειτούργησαν έτσι στον β’ γύρο ήταν ο Νίκος Φαρμάκης της Λάρισας και ο Παυσανίας Ζακολίκος της Μαγνησίας.
Την παραμονή της εκλογής νέου πρωθυπουργού στο «εκσυγχρονιστικό» στρατόπεδο δεν είχαν γιορτές, όπως οι «προεδρικοί» στον κ. Λιβάνη, οι «τσοχατζοπουλικοί» στου κ. Κοτσακά και οι Νεολαίοι του ΠΑΣΟΚ (απόλυτα «ακικοί» τότε) στο μπαρ «Κόμης» στα Πατήσια, ως προσκεκλημένοι της (επίσης εορτάζουσας) Τόνιας Αντωνίου, ηγετικού στελέχους της Οργάνωσής του.
Ο Κ. Σημίτης επέλεξε κι εκείνος το βράδυ να το περάσει στο διαμέρισμά του, στην οδό Αναγνωστοπούλου, με μοναδική συντροφιά τη σύζυγό του Δάφνη. Εκεί άλλωστε επέστρεψε και το επόμενο, θριαμβευτικό για κείνον, βράδυ νωρίς-νωρίς. Μόλις εκλέχτηκε μετέβη στο γραφείο του πρωθυπουργού στη Βουλή, όπου δέχτηκε τις ευχές των βουλευτών και κατόπιν μετέβη για λίγο στην Ακαδημίας, όπου είχαν συγκεντρωθεί δεκάδες κομματικά στελέχη για να τον συγχαρούν. Εκεί έκαναν και τη μοναδική δημόσια εμφάνισή τους και οι δύο κόρες του, οι οποίες (προς τιμήν τους) κατά την οκταετία της παντοκρατορίας του απέφυγαν επιμελώς τα φώτα της δημοσιότητας.
Πώς έχασε ο Άκης
Ο ίδιος ο Άκης Τσοχατζόπουλος ποτέ δεν παραδέχθηκε ότι θα διεκδικούσε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Ουσιαστικά ήταν ο άνθρωπος που το κράτησε όρθιο ως κομματικό μηχανισμό όταν τα σημάδια ασθένειας του Ανδρέα Παπανδρέου έγιναν (από τον Αύγουστο του 1988) κάτι περισσότερο από ορατά, αλλά πάντοτε ενέτασσε την προσφορά του στην επίτευξη των κοινών στόχων. Όμως τόσο ο ίδιος όσο και η ομάδα των στενών συνεργατών του (οι «Γερμανοί όπως τους έλεγαν, αυτοί που γνώριζαν καλά τα εσωτερικά του Κινήματος, λόγω της πολυετούς θητείας του Άκη εκεί) γνώριζαν ότι «κάποτε θα έλθει αυτή η ώρα».
Ήδη μια πρόβα τζενεράλε είχε γίνει από όλους (τους φίλους του και τους αντιπάλους του) στο 3ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ (Απρίλιος 1994) όταν υπήρξε ένας ευρύς συνασπισμός εσωκομματικών δυνάμεων (Σημίτης, Αρσένης κ.τ.λ.) που είχε καταφέρει ψηφίζοντας το λεγόμενο «ασυμβίβαστο» (μεταξύ των αξιωμάτων του γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής και του υπουργού) να μην πάρει ο κ. Τσοχατζόπουλος όλες τις εξουσίες στα χέρια του.
Στο Ωνάσειο
Βεβαίως, τότε, ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν πήρε θέση με αποτέλεσμα το Σώμα να ψηφίσει ελεύθερα. Ο Άκης και οι συν αυτώ πόνταραν στη στήριξη του ιδρυτή του Κινήματος όταν έφτανε η ώρα της διαδοχής. Όμως εκείνη η ώρα έφτασε (στις 18 Ιανουαρίου 1996) με τον Ανδρέα, ανήμπορο, να κλείνει δύο μήνες στο κρεβάτι του Ωνασείου…
Συγχρόνως ο κ. Τσοχατζόπουλος ήταν επιφορτισμένος (ως πρώτος τη τάξει υπουργός) με το συντονισμό μιας (παραπαίουσας, λόγω της φυσικής αδυναμίας του πρωθυπουργού) κυβέρνησης και δεν έλεγε να καταλάβει ότι η «ώρα μηδέν» είχε φτάσει.
Όταν ήδη είχε ξεκινήσει η κούρσα της διαδοχής (με τους Κώστα Σημίτη και Γεράσιμο Αρσένη να δηλώνουν επισήμως παρόντες) έφτασε στο σημείο να υπακούσει στις δραματικές κραυγές αγωνίας των «υπαρχηγών» του, Γιώργου Δασκαλάκη και Αντώνη Κοτσακά, και να δώσει τη συγκατάθεσή του για να ξεκινήσει η μάχη.
Η πρώτη ευρεία σύσκεψη έγινε ένα απόγευμα Σαββάτου, παραμονές της Συνόδου Κορυφής της Μαδρίτης, στην οποία ο ίδιος εκπροσώπησε την Ελλάδα, και στο γραφείο του στη Βασιλίσσης Σοφίας (στο άλλοτε υπουργείο Προεδρίας) συγκεντρώθηκαν πέραν των προαναφερθέντων και άλλοι βουλευτές, όπως οι Γιώργος Μωραΐτης, Γιάννης Χαραλάμπους και Λάζαρος Λωτίδης, καθώς και κομματικά στελέχη, μεταξύ των οποίων οι Γιώργος Αγραφιώτης και Χάρης Τσιόκας.
Εις εκ των παραπάνω άρχισε να αναγιγνώσκει τον κατάλογο των βουλευτών για να γίνει μια πρώτη καταμέτρηση δυνάμεων.
Σε κάποια φάση η ανάγνωση έφτασε στην περιφέρεια Ιωαννίνων και στο όνομα «Ευάγγελος Μαλέσιος». Τότε ο ίδιος ο κ. Τσοχατζόπουλος έκανε το εξής σχόλιο: «Ο Βαγγέλης είναι δικό μας παιδί, χρόνια στο κόμμα. Θα μας ψηφίσει».
Η αίθουσα πάγωσε! Κανένας δεν μίλησε πλην ενός του προσωπικού του επιτελείου που ψέλλισε: «Μα, τι λέμε τώρα; Αυτός είναι πλήρως ενταγμένος στο μηχανισμό του Σημίτη, συμμετέχει στις συσκέψεις τους, εδώ και καιρό…».
Οι… ίντριγκες
Αυτός ήταν ο Άκης του τότε. Έβλεπε τα εσωκομματικά μαχαιρώματα και τις ίντριγκες υπό το φως ενός ιδιότυπου ρομαντισμού που απέβαινε διαρκώς εις βάρος του…
Στο μεταξύ οι επαφές ξεκίνησαν. Τον κύριο όγκο των βουλευτών συναντούσαν ο κ. Κοτσακάς στο υπουργείο Αιγαίου στην οδό Φιλελλήνων και ο κ. Δασκαλάκης στην πλατεία Κλαυθμώνος, στον 4ο όροφο του υπουργείου Εσωτερικών. Κάποιοι περνούσαν και από τους ανταγωνιστές του Σημίτη και του Αρσένη, οι οποίοι συνάντησαν το σύνολο σχεδόν των μελών της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Τσοχατζόπουλος βρέθηκε με λιγότερα από τα μισά. Κι αυτό του κόστισε.
Την ίδια ώρα, το επικοινωνιακό περιβάλλον ήταν τρομερά δυσχερές για τον ίδιο. Δημοσκοπήσεις που δημοσίευσαν οι εφημερίδες και πρόβαλαν οι τηλεοπτικοί σταθμοί το έφερναν… τρίτο και καταϊδρωμένο.
Όμως οι γνωρίζοντες τα του ΠΑΣΟΚ ήταν βέβαιοι για αναμέτρηση Σημίτη – Άκη. Τα μόνα τους ερωτήματα ήταν πόσες ψήφους θα συγκέντρωνε ο καθένας στον α’ γύρο και ποιος θα επικρατούσε τελικά στον δεύτερο. Για αυτό έκπληξη για εκείνους ήταν οι 50 ψήφοι του κ. Αρσένη, που με πρωτοφανή κόπο και μεθοδικότητα συγκέντρωσε ο τότε υπουργός Εθνικής Άμυνας.
Μέχρι τότε, η Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ δεν είχε ιδιαίτερο ρόλο στα δρώμενα του Κινήματος. Η Κεντρική Επιτροπή ήταν (από την ίδρυσή του κι έπειτα) το κεντρικό καθοδηγητικό όργανο. Ο τότε επίτροπος της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση Χρήστος Παπουτσής είχε προτείνει στον Άκη να συγκληθεί το Εθνικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ (ένα μεικτό όργανο αποτελούμενο από τα μέλη της Κ.Ε., τους βουλευτές, τους ευρωβουλευτές, τους γραμματείς των Νομαρχιακών Επιτροπών και τα μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου του Κινήματος) και να υποδείξει το νέο πρωθυπουργό, την ανάδειξη του οποίου να επικύρωνε στη συνέχεια η Κοινοβουλευτική Ομάδα.
«Νίκη-αέρα»
Ήταν βέβαιο ότι μια τέτοια διαδικασία θα έδινε «νίκη-αέρα» στον Άκη (αφού ήλεγχε απόλυτα Κ.Ε. και Νεολαία). Ο ίδιος όμως, τυπολάτρης, δεν τη δέχτηκε, παρότι ήταν στο πνεύμα του Καταστατικού του ΠΑΣΟΚ και δεν παραβίαζε το Σύνταγμα, που προέβλεπε εκλογή « διαδόχου» από την Κ.Ο.
Έτσι φτάσαμε στην παραμονή εκλογής νέου πρωθυπουργού. Το ημερολόγιο έδειχνε Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 1996 και η Εκκλησία μας τιμούσε τη μνήμη του Αγίου Αντωνίου.
Ο κύριος κορμός των υποστηρικτών Τσοχατζόπουλου βρισκόταν στο σπίτι του εορτάζοντος, του κ. Κοτσακά, στην οδό Ευτυχίας, στο Μοσχάτο. Όλοι πλην του Άκη, ο οποίος ήταν πάντοτε συνεπής σε αυτό το ετήσιο ραντεβού.
«Πού είναι, πού είναι;», ρωτούσαν οι επισκέπτες τον εορτάζοντα. «Παιδιά, αν θα προλάβει θα έλθει. Η φετινή γιορτή όμως δεν είναι σαν τις προηγούμενες. Αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο σπίτι του (σ.σ. επίσης εορτάζοντος) Αντώνη Λιβάνη και εκεί είναι και ο κ.Αρσένης. Καταλαβαίνετε…».
Σε κάποια στιγμή, περασμένες δύο, χτύπησε το τηλέφωνο της οικογένειας Κοτσακά. Ήταν ο Άκης, ο οποίος ενημέρωσε τον εορτάζοντα ότι ο κ. Λιβάνης είχε καλέσει εκείνον και τον Αρσένη σε ένα απόμερο δωμάτιο της κατοικίας του και τους έβαλε να δώσουν τα χέρια ότι αν ένας από τους δύο μείνει «εκτός νυμφώνος» θα κατεύθυνε τις δυνάμεις του προς το μέρος του άλλου.
Τι είχαν συμφωνήσει Σημίτης- Γ. Παπανδρέου
Ο κ. Λαλιώτης, υπουργός ΠΕΧΩΔΕ τότε, συνέπλεε εσωκομματικά με το γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κινήματος Κώστα Σκανδαλίδη και τον υπουργό Εργασίας Στέφανο Τζουμάκα. Της επιρροής Λαλιώτη θεωρούνταν τότε και οι βουλευτές Φώτης Χατζημιχάλης και Βασίλης Τόγιας.
Εκτιμάται (αφού η ψηφοφορία για την εκλογή νέου πρωθυπουργού ήταν μυστική) ότι οι τέσσερις πρώτοι επέλεξαν Σημίτη.
Η δεύτερη συνάντηση απεδείχθη ματ για τον ίδιο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο επί οκταετία υπουργός και υποψήφιος πρωθυπουργός επισκεπτόταν ο ίδιος στο γραφείο του στο υπουργείο Παιδείας ένα ανερχόμενο τότε κομματικό στέλεχος που έφερε ένα βαρύ όνομα.
Του είχε τηλεφωνήσει το προηγούμενο βράδυ και, αφού συμφώνησαν να συναντηθούν, του ανακοίνωσε ότι θα ήθελε να τον επισκεφθεί ο ίδιος στην οδό Μητροπόλεως, όπου στεγαζόταν τότε το Παιδείας. Έκανε μια κίνηση άκρως κολακευτική για το συνομιλητή του.
Η ομάδα του Γιώργου
Ο Γ. Παπανδρέου τότε ήταν κάτι σαν επικεφαλής μιας μικρής ομάδας επτά βουλευτών που εκτός από τον ίδιο περιελάμβανε τους: Φίλιππο Πετσάλνικο, Νίκο Σηφουνάκη, Φλώρο Κωνσταντίνου, Δημήτρη Παλαιοθόδωρο, Ευριπίδη Καφαντάρη και Μαρία Αρσένη.
Εκτιμάται ότι οι πέντε πρώτοι (αφού η Μ. Αρσένη είχε και μια ιδιαίτερη σχέση με τον Α. Τσοχατζόπουλο, ως υφυπουργός του τότε στο υπουργείο Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης) ψήφισαν Γερ. Αρσένη στον α’ και Κ. Σημίτη στο β’γύρο.
Ποιος ψήφισε ποιόν
Επιχειρούμε σήμερα μια καταγραφή της ψήφου του συνόλου των μελών της Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ σ’ εκείνη την κρίσιμη πρώτη ψηφοφορία. Έτσι, εκτιμάται ότι ψήφισαν Κώστα Σημίτη, πέραν του ιδίου οι: Χρήστος Ροκόφυλλος, Αλέκος Μπαλτάς, Χρήστος Σμυρλής, Ανδρέας Φούρας, Βασίλης Κεδίκογλου, Σπύρος Γιατράς, Λουκάς Αποστολίδης, Αλέκος Παπαδόπουλος, Γιώργος Δρυς, Γιάννης Ζαφειρόπουλος, Σταύρος Μπένος, Κώστας Σκανδαλίδης, Κώστας Λαλιώτης, Θεόδωρος Πάγκαλος, Γιάννης Γιαννάκης, Γιάννος Παπαντωνίου, Βάσω Παπανδρέου, Ευάγγελος Γιαννόπουλος, Κώστας Γείτονας, Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης, Λάμπρος Κανελλόπουλος, Στέφανος Τζουμάκας, Ελένη Ανουσάκη, Βαγγέλης Αργύρης, Βαγγέλης Μαλέσιος, Ελισάβετ Παπαζώη, Δημήτρης Ρέππας, Θανάσης Μάτης, Φοίβος Ιωαννίδης, Θεόδωρος Κοτσώνης, Σταύρος Σουμάκης, Γιάννης Διαμαντίδης, Κανέλλος Λάλος, Θεόδωρος Κολιοπάνος, Γιάννης Κουράκης, Απόστολος Φωτιάδης, Χάρης Καστανίδης, Κώστας Διαμαντής, Δημήτρης Σωτηρλής, Βασίλης Μπρακατσούλας, Φώτης Χατζημιχάλης, Παρασκευάς Φουντάς, Φραγκλίνος Παπαδέλης, Λεωνίδας Τζανής, Παντελής Τσερτικίδης, Γιώργος Πασχαλίδης, Κώστας Σοφούλης, Μανώλης Λουκάκης, Χρήστος Πάχτας, Λάμπρος Παπαδήμας, Μανώλης Σκουλάκης και Σήφης Μιχελογιάννης.
Άκη Τσοχατζόπουλο, πέραν του ιδίου, εκτιμάται ότι ψήφισαν οι: Μαρία Θωμά, Αλέκος Ακριβάκης, Γιώργος Κατσιμπάρδης, Αντώνης Κοτσακάς, Μόσχος Γικόνογλου, Πέτρος Κατσιλιέρης, Αντώνης Λιβάνης, Σύλβα Ακρίτα, Ηλίας Παπαηλίας, Θανάσης Τσούρας, Γιώργος Κατσιφάρας, Απόστολος Κακλαμάνης, Κίμων Κουλούρης, Γιώργος Ανωμερίτης, Τηλέμαχος Χυτήρης, Κώστας Παπαναγιώτου, Γιάννης Χαραλάμπους, Γιώργος Λιάνης, Γιώργος Μωραΐτης, Κάρολος Παπούλιας, Γιάννης Μελίδης, Λεονάρδος Χατζηανδρέου, Φώτης Αρβανίτης, Γιώργος Δασκαλάκης, Ντίνος Τριαρίδης, Νίκος Αφεντουλίδης, Ευάγγελος Βενιζέλος, Θανάσης Δημητρακόπουλος, Κοσμάς Σφυρίου, Νίκος Αθανασόπουλος, Βασίλης Τόγιας, Νάσος Αλευράς, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, Αντώνης Ντεντιδάκης, Χρήστος Μαγκούφης, Γιάννης Ποττάκης, Γρηγόρης Νιώτης, Μάνος Φραγκιαδουλάκης, Γιώργος Κίρκος, Βασίλης Γερανίδης, Γιάννης Τσακλίδης, Λάζαρος Λωτίδης, Ηλίας Βλαχόπουλος, Γιώργος Αδαμόπουλος, Ροδούλα Ζήση, Μαρία Αρσένη, Μίμης Γαϊτανίδης, Αλέκος Δαμιανίδης, Βασίλης Βασιλακάκης, Γιάννης Δριβελέγκας, Γιάννης Μαγκριώτης και Δημήτρης Τσετινές.
Γεράσιμο Αρσένη, πέραν του ιδίου, εκτιμάται ότι ψήφισαν οι: Χρήστος Κοκκινοβασίλης, Σπύρος Καραμούτσος, Γιώργος Παπανδρέου, Δημήτρης Κατσικόπουλος, Δήμος Σκαμνάκης, Δημήτρης Πιπεργιάς, Ορέστης Παπαστρατής, Σπύρος Καλούδης, Παναγής Μπενετάτος, Δημήτρης Γεωργακόπουλος, Κυριάκος Ταταρίδης, Νίκος Κουρής, Ντίνος Βρεττός, Δημήτρης Μπέης, Νόρα Κατσέλη, Παναγιώτης Πάλμος, Νίκος Κοκκίνης, Μανώλης Μπεντενιώτης, Νίκος Γαλανός, Πάνος Οικονομίδης, Φλώρος Κωνσταντίνου, Ανέστης Σαατσόγλου, Δημήτρης Παλαιοθόδωρος, Μανώλης Παπαστεφανάκης, Δημήτρης Σαρρής, Χρήστος Κηπουρός, Λευτέρης Κωνσταντινίδης, Νίκος Ακριτίδης, Γιάννης Γλαβίνας, Φίλιππος Πετσάλνικος, Ευριπίδης Καφαντάρης, Ρούλης Κοκελίδης, Μπάμπης Δαμιανίδης, Ρένος Πετραλιάς, Γιώργος Κουβελάκης, Θεόδωρος Στάθης, Νίκος Φαρμάκης, Νίκος Σηφουνάκης, Δημήτρης Βουνάτσος, Παυσανίας Ζακολίκος, Παναγιώτης Σγουρίδης, Νίκος Λαμπαδάρης, Πέτρος Σούγγαρης, Γιάννης Ανθόπουλος, Δημήτρης Αλαμπάνος, Σήφης Βαλυράκης, Γιάννης Καραμπάτσας και Γιάννης Γιαννακόπουλος.
Γιάννη Χαραλαμπόπουλο, πέραν του ιδίου, οι: Αναστάσης Πεπονής, Λευτέρης Βερυβάκης, Γιάννης Παπασπύρου, Παναγιώτης Κρητικός, Γιάννης Καψής, Κώστας Μπαντουβάς, Δημοσθένης Δημοσθενόπουλος, Αντώνης Δροσογιάννης, Γιάννης Σκουλαρίκης και Στέλιος Παπαθεμελής.
Όπως είναι γνωστό, στην ψηφοφορία δεν πήρε μέρος ο Ανδρέας Παπανδρέου, ενώ την προηγούμενη μέρα είχε φύγει από τη ζωή ο βουλευτής Αργολίδας Α. Ντούτσος, ο οποίος είχε πολιτογραφηθεί στο κλίμα Αρσένη.
Την ανάδειξη Σημίτη στην πρωθυπουργία ακολούθησε έντονος εσωκομματικός πόλεμος, ο θάνατος του ιδρυτή του Κινήματος (23 Ιουνίου) και το ιστορικό 4ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ (27-30 του ίδιου μήνα).
Μετατοπίσεις στελεχών
Σε αυτό το συνέδριο έγιναν πολλές μετατοπίσεις στελεχών: Ο Γ. Παπανδρέου στήριξε ανοικτά Σημίτη, ο Κ. Λαλιώτης είπε «Τσοχατζόπουλος», ο Γερ. Αρσένης τον Άκη, το ίδιο και ο Αναστάσης Πεπονής, ο οποίος στο β’ γύρο της 18ης Ιανουαρίου είχε ψηφίσει το νικητή, ο Μ. Χρυσοχοΐδης πέρασε στο στρατόπεδο των «εκσυγχρονιστών», ο Ευάγγ. Βενιζέλος δεν πήρε καν θέση κ.ο.κ.
Ο κ. Τσοχατζόπουλος, ο οποίος είχε υιοθετήσει την ανεδαφική τακτική «άλλος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, άλλος πρωθυπουργός» (τάζοντας, με προτροπή του νυν προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια, την προεδρία της κυβέρνησης στον κ. Αρσένη) ηττήθηκε και εκεί από τον κ. Σημίτη (με ψήφους 2.732 έναντι 2.324, 28 άκυρων και 27 λευκών ψηφοδελτίων).
Και κάτι με σημειολογική σημασία: Το πλήρες όνομά του είναι Απόστολος-Αθανάσιος Τσοχατζόπουλος. Ηττήθηκε και στις δύο εορτές του: του Αγίου Αθανασίου (18 Ιανουαρίου) και των Αγίων Αποστόλων (30 Ιουνίου)
Άκης Τσοχατζόπουλος 53
Γεράσιμος Αρσένης 50
Γιάννης Χαραλαμπόπουλος 11
Στο β’ γύρο βρέθηκαν και 6 λευκά – άκυρα ψηφοδέλτια.
Το αποτέλεσμα του α’ γύρου είχε σκορπίσει ενθουσιασμό στους φίλους του κ. Τσοχατζόπουλου, οι οποίοι εκτιμούσαν ότι η πλειοψηφία εκείνων που είχαν προτιμήσει τον κ. Αρσένη ή τον κ. Χαραλαμπόπουλο αρχικά θα στρεφόταν προς εκείνους στη συνέχεια, στο όνομα του λεγόμενου «πατριωτικού – κοινωνικού ΠΑΣΟΚ» που εξέφραζε ο Άκης, σε αντίθεση με το «εκσυγχρονιστικό» του κ. Σημίτη.
Είναι χαρακτηριστικό δε ότι μεταξύ των δύο γύρων, συντοπίτες του κ. Τσοχατζόπουλου από τη Θεσσαλονίκη χτυπούσαν θριαμβευτικά τις κόρνες των αυτοκινήτων τους κάνοντας βόλτες γύρω από το Λευκό Πύργο.
Ακόμα και ο ίδιος δεχόταν συγχαρητήρια από βουλευτές και δημοσιογράφους. Κι ενώ είχε κατά νου τον επινίκειο λόγο του (προαναγγέλλοντας αντιπροεδρία της κυβέρνησης τόσο για τον κ. Σημίτη, όσο και για τον κ. Αρσένη) βγήκε για λίγο από την αίθουσα της Γερουσίας στη Βουλή (όπου διεξαγόταν η σχετική ψηφοφορία) για να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπό του.
«Άκη, τα πράγματα άλλαξαν»
Εκεί το λαμπερό του χαμόγελό του έκοψε ο στενός του συνεργάτης Γιώργος Δασκαλάκης ο οποίος επιφορτίστηκε να του πει: «Άκη, τα πράγματα άλλαξαν. Χάσαμε. Ο Σημίτης είναι ο νέος πρωθυπουργός».
Εκείνη την ώρα πέρασαν πολλά από το μυαλό του. Ακόμα κι ένα λάθος τακτικής της τελευταίας στιγμής. Ενώ από μέρες είχε συμφωνήσει με τους συνεργάτες του (και σε αυτό το κλίμα ήταν και ο κ. Αρσένης) να μην προταθεί στην Κ.Ο.
αναμέτρηση δύο αλλά τριών γύρων (δηλαδή να αποκλειόταν μετά την πρώτη ψηφοφορία ο τέταρτος σε ψήφους υποψήφιος, μετά τη δεύτερη ο τρίτος κ.ο.κ) σε μια κίνηση πυγμής -κατά την έναρξη της σχετικής διαδικασίας- εξουσιοδότησε τον Γιώργο Μωραΐτη να προτείνει «δύο γύρους», κάτι που αποτελούσε πάγια θέση της πλευράς Σημίτη.
Στο β’ γύρο η πλειοψηφία των υποστηρικτών του κ. Αρσένη ψήφισε Σημίτη, ο οποίος είχε δίπλα του, από την αρχή, τουλάχιστον δύο από τους λεγόμενους πρωτοκλασάτους του ΠΑΣΟΚ, τον Θεόδωρο Πάγκαλο και τη Βάσω Παπανδρέου, ενώ στην πορεία προστέθηκε και ο Κώστας Λαλιώτης. Ο κ. Αρσένης πόνταρε στην υποστήριξη του (νυν πρωθυπουργού) Γιώργου Παπανδρέου και ο κ. Τσοχατζόπουλος ξεκίνησε χωρίς «κορυφαίους» δίπλα του. Ψηφίστηκε μόνο από τον τότε πρόεδρο της Βουλής Απόστολο Κακλαμάνη, όταν εκείνος (λίγα 24ωρα πριν από τη διαδοχή) απέσυρε τη δική του υποψηφιότητα. Προσφέρθηκε δε να συνοδέψει τον Άκη, κατά την είσοδό του στην αίθουσα της Γερουσίας, κατά την έναρξη της διαδικασίας.
Το τελικό αποτέλεσμα «άναψε τα φώτα» στο πολιτικό γραφείο του κ. Σημίτη στην οδό Ακαδημίας, ενώ οι φίλοι του κ. Τσοχατζόπουλου συγκεντρώθηκαν στο κτίριο του υπουργείου Εσωτερικών στη Βασ. Σοφίας, χωρίς να προλάβουν καν να συνειδητοποιήσουν τι είχε συμβεί. Όμως, ένα τηλεφώνημα που έγινε εκεί τους έδωσε να καταλάβουν ότι «όλα έχουν τελειώσει». Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο στενός συνεργάτης του κ. Σημίτη Τάσος Μαντέλης, ο οποίος ζητούσε από το αρμόδιο υπουργείο να παραδώσει το αυτοκίνητο του Ανδρέα Παπανδρέου «στον νέο πρωθυπουργό»…
Η στρατηγική των «δύο γύρων»
Αν το καλοκαίρι του 1995 από την Ελούντα -όπου παραδοσιακά έκανε τις καλοκαιρινές του διακοπές- δεν άκουγε δύο στενούς του συνεργάτες και ένα προβεβλημένο κομματικό στέλεχος και υλοποιούσε την απόφασή του να αποπέμψει όχι μόνο από την κυβέρνηση αλλά και από την Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ τον Κώστα Σημίτη, σίγουρα η πορεία του Κινήματος (αν όχι και του τόπου) θα ήταν διαφορετική. Λίγους μήνες αργότερα ο κ. Σημίτης (εκτός κυβέρνησης πλέον) αξιοποίησε τη δυνατότητα του μέλους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ και αναρριχήθηκε στην προεδρία της, κάτι που, συγχρόνως, του έδωσε και το αξίωμα του πρωθυπουργού του τόπου. Για να φτάσει εκεί, χρειάστηκε να κάνει περισσότερα από 21 χρόνια σκληρή υπομονή. Μπορεί ο ίδιος να αισθανόταν και να δήλωνε «συνιδρυτής του ΠΑΣΟΚ», αλλά πάντοτε ήταν «εκτός κλίματος», στο κόμμα του παρότι συμμετείχε σχεδόν πάντοτε στα καθοδηγητικά κλιμάκιά του.
Δεν υπήρξε ποτέ ανδρεϊκός, η «διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη» ήταν ξένο κείμενο για κείνον, ενώ πάντοτε τον έβρισκαν αντίθετο βασικές πτυχές της πολιτικής των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ.
Λαθρεπιβάτης
Πίστευε όμως πάντοτε στα «κόμματα των μαζών» και γνώριζε ότι έστω και αν ένιωθε κάτι σαν λαθρεπιβάτης στο όχημα του Ανδρέα, δεν έπρεπε να κατέβει ποτέ από αυτό. Και η ιστορία τον δικαίωσε! Στην πορεία του στο ΠΑΣΟΚ βρέθηκε πολλές φορές απέναντι στον ιδρυτή του Κινήματος. Η αφίσα για την ΕΟΚ, η (πρώτη) αποπομπή του από την κυβέρνηση το 1987, το «Πεντελικό» είναι μόνο μερικές από αυτές. Ποτέ όμως δεν είχε τραβήξει στα άκρα.
Αντίθετα, το έπραξε τέλη του 1994, όταν ήταν υπερυπουργός (Βιομηχανίας και Εμπορίου) και μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου, συμμετέχοντας ενεργά -κάτι σαν άτυπος επικεφαλής- στην ομάδα των «τεσσάρων», μαζί με τον Θεόδωρο Πάγκαλο, τη Βάσω Παπανδρέου και τον Παρασκευά Αυγερινό.
Κι εκεί όμως αποδείχθηκε περισσότερο έξυπνος και πιο μεθοδικός από τους άλλους. Την ώρα που οι υπόλοιποι τρεις εργάζονταν για τον κοινό σκοπό (αντικατάσταση Ανδρέα) εκείνος, παράλληλα, έστηνε δικό του μηχανισμό. Και γι' αυτή τη δουλειά ευτύχησε να συνεργαστεί με τον «πρώτο των πρώτων», τον Θόδωρο Τσουκάτο, ο οποίος -με αντικειμενική κρίση- είναι το κορυφαίο οργανωτικά στέλεχος που έχει αναδείξει η πολιτική ζωή του τόπου.
Ο «στρατηγός»
Ο κ. Τσουκάτος όργωσε για λογαριασμό του πάνω από δύο φορές ολόκληρη τη χώρα. Οργάνωνε υπέρ του Νομαρχιακές Επιτροπές, του έστηνε συγκεντρώσεις, του έφερνε στελέχη στο γραφείο. Ακόμα και βουλευτές έπειθε, παρότι δεν είχε εκείνος αυτή την ιδιότητα, παρά μόνο τα απλά στην κομματική ιεραρχία αξιώματα του μέλους της Κεντρικής Επιτροπής και του αναπληρωτή γραμματέα του Τομέα Οικονομικού του Κινήματος. Συγχρόνως, ο Κ. Σημίτης με τις απόψεις του, οι οποίες είχαν σημαντική απόκλιση από τις σοσιαλιστικές του ΠΑΣΟΚ (ίσως κι από εκείνες της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας) κατάφερε να δημιουργήσει ένα εξαιρετικά ευνοϊκό για τον ίδιο επικοινωνιακό περιβάλλον.
Οι επιχειρηματίες που ήλεγχαν τότε τα μέσα ενημέρωσης, τον πρόβαλαν δεόντως εκτιμώντας ότι αν επικρατούσε ο ίδιος στη μάχη της «διαδοχής» θα προωθείτο η απελευθέρωση της Οικονομίας. Οι αρχές της δεκαετίας του ‘90 έβρισκαν τον Κ. Σημίτη να ελέγχει μία μικρή ομάδα βουλευτών, που δεν συμπλήρωνε τα δάχτυλα δύο χεριών. Κι όμως, μέσα σε μια πενταετία έγινε ο πιο μαζικός απ’ όσους συμμετείχαν στη «μάχη των επιγόνων».
Το πολιτικό γραφείο στην οδό Ακαδημίας, αριθμός 35, έγινε τη διετία 1994-1996 το πιο σημαντικό πολιτικό εντευκτήριο της χώρας. Εκεί, με το συντονισμό του «πιστού» του συγγραφέα, Νίκου Θέμελη, και του κ. Τσουκάτου, άλλαξε η πολιτική ιστορία του ΠΑΣΟΚ. Από κοντά πολλά στελέχη, όπως οι τότε βουλευτές Γιάννης Ζαφειρόπουλος, Βαγγέλης Μαλέσιος, Γιώργος Δρυς, Θόδωρος Κολιοπάνος, Θόδωρος Κοτσώνης (ο οποίος αργότερα στεγάστηκε στη Δημοκρατική Συμμαχία της Ντόρας Μπακογιάννη) αλλά και με κομματικά στελέχη, όπως ο Στέφανος Μανίκας, ο Τάσος Μαντέλης, ο Λάμπρος Κανελλόπουλος, ο Χρήστος Πρωτόπαπας, προσωπικοί συνεργάτες (όπως ο Χρ. Βερελής) και αρκετοί ακόμα.
Όλοι οι παραπάνω βρίσκονταν εκεί σε μόνιμη συνεδρίαση. Είχαν δε διαμορφώσει ειδικά -σε αίθουσα συσκέψεων- και το γραφείο τού πάνω ορόφου, που ανήκε στον αδελφό του μετέπειτα πρωθυπουργού, καθηγητή Σπύρο Σημίτη.
Η επαναληπτική ψηφοφορία
Η τακτική του συγκεκριμένου επιτελείου ήταν στοχευμένη στο τελικό αποτέλεσμα. Ήταν η λεγόμενη «τακτική των δύο γύρων». Θεωρούσε ότι ο Κ. Σημίτης θα είναι οπωσδήποτε στην επαναληπτική αναμέτρηση με πιθανότερο αντίπαλο τον Α. Τσοχατζόπουλο. Έτσι, η βολιδοσκόπηση γινόταν σε δύο επίπεδα. Όσοι δεν πείθονταν να ψηφίσουν Σημίτη από τον α’ γύρο γινόταν προσπάθεια ώστε να πουν το πολυπόθητο «ναι» για τον δεύτερο. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα βουλευτών που λειτούργησαν έτσι στον β’ γύρο ήταν ο Νίκος Φαρμάκης της Λάρισας και ο Παυσανίας Ζακολίκος της Μαγνησίας.
Την παραμονή της εκλογής νέου πρωθυπουργού στο «εκσυγχρονιστικό» στρατόπεδο δεν είχαν γιορτές, όπως οι «προεδρικοί» στον κ. Λιβάνη, οι «τσοχατζοπουλικοί» στου κ. Κοτσακά και οι Νεολαίοι του ΠΑΣΟΚ (απόλυτα «ακικοί» τότε) στο μπαρ «Κόμης» στα Πατήσια, ως προσκεκλημένοι της (επίσης εορτάζουσας) Τόνιας Αντωνίου, ηγετικού στελέχους της Οργάνωσής του.
Ο Κ. Σημίτης επέλεξε κι εκείνος το βράδυ να το περάσει στο διαμέρισμά του, στην οδό Αναγνωστοπούλου, με μοναδική συντροφιά τη σύζυγό του Δάφνη. Εκεί άλλωστε επέστρεψε και το επόμενο, θριαμβευτικό για κείνον, βράδυ νωρίς-νωρίς. Μόλις εκλέχτηκε μετέβη στο γραφείο του πρωθυπουργού στη Βουλή, όπου δέχτηκε τις ευχές των βουλευτών και κατόπιν μετέβη για λίγο στην Ακαδημίας, όπου είχαν συγκεντρωθεί δεκάδες κομματικά στελέχη για να τον συγχαρούν. Εκεί έκαναν και τη μοναδική δημόσια εμφάνισή τους και οι δύο κόρες του, οι οποίες (προς τιμήν τους) κατά την οκταετία της παντοκρατορίας του απέφυγαν επιμελώς τα φώτα της δημοσιότητας.
Πώς έχασε ο Άκης
Ο ίδιος ο Άκης Τσοχατζόπουλος ποτέ δεν παραδέχθηκε ότι θα διεκδικούσε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Ουσιαστικά ήταν ο άνθρωπος που το κράτησε όρθιο ως κομματικό μηχανισμό όταν τα σημάδια ασθένειας του Ανδρέα Παπανδρέου έγιναν (από τον Αύγουστο του 1988) κάτι περισσότερο από ορατά, αλλά πάντοτε ενέτασσε την προσφορά του στην επίτευξη των κοινών στόχων. Όμως τόσο ο ίδιος όσο και η ομάδα των στενών συνεργατών του (οι «Γερμανοί όπως τους έλεγαν, αυτοί που γνώριζαν καλά τα εσωτερικά του Κινήματος, λόγω της πολυετούς θητείας του Άκη εκεί) γνώριζαν ότι «κάποτε θα έλθει αυτή η ώρα».
Ήδη μια πρόβα τζενεράλε είχε γίνει από όλους (τους φίλους του και τους αντιπάλους του) στο 3ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ (Απρίλιος 1994) όταν υπήρξε ένας ευρύς συνασπισμός εσωκομματικών δυνάμεων (Σημίτης, Αρσένης κ.τ.λ.) που είχε καταφέρει ψηφίζοντας το λεγόμενο «ασυμβίβαστο» (μεταξύ των αξιωμάτων του γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής και του υπουργού) να μην πάρει ο κ. Τσοχατζόπουλος όλες τις εξουσίες στα χέρια του.
Στο Ωνάσειο
Βεβαίως, τότε, ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν πήρε θέση με αποτέλεσμα το Σώμα να ψηφίσει ελεύθερα. Ο Άκης και οι συν αυτώ πόνταραν στη στήριξη του ιδρυτή του Κινήματος όταν έφτανε η ώρα της διαδοχής. Όμως εκείνη η ώρα έφτασε (στις 18 Ιανουαρίου 1996) με τον Ανδρέα, ανήμπορο, να κλείνει δύο μήνες στο κρεβάτι του Ωνασείου…
Συγχρόνως ο κ. Τσοχατζόπουλος ήταν επιφορτισμένος (ως πρώτος τη τάξει υπουργός) με το συντονισμό μιας (παραπαίουσας, λόγω της φυσικής αδυναμίας του πρωθυπουργού) κυβέρνησης και δεν έλεγε να καταλάβει ότι η «ώρα μηδέν» είχε φτάσει.
Όταν ήδη είχε ξεκινήσει η κούρσα της διαδοχής (με τους Κώστα Σημίτη και Γεράσιμο Αρσένη να δηλώνουν επισήμως παρόντες) έφτασε στο σημείο να υπακούσει στις δραματικές κραυγές αγωνίας των «υπαρχηγών» του, Γιώργου Δασκαλάκη και Αντώνη Κοτσακά, και να δώσει τη συγκατάθεσή του για να ξεκινήσει η μάχη.
Η πρώτη ευρεία σύσκεψη έγινε ένα απόγευμα Σαββάτου, παραμονές της Συνόδου Κορυφής της Μαδρίτης, στην οποία ο ίδιος εκπροσώπησε την Ελλάδα, και στο γραφείο του στη Βασιλίσσης Σοφίας (στο άλλοτε υπουργείο Προεδρίας) συγκεντρώθηκαν πέραν των προαναφερθέντων και άλλοι βουλευτές, όπως οι Γιώργος Μωραΐτης, Γιάννης Χαραλάμπους και Λάζαρος Λωτίδης, καθώς και κομματικά στελέχη, μεταξύ των οποίων οι Γιώργος Αγραφιώτης και Χάρης Τσιόκας.
Εις εκ των παραπάνω άρχισε να αναγιγνώσκει τον κατάλογο των βουλευτών για να γίνει μια πρώτη καταμέτρηση δυνάμεων.
Σε κάποια φάση η ανάγνωση έφτασε στην περιφέρεια Ιωαννίνων και στο όνομα «Ευάγγελος Μαλέσιος». Τότε ο ίδιος ο κ. Τσοχατζόπουλος έκανε το εξής σχόλιο: «Ο Βαγγέλης είναι δικό μας παιδί, χρόνια στο κόμμα. Θα μας ψηφίσει».
Η αίθουσα πάγωσε! Κανένας δεν μίλησε πλην ενός του προσωπικού του επιτελείου που ψέλλισε: «Μα, τι λέμε τώρα; Αυτός είναι πλήρως ενταγμένος στο μηχανισμό του Σημίτη, συμμετέχει στις συσκέψεις τους, εδώ και καιρό…».
Οι… ίντριγκες
Αυτός ήταν ο Άκης του τότε. Έβλεπε τα εσωκομματικά μαχαιρώματα και τις ίντριγκες υπό το φως ενός ιδιότυπου ρομαντισμού που απέβαινε διαρκώς εις βάρος του…
Στο μεταξύ οι επαφές ξεκίνησαν. Τον κύριο όγκο των βουλευτών συναντούσαν ο κ. Κοτσακάς στο υπουργείο Αιγαίου στην οδό Φιλελλήνων και ο κ. Δασκαλάκης στην πλατεία Κλαυθμώνος, στον 4ο όροφο του υπουργείου Εσωτερικών. Κάποιοι περνούσαν και από τους ανταγωνιστές του Σημίτη και του Αρσένη, οι οποίοι συνάντησαν το σύνολο σχεδόν των μελών της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Τσοχατζόπουλος βρέθηκε με λιγότερα από τα μισά. Κι αυτό του κόστισε.
Την ίδια ώρα, το επικοινωνιακό περιβάλλον ήταν τρομερά δυσχερές για τον ίδιο. Δημοσκοπήσεις που δημοσίευσαν οι εφημερίδες και πρόβαλαν οι τηλεοπτικοί σταθμοί το έφερναν… τρίτο και καταϊδρωμένο.
Όμως οι γνωρίζοντες τα του ΠΑΣΟΚ ήταν βέβαιοι για αναμέτρηση Σημίτη – Άκη. Τα μόνα τους ερωτήματα ήταν πόσες ψήφους θα συγκέντρωνε ο καθένας στον α’ γύρο και ποιος θα επικρατούσε τελικά στον δεύτερο. Για αυτό έκπληξη για εκείνους ήταν οι 50 ψήφοι του κ. Αρσένη, που με πρωτοφανή κόπο και μεθοδικότητα συγκέντρωσε ο τότε υπουργός Εθνικής Άμυνας.
Μέχρι τότε, η Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ δεν είχε ιδιαίτερο ρόλο στα δρώμενα του Κινήματος. Η Κεντρική Επιτροπή ήταν (από την ίδρυσή του κι έπειτα) το κεντρικό καθοδηγητικό όργανο. Ο τότε επίτροπος της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση Χρήστος Παπουτσής είχε προτείνει στον Άκη να συγκληθεί το Εθνικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ (ένα μεικτό όργανο αποτελούμενο από τα μέλη της Κ.Ε., τους βουλευτές, τους ευρωβουλευτές, τους γραμματείς των Νομαρχιακών Επιτροπών και τα μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου του Κινήματος) και να υποδείξει το νέο πρωθυπουργό, την ανάδειξη του οποίου να επικύρωνε στη συνέχεια η Κοινοβουλευτική Ομάδα.
«Νίκη-αέρα»
Ήταν βέβαιο ότι μια τέτοια διαδικασία θα έδινε «νίκη-αέρα» στον Άκη (αφού ήλεγχε απόλυτα Κ.Ε. και Νεολαία). Ο ίδιος όμως, τυπολάτρης, δεν τη δέχτηκε, παρότι ήταν στο πνεύμα του Καταστατικού του ΠΑΣΟΚ και δεν παραβίαζε το Σύνταγμα, που προέβλεπε εκλογή « διαδόχου» από την Κ.Ο.
Έτσι φτάσαμε στην παραμονή εκλογής νέου πρωθυπουργού. Το ημερολόγιο έδειχνε Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 1996 και η Εκκλησία μας τιμούσε τη μνήμη του Αγίου Αντωνίου.
Ο κύριος κορμός των υποστηρικτών Τσοχατζόπουλου βρισκόταν στο σπίτι του εορτάζοντος, του κ. Κοτσακά, στην οδό Ευτυχίας, στο Μοσχάτο. Όλοι πλην του Άκη, ο οποίος ήταν πάντοτε συνεπής σε αυτό το ετήσιο ραντεβού.
«Πού είναι, πού είναι;», ρωτούσαν οι επισκέπτες τον εορτάζοντα. «Παιδιά, αν θα προλάβει θα έλθει. Η φετινή γιορτή όμως δεν είναι σαν τις προηγούμενες. Αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο σπίτι του (σ.σ. επίσης εορτάζοντος) Αντώνη Λιβάνη και εκεί είναι και ο κ.Αρσένης. Καταλαβαίνετε…».
Σε κάποια στιγμή, περασμένες δύο, χτύπησε το τηλέφωνο της οικογένειας Κοτσακά. Ήταν ο Άκης, ο οποίος ενημέρωσε τον εορτάζοντα ότι ο κ. Λιβάνης είχε καλέσει εκείνον και τον Αρσένη σε ένα απόμερο δωμάτιο της κατοικίας του και τους έβαλε να δώσουν τα χέρια ότι αν ένας από τους δύο μείνει «εκτός νυμφώνος» θα κατεύθυνε τις δυνάμεις του προς το μέρος του άλλου.
Τι είχαν συμφωνήσει Σημίτης- Γ. Παπανδρέου
Ο κ. Λαλιώτης, υπουργός ΠΕΧΩΔΕ τότε, συνέπλεε εσωκομματικά με το γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κινήματος Κώστα Σκανδαλίδη και τον υπουργό Εργασίας Στέφανο Τζουμάκα. Της επιρροής Λαλιώτη θεωρούνταν τότε και οι βουλευτές Φώτης Χατζημιχάλης και Βασίλης Τόγιας.
Εκτιμάται (αφού η ψηφοφορία για την εκλογή νέου πρωθυπουργού ήταν μυστική) ότι οι τέσσερις πρώτοι επέλεξαν Σημίτη.
Η δεύτερη συνάντηση απεδείχθη ματ για τον ίδιο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο επί οκταετία υπουργός και υποψήφιος πρωθυπουργός επισκεπτόταν ο ίδιος στο γραφείο του στο υπουργείο Παιδείας ένα ανερχόμενο τότε κομματικό στέλεχος που έφερε ένα βαρύ όνομα.
Του είχε τηλεφωνήσει το προηγούμενο βράδυ και, αφού συμφώνησαν να συναντηθούν, του ανακοίνωσε ότι θα ήθελε να τον επισκεφθεί ο ίδιος στην οδό Μητροπόλεως, όπου στεγαζόταν τότε το Παιδείας. Έκανε μια κίνηση άκρως κολακευτική για το συνομιλητή του.
Η ομάδα του Γιώργου
Ο Γ. Παπανδρέου τότε ήταν κάτι σαν επικεφαλής μιας μικρής ομάδας επτά βουλευτών που εκτός από τον ίδιο περιελάμβανε τους: Φίλιππο Πετσάλνικο, Νίκο Σηφουνάκη, Φλώρο Κωνσταντίνου, Δημήτρη Παλαιοθόδωρο, Ευριπίδη Καφαντάρη και Μαρία Αρσένη.
Εκτιμάται ότι οι πέντε πρώτοι (αφού η Μ. Αρσένη είχε και μια ιδιαίτερη σχέση με τον Α. Τσοχατζόπουλο, ως υφυπουργός του τότε στο υπουργείο Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης) ψήφισαν Γερ. Αρσένη στον α’ και Κ. Σημίτη στο β’γύρο.
Ποιος ψήφισε ποιόν
Επιχειρούμε σήμερα μια καταγραφή της ψήφου του συνόλου των μελών της Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ σ’ εκείνη την κρίσιμη πρώτη ψηφοφορία. Έτσι, εκτιμάται ότι ψήφισαν Κώστα Σημίτη, πέραν του ιδίου οι: Χρήστος Ροκόφυλλος, Αλέκος Μπαλτάς, Χρήστος Σμυρλής, Ανδρέας Φούρας, Βασίλης Κεδίκογλου, Σπύρος Γιατράς, Λουκάς Αποστολίδης, Αλέκος Παπαδόπουλος, Γιώργος Δρυς, Γιάννης Ζαφειρόπουλος, Σταύρος Μπένος, Κώστας Σκανδαλίδης, Κώστας Λαλιώτης, Θεόδωρος Πάγκαλος, Γιάννης Γιαννάκης, Γιάννος Παπαντωνίου, Βάσω Παπανδρέου, Ευάγγελος Γιαννόπουλος, Κώστας Γείτονας, Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης, Λάμπρος Κανελλόπουλος, Στέφανος Τζουμάκας, Ελένη Ανουσάκη, Βαγγέλης Αργύρης, Βαγγέλης Μαλέσιος, Ελισάβετ Παπαζώη, Δημήτρης Ρέππας, Θανάσης Μάτης, Φοίβος Ιωαννίδης, Θεόδωρος Κοτσώνης, Σταύρος Σουμάκης, Γιάννης Διαμαντίδης, Κανέλλος Λάλος, Θεόδωρος Κολιοπάνος, Γιάννης Κουράκης, Απόστολος Φωτιάδης, Χάρης Καστανίδης, Κώστας Διαμαντής, Δημήτρης Σωτηρλής, Βασίλης Μπρακατσούλας, Φώτης Χατζημιχάλης, Παρασκευάς Φουντάς, Φραγκλίνος Παπαδέλης, Λεωνίδας Τζανής, Παντελής Τσερτικίδης, Γιώργος Πασχαλίδης, Κώστας Σοφούλης, Μανώλης Λουκάκης, Χρήστος Πάχτας, Λάμπρος Παπαδήμας, Μανώλης Σκουλάκης και Σήφης Μιχελογιάννης.
Άκη Τσοχατζόπουλο, πέραν του ιδίου, εκτιμάται ότι ψήφισαν οι: Μαρία Θωμά, Αλέκος Ακριβάκης, Γιώργος Κατσιμπάρδης, Αντώνης Κοτσακάς, Μόσχος Γικόνογλου, Πέτρος Κατσιλιέρης, Αντώνης Λιβάνης, Σύλβα Ακρίτα, Ηλίας Παπαηλίας, Θανάσης Τσούρας, Γιώργος Κατσιφάρας, Απόστολος Κακλαμάνης, Κίμων Κουλούρης, Γιώργος Ανωμερίτης, Τηλέμαχος Χυτήρης, Κώστας Παπαναγιώτου, Γιάννης Χαραλάμπους, Γιώργος Λιάνης, Γιώργος Μωραΐτης, Κάρολος Παπούλιας, Γιάννης Μελίδης, Λεονάρδος Χατζηανδρέου, Φώτης Αρβανίτης, Γιώργος Δασκαλάκης, Ντίνος Τριαρίδης, Νίκος Αφεντουλίδης, Ευάγγελος Βενιζέλος, Θανάσης Δημητρακόπουλος, Κοσμάς Σφυρίου, Νίκος Αθανασόπουλος, Βασίλης Τόγιας, Νάσος Αλευράς, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, Αντώνης Ντεντιδάκης, Χρήστος Μαγκούφης, Γιάννης Ποττάκης, Γρηγόρης Νιώτης, Μάνος Φραγκιαδουλάκης, Γιώργος Κίρκος, Βασίλης Γερανίδης, Γιάννης Τσακλίδης, Λάζαρος Λωτίδης, Ηλίας Βλαχόπουλος, Γιώργος Αδαμόπουλος, Ροδούλα Ζήση, Μαρία Αρσένη, Μίμης Γαϊτανίδης, Αλέκος Δαμιανίδης, Βασίλης Βασιλακάκης, Γιάννης Δριβελέγκας, Γιάννης Μαγκριώτης και Δημήτρης Τσετινές.
Γεράσιμο Αρσένη, πέραν του ιδίου, εκτιμάται ότι ψήφισαν οι: Χρήστος Κοκκινοβασίλης, Σπύρος Καραμούτσος, Γιώργος Παπανδρέου, Δημήτρης Κατσικόπουλος, Δήμος Σκαμνάκης, Δημήτρης Πιπεργιάς, Ορέστης Παπαστρατής, Σπύρος Καλούδης, Παναγής Μπενετάτος, Δημήτρης Γεωργακόπουλος, Κυριάκος Ταταρίδης, Νίκος Κουρής, Ντίνος Βρεττός, Δημήτρης Μπέης, Νόρα Κατσέλη, Παναγιώτης Πάλμος, Νίκος Κοκκίνης, Μανώλης Μπεντενιώτης, Νίκος Γαλανός, Πάνος Οικονομίδης, Φλώρος Κωνσταντίνου, Ανέστης Σαατσόγλου, Δημήτρης Παλαιοθόδωρος, Μανώλης Παπαστεφανάκης, Δημήτρης Σαρρής, Χρήστος Κηπουρός, Λευτέρης Κωνσταντινίδης, Νίκος Ακριτίδης, Γιάννης Γλαβίνας, Φίλιππος Πετσάλνικος, Ευριπίδης Καφαντάρης, Ρούλης Κοκελίδης, Μπάμπης Δαμιανίδης, Ρένος Πετραλιάς, Γιώργος Κουβελάκης, Θεόδωρος Στάθης, Νίκος Φαρμάκης, Νίκος Σηφουνάκης, Δημήτρης Βουνάτσος, Παυσανίας Ζακολίκος, Παναγιώτης Σγουρίδης, Νίκος Λαμπαδάρης, Πέτρος Σούγγαρης, Γιάννης Ανθόπουλος, Δημήτρης Αλαμπάνος, Σήφης Βαλυράκης, Γιάννης Καραμπάτσας και Γιάννης Γιαννακόπουλος.
Γιάννη Χαραλαμπόπουλο, πέραν του ιδίου, οι: Αναστάσης Πεπονής, Λευτέρης Βερυβάκης, Γιάννης Παπασπύρου, Παναγιώτης Κρητικός, Γιάννης Καψής, Κώστας Μπαντουβάς, Δημοσθένης Δημοσθενόπουλος, Αντώνης Δροσογιάννης, Γιάννης Σκουλαρίκης και Στέλιος Παπαθεμελής.
Όπως είναι γνωστό, στην ψηφοφορία δεν πήρε μέρος ο Ανδρέας Παπανδρέου, ενώ την προηγούμενη μέρα είχε φύγει από τη ζωή ο βουλευτής Αργολίδας Α. Ντούτσος, ο οποίος είχε πολιτογραφηθεί στο κλίμα Αρσένη.
Την ανάδειξη Σημίτη στην πρωθυπουργία ακολούθησε έντονος εσωκομματικός πόλεμος, ο θάνατος του ιδρυτή του Κινήματος (23 Ιουνίου) και το ιστορικό 4ο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ (27-30 του ίδιου μήνα).
Μετατοπίσεις στελεχών
Σε αυτό το συνέδριο έγιναν πολλές μετατοπίσεις στελεχών: Ο Γ. Παπανδρέου στήριξε ανοικτά Σημίτη, ο Κ. Λαλιώτης είπε «Τσοχατζόπουλος», ο Γερ. Αρσένης τον Άκη, το ίδιο και ο Αναστάσης Πεπονής, ο οποίος στο β’ γύρο της 18ης Ιανουαρίου είχε ψηφίσει το νικητή, ο Μ. Χρυσοχοΐδης πέρασε στο στρατόπεδο των «εκσυγχρονιστών», ο Ευάγγ. Βενιζέλος δεν πήρε καν θέση κ.ο.κ.
Ο κ. Τσοχατζόπουλος, ο οποίος είχε υιοθετήσει την ανεδαφική τακτική «άλλος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, άλλος πρωθυπουργός» (τάζοντας, με προτροπή του νυν προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια, την προεδρία της κυβέρνησης στον κ. Αρσένη) ηττήθηκε και εκεί από τον κ. Σημίτη (με ψήφους 2.732 έναντι 2.324, 28 άκυρων και 27 λευκών ψηφοδελτίων).
Και κάτι με σημειολογική σημασία: Το πλήρες όνομά του είναι Απόστολος-Αθανάσιος Τσοχατζόπουλος. Ηττήθηκε και στις δύο εορτές του: του Αγίου Αθανασίου (18 Ιανουαρίου) και των Αγίων Αποστόλων (30 Ιουνίου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου