Σελίδες

Σάββατο

Τραγικες Ιστοριες

ΕΛΛΗΝΑΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ ΣΤΗΝ ΓΕΡΜΑΝΙΑ: ΠΑΡΑΙΤΗΘΗΚΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ…ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΔΕΙΡΩ!

«Παίρνω τηλέφωνο σε μια ελληνική ταβέρνα στο Βερολίνο για δουλειά, μου λένε όμως πως δεν χρειάζονται άτομα και ο ιδιοκτήτης με παραπέμπει στον ξάδελφο του, που ήταν και αυτός εστιάτορας. Άνοιγε καινούργιο μαγαζί και χρειαζόταν προσωπικό. Όπως έμαθα αργότερα, είχε ήδη ένα μαγαζί, το «JA…S» και ήταν έτοιμος να ανοίξει και ένα δεύτερο, έξω από το Βερολίνο. Τηλεφωνώ λοιπόν και εκεί. Το σήκωσε η γυναίκα του, η κα. Λ. Με αυτήν συνεννοήθηκα. Αν και έχω τελειώσει σχολή μαγείρων, δεν έχω εργαστεί ποτέ ως μάγειρας. Έχω δουλέψει μόνο ως σερβιτόρος. 16 χρόνια για την ακρίβεια, δούλευα ως σερβιτόρος. Μου λέει λοιπόν η γυναίκα του αφεντικού, όταν της ξεκαθάρισα πως παρά το πτυχίο δεν γνωρίζω πρακτικά τίποτα περί κουζίνας, πως δεν μπορώ να εργαστώ ως σερβιτόρος, καθώς δεν γνωρίζω γερμανικά. Μου έδωσε τις εξής επιλογές: Ή στην κουζίνα ή στην τρέσα. Τρέσα ονομάζουν την δουλειά στο bar. Να σερβίρω δηλαδή ποτά και να μαζεύω και κανένα τραπέζι. Μου είπε επίσης πως αρκεί να έχω όρεξη για δουλειά και όλα θα γίνουν. Θα έρθω, θα με εκπαιδεύσουν και θα…ενσωματωθώ μια χαρά. Κάπου εκεί το «κλείσαμε». Ομολογώ ότι, από το τηλέφωνο με κέρδισε. Ήταν πολύ ομιλητική, πολύ ευγενική και δεν φάνηκε να την ενοχλεί το γεγονός ότι δεν γνώριζα γερμανικά και μαγειρική στην πράξη. 3 μέρες πριν φύγω, τηλεφώνησα ξανά για να επιβεβαιώσω την συμφωνία και το ραντεβού μας. Μου ζήτησαν μάλιστα να έρθω και νωρίτερα, αλλά δεν μπορούσα γιατί το εισιτήριο μου για Βερολίνο είχε ήδη βγει. Πέταξα από Ελλάδα το βράδυ της Παρασκευής, 27 Μαϊου. Σάββατο ήταν το ραντεβού μας. Φτάνω τελικά, γίνεται η πρώτη γνωριμία από κοντά και εκεί «τρώω» το πρώτο σοκ: Μου είπαν πως για την ώρα δεν μπορούσαν να μου παρέχουν…κρεβάτι. Μου πρότειναν προσωρινά να πάω να μείνω σε hostel. 16 ευρώ η βραδιά. Δεν είχα καμία όρεξη να διανυκτερεύσω εκεί. Ήταν η τελευταία μου επιλογή. Θα πήγαινα μόνο, αν έπρεπε να να κοιμηθώ σε παγκάκι. Πάμε Σάββατο βράδυ στο καινούργιο μαγαζί για να γνωρίσω τον χώρο και για κάποιες προετοιμασίες. Εγώ έπιασα δουλειά την Κυριακή για να το στήσουμε. Δούλεψα 12 ώρες, μπορεί και περισσότερο. Γυρίσαμε Βερολίνο, καθώς την επόμενη ημέρα είχαμε εγκαίνια. Την Δευτέρα, πήγαμε νωρίτερα για να το «στήσουμε». Άλλες…14 ώρες δουλειά. Ούτε μισό λεπτό διάλειμμα. Μου έκανε μάλιστα και παρατήτηση γιατι μίλησα στο τηλέφωνο με τους γονείς μου. Δεν είχα επικοινωνήσει όλη μέρα μαζί τους και με ψάχνανε. Η παρατήρηση του; «Δεν γινεται να δουλεύει ο Πακιστανός και εγώ να μιλάω στο τηλέφωνο». Δευτερα βράδυ κοιμήθηκα σε ένα…φουσκωτό στρώμα στο διαμέρισμα πάνω από το μαγαζί. Την Τρίτη ξεκίνησα κανονικά. 10:00 το πρωϊ μέχρι τις 12:00 το βράδυ. Το πόστο μου ήταν η λάντζα. Πολύ δουλειά. Εξαντλητική. Δεν σταμάτησα λεπτό. Τρίτη βράδυ, πιάνω την γυναίκα του αφεντικού, του κ. Β., και της λέω ότι πέρασαν οι δύο μέρες, να μιλήσουμε για μισθό και ώρες εργασίας. Μου λέει να συνεννοηθώ με τον άντρα της, γιατί αυτός τα κανονίζει. Με πολύ ειρωνεία και μαγκιά εκείνος μου λέει, ότι θα μου δίνει 30 ευρω μεροκάματο. Θα είχα 4 ρεπό τον μήνα, επομένως θα έπαιρνα…780 ευρώ τον μήνα. Σε λίγο όμως μου είπε…και τι θα έπρεπε να πληρώνω από τον μισθό αυτό» δηλώνει εξοργισμένος στο  o Δημήτρης Σπανός. Επέστρεψε χθες βράδυ από Γερμανία…
HTAN IKANOΣ ΝΑ ΜΟΥ ΖΗΤΗΣΕΙ ΜΕΧΡΙ…ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΛΗΡΩΣΩ ΓΙΑ ΝΑ ΔΟΥΛΕΨΩ ΣΤΟ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ ΤΟΥ.
«Σύμφωνα λοιπόν με τον εστιάτορα, για το διαμέρισμα στο οποίο θα έμενα, έπρεπε να πληρώνω κάθε μήνα…150 ευρώ για ρεύμα και νερό. Όταν τον ρώτησα για ποιο λόγο να πληρώνω τόσα πολλά χρήματα αφού όλη την ημέρα θα είμαι στο μαγαζί και θα πηγαίνω μόνο για ύπνο τα βράδυα, η γυναίκα του μου είπε πως…δεν ξέρει αν εγώ θα έχω όλο το βράδυ…ανοιχτές τις βρύσες για να κάνω μπάνιο ή οτιδήποτε άλλο. Δεν θα ήταν δίπλα μας για να παρακολουθεί τι κάνουμε, εγώ και οι άλλοι δύο συγκάτοικοι μου. Ακούστε δικαιολογίες. Στην συνέχεια ο επιχειρηματίας παραδέχθηκε, ότι ήθελε να πληρώνει το ενοίκιο από τα δικά μας λεφτά, παρά το γεγονός, ότι είχε υποσχεθεί στέγη. Το ενοίκιο ήταν στα 450 ευρώ. Και οι τρεις θα του πληρώναμε από 150 ευρώ μηνιαίως…επομένως βγήκε το ενοίκιο. Δεν σταμάτησε όμως εκεί: Μου είπε πως δεν θα με ασφαλίσει κανονικά, η ασφάλεια μου θα είναι νοσοκομειακή και όχι συντάξιμη. Η νοσοκομειακή μου κάλυψη θα κόστιζε 360 ευρώ τον μήνα. Αν πάθω δηλαδή κάτι, να έχω το δικαίωμα νοσηλείας σε ένα νοσοκομείο. Ακόμη όμως και για αυτή την…γενναιόδωρη παραχώρηση του…έπρεπε να πληρώνω συν 150 ευρώ. Τα υπόλοιπα θα τα έβαζε αυτός. Κάντε τους υπολογισμούς: 780 ευρώ μείον 300 ευρώ…μας μένουν 480 ευρώ. Ήρθα να δουλέψω δηλαδή στην Γερμανία…για ούτε 500 ευρώ. Και κάπου εκεί μου είπε, πως θέλει να με δοκιμάσει για έναν…ολόκληρο μήνα, προκειμένου να δει αν του κάνω, και αν ναι,να αποφασίσει σε ποια θέση θα με βάλει. Και σε αυτήν την θέση, να με δηλώσει ως εργαζόμενο. Όσον αφορά τα λεφτά που θα την συνόδευαν, έπρεπε να πω ναι, σε ότι έγραφε το χαρτί. θα έπαιρνα ακριβώς το ποσό που αναγράφοταν. Εκεί εγώ τρελάθηκα και τους είπα ότι η συνεργασία μας διακόπτεται, οτι δεν είχα την παραμικρή πρόθεση να εργαστώ κάτω από τέτοιες συνθήκες. Δεν έκαναν την παραμικρή προσπάθεια να με μεταπείσουν. Το αφεντικό με γύρισε πίσω στο Βερολίνο. Μέσα στο αυτοκίνητο δεν ανταλλάξαμε κουβέντα. Μου έδωσε 80 ευρώ και έφυγα. Αυτή ήταν η εμπειρία μου από την Γερμανία. Όπως πήγα έτσι…γύρισα. Δεν θα ήθελα με τίποτα να ξαναζήσω κάτι τέτοιο. Κατάλαβα και εγώ, ότι οι έλληνες εστιάτορες, αλλιώς τα παρουσιάζουν από το τηλέφωνο, αλλιώς είναι στην πραγματικότητα. Σε εκμεταλλεύονται χωρίς τον παραμικρό δισταγμό ή ενοχή. Κάτι τελευταίο: Ο πακιστανός που μέναμε μαζί, ονόματι…Τάσος, συμπληρώνει 9 μήνες ανασφάλιστος. Είπαν πως τις ημέρες αυτές θα του έκαναν τα χαρτιά…»


ΕΛΛΗΝΑΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ ΣΤΗΝ ΓΕΡΜΑΝΙΑ: ΜΕ «ΕΓΔΥΣΑΝ» ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΜΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΕΣΤΙΑΤΟΡΕΣ…

«Πήγα στο Αννόβερο για δουλειά και στην αρχή με φιλοξένησε η ξαδέλφη μου. Δούλεψα για λίγο καιρό στο δικό τους μαγαζί, εστιατόριο, αλλά δεν είχε πολύ δουλειά και έτσι μετά από λίγο σταμάτησα. Είχε παντρευτεί δεύτερη φορά. Έλληνα. Ηπειρώτης. Ο τύπος αποδείχθηκε ένα από τα μεγαλύτερα καθάρματα και τους πιο σκάρτους ανθρώπους που γνώρισα ποτέ μου. Στην αρχή ήταν πολύ εξυπηρετικός μαζί μου. Με βοήθησε σε όλες τις συναλλαγές μου με τις γερμανικές αρχές προκειμένου να βγάλω μια άκρη. Μετά από κάμποσους μήνες όμως, μου ζήτησε να πάμε στην τράπεζα για να διευθετήσει δήθεν…κάποιες δικές μου εκκρεμότητες. Το μυαλό μου δεν πήγε στο κακό και έτσι τον ακολούθησα. Ξέρετε τι έκανε ο απατεώνας; Έβγαλε δάνειο…στο όνομα μου. Η τράπεζα ενέκρινε ένα ποσό των 5.000 ευρώ. Εγώ είχα στον λογαριασμό μου περίπου 1.500 ευρώ. Όλο αυτό το χαρτομάνι και οι υπογραφές όμως έβαλαν ψύλλους στα αυτιά μου. Παίρνω λοιπόν την ανηψιά μου και πάμε στην τράπεζα για να μάθω τι έγινε. Η υπάλληλος μας πληροφορεί πως έχει συναφθεί δάνειο στο όνομα μου, έχει εκδοθεί μάλιστα και κάρτα ανάληψης και πως σε διάστημα 5 ημερών…κάποιος προχώρησε ήδη σε ανάληψη 2.400 ευρώ. Στην αρχή, ο ξάδελφος μου αρνήθηκε τα πάντα. Παραδέχθηκε βέβαια πως η επίσκεψη στην τράπεζα είχε σαν στόχο το δάνειο. Για την κάρτα είπε πως την…έκλεψαν, πως «χάκαραν» το pin και έτσι έβγαλαν τα λεφτά. Πήγαμε στην αστυνομία και καταθέσαμε μήνυση. Έλα όμως που η αστυνομία βρήκε φωτογραφικό υλικό που έδειχνε τον συγγενή μου…μπροστά από το ΑΤΜ να κάνει ανάληψη των χρημάτων. Έχω στην κατοχή μου τις φωτογραφίες αυτές. Το τι δικαιολογίες άκουσα μετά, δεν λέγεται. Πως «τράβηξε» τα χρήματα γιατί είχε καρκίνο, πως τον κυνηγούσαν οι ρώσοι για χρέη και άλλα πολλά. Που κατέληξαν τα χρήματα που έβγαλε; Στον τζόγο…Μου ζήτησε να αποσύρω την μήνυση για να μην το μάθει η γυναίκα του, η Ν. Τελικά το έμαθε.  Την απέσυρα μόνο μετά την διαβεβαίωση της συζύγου του, πως θα μου επιστραφούν τα χρήματα που μου πήρε. Έδωσα τόπο στην οργή γιατί δεν μπορούσα να κάνω διαφορετικά. Έκανα όμως πάλι το λάθος και τον εμπιστεύτηκα. Φταίω εγώ για αυτό. Είναι ο ίδιος άνθρωπος που όταν του έδωσα χρήματα για να βγάλει τα αεροπορικά εισιτήρια προκειμένου να φέρω την οικογένεια μου από την Αθήνα, την γυναίκα μου και τα δύο παιδιά μου, «έφαγε» τα λεφτά του εισιτηρίου…του ενός παιδιού. Φτάσαμε στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης γιατί μόνο από εκεί είχε πτήση για Αννόβερο, πάμε να πάρουμε τους κωδικούς, και μας λένε ότι υπάρχουν εισιτήρια μόνο…για 3 άτομα. Μέχρι και η υπάλληλος της αεροπορικής εταιρείας στην Γερμανία μας επιβεβαίωσε πως ο απατεώνας είχε βγάλει εισιτήρια μόνο για τρεις. Θυμόταν ακόμη και το πρόσωπο του. Αυτός βέβαια αρνήθηκε τα πάντα και έριξε την ευθύνη στην εταιρεία. Απίστευτος θυμός, πίεση και στεναχώρια. Με τα χίλια ζόρια και χάρη στην βοήθεια κάποιων ανθρώπων έφτασα τελικά στην Γερμανία. Ήρθε και με πήρε ο ίδιος με το αυτοκίνητο. Το θράσος του δεν είχε όρια. Μου ζήτησε…να του πληρώσω την βενζίνη που έβαλε για να έρθει να με πάρει! Σε τέτοιες περιπτώσεις απλά χάνεις τα λόγια σου…» εξομολογείται απογοητευμένος  o Κώστας Κότσαλης, μάγειρας στο επάγγελμα και πατέρας δυο παιδιών.
ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΜΟΥ ΠΑΝΩ ΜΕ ΒΟΗΘΗΣΕ Ο ΤΟΥΡΚΟΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ…
«Μετά από την περιπέτεια αυτή, πήγα σε άλλον εστιάτορα. Εννοείται πως προηγουμένως είχα αλλάξει σπίτι. Και αυτός έλληνας. Από εκεί έφυγα γιατί δεν μου έδινε τα χρήματα που είχαμε συμφωνήσει. Τα είχαμε βρει στα 1.200 ευρώ και αυτός μου έδινε πότε 600, πότε 800. Εγώ όμως είχα φέρει ήδη την οικογένεια μου στην Γερμανία και δεν μπορούσα να τα βγάλω πέρα με τις υποχρεώσεις μου. Βρήκα δουλειά σε άλλον εστιάτορα. Επίσης…έλληνα. Περιοχή: Letter, Αννόβερο. Σε αυτόν έκατσα 2 εβδομάδες, μπορεί και λιγότερο. Αν και η δουλειά μου είναι μάγειρας, ο… «κύριος» αυτός ήθελε να σφουγγαρίζω το μαγαζί, να καθαρίζω τις τουαλέτες και να σκουπίζω την αυλή. Οι απαιτήσεις του ήταν παράλογες και υπερβολικές. Όσον αφορά την αμοιβή μου, είπε πως θα μου δίνει…200 ευρώ την εβδομάδα. Όταν του επισήμανα ότι τα χρήματα είναι πολύ λίγα και δεν με καλύπτουν, απλά σήκωσε τους ώμους. Όσο καιρό δούλεψα εκεί με είχε ανασφάλιστο. Αν οι γερμανικές αρχές σε πιάσουν να εργάζεσαι ανασφάλιστος, τιμωρείσαι και εσύ. Δεν μπορούσα να αναλάβω το ρίσκο. Φεύγω επομένως και από αυτόν. Μέσα στην ατυχία μου όμως…στάθηκα τυχερός. Πιάνω δουλειά σε έναν τούρκο ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης…ελληνικού εστιατορίου. Να πούμε το όνομα του γιατί ο άνθρωπος αξίζει. Πραγματικό διαμάντι. Εμένα και την οικογένεια μου, μας στήριξε πολύ. Ένας…τούρκος και όχι έλληνας. Έγκι Γκιούνες λεγόταν. Restaurant «Classico». Aνθρώπινες συνθήκες εργασίας, 8ώρο με μεροκάματο…50 ευρώ. Δυστυχώς όμως δούλευα Παρασκευή, Σαββάτο, Κυριακή. Μόνο τις ημέρες αυτές είχε δουλειά. Τα λεφτά που έπαιρνα δεν έφταναν για να συντηρήσω την οικογένεια μου. Στεναχωρέθηκα πολύ όταν έφυγα από την επιχείρηση του και από τον υπέροχο αυτόν άνθρωπο, αλλά δεν είχα άλλη επιλογή. Η ατυχία επέστρεψε ξανά. Σε μια καφετέρια που συχνάζαν έλληνες, γνώρισα έναν εστιάτορα. Πόντιο. Το μαγαζί του ονομαζόταν «Κω…ος». Και αυτός και η γυναίκα του, αρχικά μου άφησαν τις καλύτερες εντυπώσεις. Γλυκύτατοι και πολύ ευγενικοί. Δεν μπορούσα να είχα πέσει περισσότερο έξω. Από την δεύτερη κιόλας ημέρα… «μου άλλαξε τα πέταλα». Δούλεψα 2 μήνες για τον τύπο αυτό και αντί να πάρω 2.000 ευρώ, δηλαδή 1.000 ευρώ μηνιάτικο όπως είχαμε συμφωνήσει, στο τέλος εισέπραξα μόλις…500. Για όλα αυτά που σας λέω διαθέτω χαρτιά, αποδείξεις. Το συμπέρασμα; Έντιμα και με αξιοπρέπεια μου φέρθηκε ο τούρκος εργοδότης και όχι οι συμπατριώτες μου. Και να πω, πως είμαι κανένας τεμπέλης που αποφεύγει την δουλειά…Δεν γίνεται όμως ο εργαζόμενος, από την στιγμή που έχει μαζί του την οικογένεια του και συμφωνεί σε ένα συγκεκριμένο ποσό με τον επιχειρηματία, να μην το λαμβάνει. Πως θα πληρώσει τις υποχρεώσεις του; Πως θα μεγαλώσει τα παιδιά του; Θέματα πολιτισμένης συμπεριφοράς και αλληλεγγύης προφανώς και δεν τους νοιάζουν. Τουλάχιστον να έπαιρνα τα λεφτά μου. Αυτά που δικαιούμουν. Εκείνοι όμως ήθελαν να πάρουν τα πάντα από εμένα, δίνοντας τα λιγότερα δυνατά…». 
ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ ΣΥΜΠΑΤΡΙΩΤΗΣ ΜΕ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ. ΑΠΛΑ ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ…
«Τι γνώμη σχημάτισα μετά από την παραμονή μου στην Γερμανία; Την χειρότερη. Και αναφέρομαι φυσικά στους έλληνες της Γερμανίας. Λαμόγια. Πονηροί. Κουτοπόνηροι για την ακρίβεια. Δεν υπάρχουν χειρότεροι εκμεταλλευτές. Κοροϊδεύουν και τάζουν ασύστολα. Δεν κρατούν όμως καμιά υπόσχεση τους. Θύματα τους, και οι νέοι και οι ηλικιωμένοι. Κοιτάνε πως να «ξεζουμίσουν» τους πάντες. Όποιος έχει ανάγκη για δουλειά και πέσει στον δρόμο τους, καλύτερα να κάνει τον σταυρό του. Τους βάζουν να κοιμούνται σε αποθήκες. Μέσα στην υγρασία, σαν ποντίκια. Χωρίς μια κουβέρτα, ένα σεντόνι. Με κάτι κουρέλια. Ούτε φαγητό από το εστιατόριο τους, δεν τους δίνουν να φάνε. Οι εργαζόμενοι απελπίζονται, φτάνουν σε απόγνωση αλλά δεν έχουν άλλη επιλογή. Πρέπει να τα υπομείνουν όλα αυτά. Το μόνο που νοιάζει τους εστιάτορες είναι να βγάλουν λεφτά. Πολλά λεφτά. Αυτή είναι η αρρώστεια τους, ο εθισμός τους. Και για να το πετύχουν αυτό, δεν θα διστάσουν πουθενά. Ακόμη και να παρανομήσουν. Έτσι και αλλιώς, τις κακές τους συνήθειες τις «κουβάλησαν» και στην Γερμανία. Δεν αμφιβάλλω ότι ανάμεσα τους θα υπάρχουν και σωστοί άνθρωποι. Εγώ πάντως δεν γνώρισα κανέναν. Τέλος πάντων. Πλέον είμαι στην Ελλάδα. Θα προσπαθήσω να τα ξεχάσω όλα αυτά και να επικεντρωθώ στην δουλειά μου και στην οικογένεια μου. Πολλά τράβηξα. Φτάνει…».
 

ΜΑΓΕΙΡΕΣ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΩΝ: ΘΕΛΕΤΕ ΤΟΥΣ ΜΙΣΘΟΥΣ ΣΑΣ; ΑΝΑΜΕΙΝΑΤΕ ΣΤΟ ΑΚΟΥΣΤΙΚΟ ΣΑΣ…

«Πήγα για δουλειά σε ξενοδοχείο της Χαλκιδικής, τοποθετημένο στις αρχές του τρίτου ποδιού. Μιλήσαμε με τον εργοδότη και τα βρήκαμε. Αυτός ζητούσε πρώτο μάγειρα, και συμφωνήσαμε να δουλεύω 10-11 ώρες την ημέρα με 1.500 ευρώ μηνιάτικο. Οι μισθοί για τους πρώτους μάγειρες είναι σε γενικές γραμμές καλοί, αλλά αυτό οφείλεται κυρίως στον τεράστιο φόρτο εργασίας που επωμίζονται. Δέχτηκε επίσης, ότι αν εργαζόμουν περισσότερες ώρες από αυτές που είχαμε συμφωνήσει, θα τις πληρωνόμουν. Και βεβαίως απαίτησα τα ένσημα μου. Με το που ξεκίνησα να δουλεύω στο ξενοδοχείο, αντιλήφθηκα ότι ο συγκεκριμένος ήθελε η μαγείρισσα να εκτελεί…και χρέη καθαρίστριας. Στην αρχή, μπορούσα να ανταποκρίνομαι και σε αυτά τα καθήκοντα. Δεν είχε αρχίσει ακόμη να καταφθάνει ο πολύς κόσμος. Όλο αυτό όμως είχε συνέπειες στην υγεία μου. Αναγκαζόμουν να κουβαλώ τεράστιες κατσαρόλες, τηγάνια κτλ. Σε λίγο άρχισαν να πονούν τα γόνατα και η μέση μου. Υπήρξαν πολλές φορές που πήγα για δουλειά στις 09:00 το πρωϊ και έφυγα…στις 05:00 το άλλο πρωϊ. Όταν τελείωνα με τα φαγητά, μαζί με την κοπέλα που έφτιαχνε τις σαλάτες, καθαρίζαμε και την κουζίνα. Τέτοιες καταστάσεις αντιμετωπίζουμε οι εργαζόμενες γυναίκες στα ξενοδοχεία. Νομίζουν ότι πέρα από μαγείρισσες, είμαστε υποχρεωμένες να κάνουμε και τις καθαρίστριες. Τον πρώτο μήνα πληρώθηκα κανονικά. Δεν μου πλήρωσε όμως τις υπερωρίες, και ήταν πολλές. Από εκεί και μετά ξεκίνησαν τα προβλήματα μου»  
ΤΙ ΚΑΙ ΑΝ ΔΟΥΛΕΨΑ ΣΑΝ ΣΚΥΛΙ; ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΒΓΗΚΑ ΧΑΜΕΝΗ…
«Όταν τον ρώτησα για ποιο λόγο δεν μου καταβλήθηκαν τα λεφτά για τις έξτρα ώρες που εργάστηκα, η συμπεριφορά του άλλαξε και έγινε ειρωνική, σκληρή. «Δεν φαντάζομαι να έχεις την απαίτηση να πληρωθείς κιόλας» μου είπε. Του απάντησα ότι για να παραμείνω στην δουλειά του, είχε δύο επιλογές: Ή θα μου πλήρωνε τις υπερωρίες ή θα μου μείωνε τις ώρες εργασίας. Του ζήτησα επίσης να σταματήσω και το καθάρισμα της κουζίνας, γιατί δεν μου είχαν απομείνει άλλες αντοχές. Μου απάντησε ότι θα το διευθετήσει, αλλά τελικά δεν έγινε τίποτα. Την περίοδο εκείνη ξεκίνησε να μου δίνει…έναντι, χωρίς να με πληρώνει κανονικά. Μπήκε και ο Αύγουστος και οι υπερωρίες μου, παλιές και νέες, παρέμειναν απλήρωτες. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η προσβλητική συμπεριφορά της οικογένειας του, που με ανάγκασε να μαζέψω τα πράγματα μου και να φύγω. Αργότερα, ο λογιστής του με ειδοποίησε πως οι οφειλές τακτοποιήθηκαν. Αυτές του μισθού μου όμως, όχι οι υπερωρίες. Με περίμενε και άλλο χτύπημα: Όταν πήγα να θεωρήσω το βιβλιάριο μου στο ΙΚΑ, είδα ότι μου είχε κολλήσει για όλο το καλοκαίρι…30 ένσημα. Δεν πήγα στην Επιθέωρηση Εργασίας στον Πολύγυρο, γιατί φοβήθηκα ότι μια επώνυμη καταγγελία θα είχε ως συνέπεια να μου κλείσουν οι πόρτες στα ξενοδοχεία. Το αποτέλεσμα της εργασίας μου εκεί; Μου χρωστούν περίπου 1.500 ευρώ από τις υπερωρίες που δούλεψα, μου κόλλησαν λιγότερα ένσημα και η υγεία μου ζημιώθηκε. Αυτά».
IMG_3474
Αν δημοσιεύαμε όλες τις καταγγελίες μαγείρων που συγκεντρώσαμε, θα γράφαμε από σήμερα…μέχρι το τέλος της τουριστικής περιόδου, και πάλι δεν θα τελειώναμε. Το σύνολο σχεδόν των μαρτυριών προήλθε από ανθρώπους που εξαπατήθηκαν από αδίστακτους ξενοδόχους, οι οποίοι αν και υποσχέθηκαν λαγούς με πετραχήλια, προκειμένου να τους προσελκύσουν, στο τέλος δεν τήρησαν καμία υπόσχεση τους ή εξαναγκάστηκαν να πληρώσουν μέρος των δεδουλευμένων, έπειτα από προσφυγή των εργαζομένων στις κατά τόπους Επιθεωρήσεις Εργασίας. Άλλη πονεμένη ιστορία και αυτή: Αναρωτιέται κανείς πως μπορούν οι υπηρεσίες αυτές να προστατέψουν το εργατικό δυναμικό της χώρας, όντας οι ίδιες υποστελεχωμένες, σε αρκετές περιπτώσεις χωρίς αυτοκίνητο, και με απαρχαιωμένο υλικοτεχνικό εξοπλισμό. Τραγική ειρωνεία: Οι δανειστές ζητούν πάταξη της μαύρης εργασίας, εισφοροδιαφυγής/εισφοροαποφυγής, αλλά δεν δέχονται τον εμπλουτισμό των τμημάτων με νέο προσωπικό, λόγω των ποσοστώσεων. Όταν στην ευθύνη ενός και μόνο Επιθεωρητή Εργασίας αντιστοιχούν εκατοντάδες ή και χιλιάδες επιχειρήσεις που πρέπει να ελέγξει. Ουκ ολίγες οι περιπτώσεις εκείνες, όπου ανασφάλιστοι εργαζόμενοι εντός των ξενοδοχειακών μονάδων παριστάνουν τους…τουρίστες με διττό σκοπό: Να αποφύγει η επιχείρηση το τσουχτερό πρόστιμο και ο αδήλωτος υπάλληλος την απόλυση. Που φοβούνται να καταγγείλουν όσα υφίστανται. Που στρέφονται ακόμη και εναντίον όσων διαμαρτύρονται, διότι φοβούνται ότι η…επονείδιστη καταγγελία θα θέσει εν κινδύνω και την δική τους θέση εργασίας. Αλλά όλα αυτά θα τα αναλύσουμε σε επικείμενο ρεπορτάζ. Επιστροφή στους μάγειρες: Παρά το γεγονός ότι εργάζονται σε έναν από τους πιο απαιτητικούς χώρους του ξενοδοχείου, με τα ωράρια διαρκώς κολλημένα σε διψήφιο νούμερο, με το στρες μόνιμο σύντροφο τους, έχουν να αντιμετωπίσουν και την αφερεγγυότητα μεγάλης μερίδας ξενοδόχων που επικαλούμενοι χίλιες δυο δικαιολογίες, καταπατούν την συμφωνία που υπέγραψαν, με συνέπεια την καθυστερημένη πληρωμή ή ακόμη και την άρνηση καταβολής των οφειλών, «λειψά» ένσημα, απλήρωτες υπερωρίες, τέλεση παράπλευρων εργασιών που ουδεμία σχέση έχουν με το αντικείμενο τους. Δεν είναι απορίας άξιον αν μαζί με τα…μάτια της κουζίνας, θερμοκρασία «ανεβάζουν» και οι μάγειρες.
ΟΙ ΞΕΝΟΔΟΧΟΫΠΑΛΛΗΛΟΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΙ ΕΧΟΥΝ ΞΕΠΕΡΑΣΕΙ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΙ…
«Όντως υπάρχουν θέματα, και πολύ σοβαρά μάλιστα. Υπάρχουν πολλοί απλήρωτοι εργαζόμενοι. Τελευταία έχει γίνει της μόδας. Αν πέρσι ήταν αρκετοί οι ξενοδόχοι που επιδίδοταν στο…σπορ, φέτος πολλαπλασιάστηκαν. Ο ένας μιμείται τον άλλο. Σκέφτεται και λέει: «Από την στιγμή που δεν πληρώνει αυτός τους υπαλλήλους του, για ποιο λόγο να τους πληρώσω εγώ;». Είναι και αυτός ένας αρνητικός νεωτερισμός. Η αργοπορία, η καθυστέρηση, ακόμη και η άρνηση καταβολής των δεδουλευμένων έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις. Από τότε δυστυχώς που ενέσκηψε η κρίση, πολλοί επιχειρηματίες πάτησαν πάνω της, μειώνοντας δραστικά τις αποδοχές των εργαζομένων. Κανείς δεν εξαιρέθηκε από την λαίλαπα αυτή. Την ίδια ώρα κάνουν θραύση οι ατομικές συμβάσεις. Ρεπό δεν υπάρχουν καθώς στα ξενοδοχεία η εργασία είναι συνεχής και αφορά και τις 30 ημέρες του μήνα» διευκρινίζει στο  o Κώστας Φραγκάκης, μέλος του Δ.Σ του Σωματείου Μαγείρων Θεσσαλονίκης.


ΝΕΑΡΗ ΜΑΓΕΙΡΙΣΣΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΕΙΤΑΙ: Ο ΞΕΝΟΔΟΧΟΣ ΜΟΥ ΕΙΠΕ Ή ΝΑ ΤΟΥ «ΚΑΤΣΩ» Ή…ΝΑ ΦΥΓΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ

«Δεν θέλω να γράψεις ούτε το όνομα του ξενοδοχείου, ούτε καν σε ποιο νομό της Κρήτης βρίσκεται, γιατί ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας θα καταλάβει ποιος τα είπε και δεν θέλω να έχω άλλα μπλεξίματα. Βαρέθηκα. Με το που αποφοίτησα λοιπόν από την σχολή μαγειρικής, έκλεισα την πρακτική μου σε αυτό το ξενοδοχείο μέσω ενός γνωστού. Απέστειλα το βιογραφικό μου για τυπικούς λόγους, και όταν μου τηλεφώνησαν, δεν μίλησα με τον υπεύθυνο προσωπικού, αλλά με τον ίδιο τον ιδιοκτήτη. Παραξενεύτηκα. Ήταν πολύ ευγενικός και φιλικός, μου είπε ότι έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στον γνωστό που μεσολάβησε για να κάνω την πρακτική μου, και πως δεν υπήρχε περίπτωση να μην ενθουσιαστώ με το περιβάλλον που θα συναντούσα. Ομολογώ ότι με ξεγέλασε στην αρχή. Αισθανόμουν σαν να μιλούσα με τον κολλητό μου και όχι με έναν ιδιοκτήτη ξενοδοχείου που ούτε καν γνώριζα. Όση ώρα μιλούσαμε, μου έκανε μάλιστα και add στο facebook. Συζητήσαμε λίγη ώρα περί ανέμων και υδάτων, και λίγο πριν το κλείσουμε, με «παιχνιδιάρικη» φωνή, μου είπε αν το αγόρι μου θα είχε πρόβλημα που θα έλειπα τόσο καιρό από δίπλα του. Του απάντησα πως δεν έχω αγόρι. «Καλύτερα» μου είπε, «να μην έχεις κανένα πάνω από το κεφάλι σου». Τον χαιρέτησα και κλείσαμε το τηλέφωνο. Το βράδυ, κόντευε μεσάνυχτα θυμάμαι, μου έστειλε μήνυμα στο fb, μια καληνύχτα και ένα φεγγάρι. Άρχισα να υποψιάζομαι κάτι, αλλά δεν ήθελα να φανώ υπερβολική, επομένως το αγνόησα. Την επόμενη ημέρα, άρχισα να πακετάρω τα πράγματα μου, πήγα στο αεροδρόμιο, μπήκα στο αεροπλάνο και έφτασα στην Κρήτη. Τι το ήθελα όμως;» δηλώνει πέρα για πέρα απογοητευμένη η Κ.Χ, μάγειρας στο επάγγελμα
woman 1
ΤΟ «ΠΕΣΙΜΟ» ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΜΕ ΤΟ «ΚΑΛΗΜΕΡΑ»…
«Με το που προσγειώθηκα, κατευθύνθηκα αμέσως στο ξενοδοχείο. Δήλωσα το όνομα μου και την ιδιότητα μου, και στην συνέχεε ια με ξενάγησαν και μου έδειξαν το δωμάτιο όπου θα έμενα. Δεν είχα προλάβει να αφήσω την βαλίτσα μου, όταν χτύπησε το τηλέφωνο και με ειδοποίησαν πως ζητούσε να με δει ο ιδιοκτήτης. Θα με συναντούσε στο γραφείο του. Ανησύχησα, μήπως είχε συμβεί τίποτα κακό με την πρακτική μου. Με περίμενε χαμογελαστός, χαμογελαστός. Δεν μπορούσες να φανταστείς τι κοπλιμέντα μου έκανε. «Καλά, εσύ είσαι κούκλα, μέσα στην κουζίνα θα χαραμιστείς;», «θα σε βάλω εγώ υπεύθυνη στην πισίνα και στο bar, δεν ειναι ανάγκη να κάνεις το παραμικρό, το μόνο που θα κάνεις είναι να χαμογελάς και να οδηγείς τους πελάτες στα τραπέζια τους», «θα κάνεις τις συναδέλφισσες σου να ζηλεύουν» και άλλα τέτοια πολλά. Μετά από λίγο, άρχισα να αισθάνομαι άβολα, γιατί δεν σταματούσε. Έλεγε συνέχεια, «τι ωραία που είσαι, τι όμορφη». Τον ευχαρίστησα για τα κοπλιμέντα του, υπενθυμίζοντας του παράλληλα, πως βρίσκομαι εκεί για να κάνω την πρακτική μου. Πως είναι το μόνο πράγμα που με ενδιαφέρει. Μου απάντησε πως δεν έχω να ανησυχώ για τίποτα, πως όλα θα πάνε καλά. Και την πρακτική μου θα κάνω, και πως αν είμαι ιδιαίτερα… «εργατική», αυτό το είπε κάπως παράξενα, θα λάβω και το κατιτίς μου. Τον ευχαρίστησα και έφυγα. Το βράδυ, και ενώ έβλεπα τηλεόραση, χτύπησε το κουδούνι. Ήταν μια καμαριέρα, η οποία μου έφερε σε δίσκο πάνω…γαριδομακαρονάδα, σαλάτα και λευκό κρασί. Μου είπε πως είναι καλωσόρισμα από την διεύθυνση και έφυγε. Την επόμενη ημέρα και για μια εβδομάδα περίπου, ξεκίνησε το μαρτύριο».
woman 2
ΔΕΝ ΜΕ ΑΦΗΝΕ ΣΕ ΗΣΥΧΙΑ…
«Ήταν σχεδόν κάθε μέρα στην κουζίνα, βλέποντας με την ώρα που δούλευα. Με κοιτούσε ασταμάτητα. Έκανε πως μιλούσε με τον σεφ για το μενού και τα προβλήματα της κουζίνας, αλλά τα μάτια του ήταν καρφωμένα πάνω μου. Συνεχώς έλεγε στους άλλους υπαλλήλους, «να την προσέχετε, είναι άστερι, όταν τελειώσει η πρακτική της θα έρθει να δουλέψει εδώ ως σεφ, κτλ». Δεν είχε σταματημό. Στην αρχή, οι συνάδελφοι μου χαμογελούσαν, αλλά μετά από λίγη ώρα άρχισαν να με κοιτούν παράξενα. Φαντάζομαι πως στην θέση τους θα έκανα και εγώ το ίδιο. Σκεφτόνταν, «για ποιο λόγο αυτή η ειδική μεταχείριση σε μια πρακτικάρια;», «Τι το ιδιαίτερο έχει»; Ευτυχώς που είχαμε πολύ δουλειά και δεν υπήρχε χρόνος για συζητήσεις. Προσπαθούσα να περνάω απαρατήρητη. Ούτε που μιλούσα. Μόνο δούλευα. Την τρίτη ημέρα, πρόσεξα πως οι συνάδελφοι μου, δεν με φώναξαν να πάω για μπάνιο μαζί τους, ούτε για φαγητό. Αργότερα, λίγες ώρες πριν φύγω οριστικά από το ξενοδοχείο, μια συνάδελφος από την κουζίνα, που με είδε στεναχωρημένη, μου είπε πως όλοι νόμιζαν πως είμαι συγγενής του αφεντικού και κανείς δεν ήθελε παρτίδες μαζί μου, γιατί φοβόντουσαν μην τυχόν τους κακολογήσω στην διοίκηση. Τελείωνα αργά κάθε βράδυ. Βροχή τα μηνύματα στο facebook, ακόμη και μετά τα μεσάνυχτα. Στα περισσότερα δεν απαντούσα. Σε όσα απαντούσα, ήμουν «πέρα βρέχει». Μου ζητούσε την γνώμη μου…για το μενού. Αν είναι δυνατόν. Είχε μέσα έμπειρους σεφ με γκρίζα μαλλιά και ζητούσε από εμένα να του πω την γνώμη μου. Κάθε πρωϊ, μου έστελνε το πρωϊνό στο δωμάτιο μου. Τι να έκανα; Την επόμενη βρήκα…ένα τριαντάφυλλο στο κρεβάτι μου. Πήρα αμέσως τηλ. τους γονείς μου και τους περιέγραψα την κατάσταση. Ο μπαμπάς μου τρελάθηκε και άρχισε να τον βρίζει. Η μάνα μου, μού είπε να κάνω υπομονή, μήπως και είχα παρεξηγήσει τα πράγματα. Μα, ποιός άλλος μπορεί να ήταν; Η καμαριέρα; Πριν το μεγάλο μπαμ, είχα την ατυχία να πάω για ενα βραδυνό μπάνιο στην πισίνα για να ξεσκάσω. Με το που τελείωσα, τον είδα να με κοιτάει. Είχε ξεφυτρώσει κυριολεκτικά…από το πουθενά. Το βλέμμα του δεν σήκωνε παρεξηγήσεις. Με κοιτούσε και ήταν σαν μου έλεγε: «Δεν θα μου ξεφύγεις, θα σε γαμήσω εσένα». Τον χαιρέτησα βιαστικά, και σχεδόν έτρεξα στο ασανσέρ. Εκείνο το βράδυ, δεν κοιμήθηκα σχεδόν καθόλου».
1
«ΑΝ ΔΕΝ ΜΟΥ «ΚΑΤΣΕΙΣ», ΜΑΖΕΨΕ ΚΑΙ ΤΑ ΦΥΓΕ…»
Την επόμενη ημέρα, με φώναξε στο τέλος της βάρδιας μου στο γραφείο του. Ξεκίνησε πάλι με τα συνηθισμένα του κοπλιμέντα, αλλά εγώ, ούτε που χαμογέλασα. Να σου πω την αλήθεια, αισθανόμουν ένα φοβερό θυμό μέσα μου. Το μόνο που ήθελα ήταν να κάνω την πρακτική μου. Και πίστεψε με, δεν είμαι ιδιαίτερα γενναία, αλλά εκείνη την ώρα ήμουν έτοιμη…ακόμη και για ξύλο. Τον διέκοψα και του είπα πως όλα αυτά που λέει με φέρνουν σε δύσκολη θέση, πως οι συνάδελφοι μου με στραβοκοιτάζουν, και πως σκοπεύω να φύγω. Χαμογέλασε και μου είπε πως αυτό θα ήταν λάθος, γιατί αν ήμουν ξύπνια και ήξερα το συμφέρον μου, θα καθόμουν. Τον ρώτησα τι εννοεί, και μου απάντησε πως θα ήθελε πολύ να κάνουμε…παρέα. Να βγαίνουμε μετα την δουλειά, να πηγαίνουμε για ποτά, για μπάνια, και ότι άλλο προκύψει. Όλα τα έξοδα δικά του εννοείται. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μου είπε πως θα μπορούσα να κοιμάμαι στα…ιδιαίτερα δωμάτια του ξενοδοχείου. Του είπα πως παρεξήγησε την κατάσταση, δεν είμαι καμιά του δρόμου και δεν έχει το δικαίωμα να μου συμπεριφέρεται έτσι. Τότε αγρίεψε. Ξέρεις τι μου είπε ο μπάσταρδος; Παντρεμένος με παιδιά. Πως αν δεν κάνω αυτό που μου λέει, να τα μαζέψω και να φύγω και να μην διανοηθώ να «βρωμίσω» τίποτα, γιατί έχεις άκρες σε όλη την Ελλάδα, ξέρει όλους τους ξενοδόχους και δεν θα μπορώ να βρω δουλειά…ούτε σε 100 χρόνια. Τότε έσκασα. Τον είπα να πάει στο διάολο και έφυγα. Παραδόξως, ούτε βούρκωσα, ούτε φοβήθηκα. Αισθανόμουν ήρεμη. Ξαλαφρωμένη. Μάζεψα τα πράγματα μου, πήγα στην πόλη μέσα, περίμενα να ξημερώσει και να ανοίξουν τα πρακτορεία, έβγαλα εισιτήριο και γύρισα πίσω. Οι κινήσεις μου θύμιζαν ρομπότ. Τόσο απλά. Οι γονείς μου, δεν το πίστευαν όταν με είδαν. Μέχρι και σήμερα συγκρατώ τον πατέρα μου, για να μην πάει στην Επιθεώρηση Εργασίας…».
ΠΡΟΣΠΑΘΩ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ…
«Δεν έκατσα ούτε μια εβδομάδα. Για ποιο λόγο δεν τον κατήγγειλα; Δεν φοβάμαι. Η κουζίνα είναι η ζωή μου. Και την πρακτική μου θα κάνω και δουλειά θα βρω. Έχω πολλά να δώσω. Να σε ρωτήσω όμως εγώ κάτι τώρα; Πας στοίχημα, ότι αν τον είχα καταγγείλει, οι πιο πολλοί σκατάνθρωποι θα με χαρακτήριζαν ως το «πουτανάκι που του κουνήθηκε»; Άντε, βγάλε εσύ μετά τη  ρετσινιά. Επομένως, άστο να πάει στο διάολο. Ξέρω όμως ότι θα το κάνει και σε άλλα κορίτσια, αν δεν το κάνει ήδη. Αυτό με καίει».

Παρασκευή

Η Μητρόπολη Λάρισας εισπράττει ενοίκια από ξένη περιουσία επί πέντε χρόνια!


Περίπου 3 εκατ. ευρώ μέσα σε πέντε χρόνια εκτιμάται ότι έχει προσποριστεί η Μητρόπολη Λάρισας από τη διαχείριση του Κληροδοτήματος Ιωάννας Κρίκκη, το οποίο με δικαστική απόφαση δεν της ανήκει! Το κληροδότημα ανήκει με δικαστική απόφαση του 2011 στο Ορφανοτροφείο Αρρένων Λαμίας, αλλά ακόμη και η νέα διοίκησή του επιτρέπει στη Μητρόπολη Λάρισας να το διαχειρίζεται...
Η υπόθεση (που μυρίζει γραφειοκρατική μούχλα και όχι μόνο...) ξεκίνησε το 1987, όταν απεβίωσε η Ι. Κρίκη. Στη διαθήκη της, που συντάχθηκε το 1982, επιθυμούσε η περιουσία της να περιέλθει στο Ορφανοτροφείο Λάρισας, να εκποιηθεί και με τα χρήματα αυτά να προικιστούν 40 κοπέλες του Ορφανοτροφείου. Πρόκειται για α) εξαώροφη πολυκατοικία στην Αθήνα (Γκύζη) με 12 διαμερίσματα, 4 ισόγεια καταστήματα, 1 υπόγειο γκαράζ αυτοκινήτων, β) οικόπεδο στον Πλαταμώνα 704 τ.μ. και γ) αγροτεμάχιο στον Πλαταμώνα 124 τ.μ. Όλα αυτά τα διεκδικούσε η Μητρόπολη Λάρισας.
Το 1987 στη Λάρισα λειτουργούσε το Εθνικό Ορφανοτροφείο Θηλέων Λαρίσης, που μετατράπηκε στη συνέχεια σε Κέντρο Παιδικής Μέριμνας Θηλέων Λάρισας. Το 1999 το Κέντρο Παιδικής Μέριμνας Θηλέων Λάρισας καταργήθηκε και υπήχθη στο Κέντρο Παιδικής Μέριμνας Αρρένων Λαμίας. Σήμερα μετά από πολλές καταργήσεις και συγχωνεύσεις ανήκει στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας - Παράρτημα Προστασίας Παιδιού Φθιώτιδας (Ορφανοτροφείο Αρρένων Λαμίας).
Από την πλευρά της η Μητρόπολη Λάρισας (έχοντας ως δικηγόρο τον δικηγόρο της θανούσης!) ισχυρίσθηκε το 1987 ότι η σωστή η διαθήκη της Ι. Κρίκκη συντάχθηκε το 1984 και ότι το κληροδότημα ανήκει στη Μητρόπολη. Το 2005 η Μητρόπολη Λάρισας ανακοίνωσε την ανέγερση κτηρίου που θα στεγάσει μελλοντικά το Κρίκκειο Εκκλησιαστικό Ορφανοτροφείο, ενώ ενέταξε το ορφανοτροφείο και σε ένα Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Επενδύσεων Κοινοτικών Πόρων τύπου ΕΣΠΑ (7.8.2007), αλλά με διαφορετική ονομασία: Ορφανοτροφείο Θηλέων - συνοικία Ανθούπολης Θεσσαλίας.
Όμως τόσο η απόφαση του Πρωτοδικείου το 2008 όσο και αυτή του Εφετείου το 2011 (Εφετειακή Απόφαση 3766/8.3.2011) αναγνώρισαν ότι η κληρονομιαία περιουσία της εκλιπούσης Ιωάννας Κρίκκη περιέρχεται στο Κέντρο Παιδικής Μέριμνας Αρρένων Λαμίας (Ορφανοτροφείο Λαμίας), που σήμερα, μετά από συγχωνεύσεις, υπάγεται στο υπουργείο Εργασίας.
 

Θ. Μιχελής: Πέντε χρόνια αμέλησαν οι διοικήσεις του ορφανοτροφείου

Όμως, όπως αποκαλύπτει σε ερώτησή του ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Θανάσης Μιχέλης, «από τη λήξη της δικαστικής διαμάχης (08.03.2011) έως σήμερα το Κέντρο Παιδικής Μέριμνας Αρρένων Λαμίας δεν έχει προσποριστεί κανένα χρηματικό ποσό από τα ενοίκια της ιδιοκτησίας του, τα οποία εισπράττονται από τη Μητρόπολη Λάρισας»!. "Οι διοικήσεις του ορφανοτροφείου και οι αρμόδιες υπηρεσίες όποτε θέλησαν να ασχοληθούν με το θέμα προσέκρουσαν στην αντίδραση της μητρόπολης, ενώ μερίδα των ανωτέρω αμέλησε εντελώς τη διερεύνηση του ζητήματος, τονίζει.
Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ρωτά τους υπουργού Εργασίας και Οικονομικών:
1) Γιατί έως σήμερα οι διοικήσεις του υπουργείου και του ορφανοτροφείου δεν φρόντισαν για την αποδοχή, καταγραφή, μεταγραφή και δήλωση του Κληροδοτήματος Ιωάννας Κρίκκη στο Εθνικό Κτηματολόγιο; Θα ελεγχθεί η διοίκηση του Ορφανοτροφείου Λαμίας;
2) Ισχύουν τα δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για εισπραχθέντα ενοίκια της Μητρόπολης Λάρισας από το κληροδότημα Κρίκκη πάνω από 1 εκατ. ευρώ; Τι ενέργειες θα γίνουν για την απόδοση του συγκεκριμένου ποσού στο Κέντρο Προστασίας Παιδιού Φθιώτιδας;

Η μικρή-μεγάλη ιστορία των καταλήψεων στην Ελλάδα


“Ποτέ τα σπίτια των ανθρώπων δεν ήταν τόσο κοντά και οι άνθρωποι τόσο µακριά”

Με τα λόγια αυτά ξεκινάει ένα από τα αναρτημένα κείµενα στο µπλογκ τής κατάληψης του κτήµατος Πραπόπουλου στο Χαλάνδρι. Και είναι πραγµατικά αυτό που περισσότερο θα µπορούσε να απεικονίσει τη σηµερινή εικόνα των µεγαλουπόλεών µας, αλλά και το κίνητρο μερικών ανθρώπων που αναλαµβάνουν να την άρουν, επιχειρώντας να καταργήσουν τον ατοµισµό και τον φόβο απέναντι στον άλλον, δηµιουργώντας χώρους ελεύθερους και ελευθερίας, χώρους συνύπαρξης, χώρους αυτονομίας και ισότητας, χώρους πρασίνου,δίνοντας νέα πνοή σε κτίρια εγκαταλελειμμένα κυριώς από το κράτος.

Εκτός από το νοίκι υπάρχει και η κατάληψη

Η κατάληψη είναι μία πρακτική που συναντάται από πολύ παλιά, από τότε που άδεια κτίρια ή αχρησιμοποίητη γη αφήνονταν στην εγκατάλειψη και τον µαρασµό από τους ιδιοκτήτες. Ήδη από το 1649 οι Diggers στην Αγγλία καταλάµβαναν ακαλλιέργητες εκτάσεις µε σκοπό να τις καλλιεργήσουν από κοινού, δηλώνοντας ότι: «η γη είναι ένα θησαυροφυλάκιο που ανήκει σε όλους».

Στις δυτικές κοινωνίες η πρακτική τής κατάληψης κατευθύνεται στην κατάληψη στέγης από ένα ευρύ φάσµα ανθρώπων, ήδη από τις αρχές τού 20ού αιώνα. Οι λόγοι που οδηγούν στην κατάληψη κτιρίων µπορεί να είναι είτε καθαρά λόγοι επιβίωσης, όπως στην περίπτωση αστέγων, µεταναστών και οικονοµικά ασθενέστερων στρωµάτων, είτε περισσότερο πολιτικοί, από κοινωνικές οµάδες που επιθυµούν να δηµιουργήσουν αυτόνοµες κυψέλες ζωής µακριά από τις λογικές τού κέρδους.

Στην Ελλάδα, πέρα από τις περιορισµένες καταλήψεις στέγης τη δεκαετία τού ’80, η πρακτική αυτή κινήθηκε κυρίως στη δηµιουργία κοινωνικών κέντρων-στεκιών.

Οι καταλήψεις στέγης στην Ελλάδα δεν γνώρισαν την άνθιση που γνώρισαν σε άλλες δυτικές χώρες για πολύ συγκεκριμένους λόγους, οι οποίοι άπτονται των συνθηκών ανάπτυξης των ελληνικών πόλεων και της μεγέθυνσης της μικροϊδιοκτησίας σπιτιών. Παρόλα αυτά κατά καιρούς έχουν δημιουργηθεί καταλήψεις στέγης, οι ποίες γίνονται από μικρές ομάδες, όχι μόνο πολιτικοποιημένων ανθρώπων, αλλά και από ανθρώπους που έμειναν άστεγοι ή δεν έχουν τα χρήματα να νοικιάσουν ένα σπίτι όπως πχ μετανάστες.
 
Δεκαετία 1980. Το inter-rail και το magic bus μας φέρνουν καταλήψεις.

Το inter-rail στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ήταν ο πιο διαδεδομένος τρόπος να ταξιδεύσει κάποιος νέος άνθρωπος στην Ευρώπη με τραίνο. Πλήρωνες ένα εισιτήριο το οποίο κόστιζε γύρω στις 30 χιλιάδες δραχμές και μπορούσες να ταξιδέψεις απεριόριστα σε όλες τις χώρες της τότε Δυτική Ευρώπης (εκτός ανατολικού μπλοκ δηλαδή), όσες φορές ήθελες στη διάρκεια ενός μήνα. Άλλος ένας διαδεδομένος τρόπος ήταν το magic bus. Σε σχέση με το Inter-rail, το magic bus ( το οποίο ήταν λεωφορείο) πήγαινε σε τρεις συγκεκριμένες ευρωπαϊκές πόλεις, το Λονδίνο, το Άμστερνταμ και το Βερολίνο (όπως λέει και το γνωστό τραγούδι των “Τρύπες”). Σε αυτές τις τρεις πόλεις ήταν ανεπτυγμένο και το μεγαλύτερο κίνημα των καταλήψεων κτιρίων, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’70.

Πολλοί/ες Έλληνες/ίδες νεολαίοι/ες, τα “φρικιά”, οι “χίππηδες”, οι “πάνκιδες” της εποχής μέσω αυτών των φτηνών σχετικά μέσων μεταφοράς αρχίζουν και ταξιδεύουν στις ευρωπαϊκές πόλεις του Βορρά με κυριότερο προορισμό τις τρεις προαναφερθείσες πόλεις. Γνωρίζουν τις καταλήψεις, τους ανθρώπους που τις έχουν δώσει ζωή, βλέπουν ένα νέο τρόπο κοινοτικής διαβίωσης και ένα μέσο πολιτικής στέγασης ιδεών και ανθρώπων.

Η πρώτη κατάληψη με αυτά τα χαρακτηριστικά δεν αργεί. Το1981 λίγες μέρες μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, γίνεται η πρώτη κατάληψη κτιρίου στην Ελλάδα με σκοπό να γίνει κατάληψη στέγης και κοινωνικό κέντρο. Φυσικά δεν είναι τυχαία η επιλογή της περιοχής μιας και πρόκειται για τα Εξάρχεια και τη κατάληψη της Βαλτετσίου όπως θα γίνει γνωστή από την αντίστοιχη οδό που βρίσκεται το κτίριο. Η κατάληψη της Βαλτετσίου αποτέλεσε επίκεντρο πολλών αντικρατικών δραστηριοτήτων.

Στις 17 Noέμβρη ΄81 κυκλοφόρησε από τους καταληψίες προκήρυξη η οποία ανέφερε: “Αρνούμαστε τον κόσμο της μισθωτής σκλαβιάς και της κουλτούρας που έχει σαν αποτέλεσμα τον ευνουχισμό των επιθυμιών μας και την διαιώνιση της μιζέριας και της μοναξιάς. Είμαστε αποφασισμένοι να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας… Όσον αφορά την κατηγορία για τη διατάραξη της κοινής ησυχίας έχουμε να δηλώσουμε ότι είμαστε αποφασισμένοι να διαταράξουμε τον αλλοτριωτικό εφησυχασμό νεκροταφείου που καθημερινά προσπαθούν να επιβάλουν στην κοινωνία. Τέλος όσο για την αναζήτηση ηθικών αυτουργών και κάποιων δήθεν υπευθύνων για τις καταλήψεις, η αναζήτηση αυτή δεν αποτελεί παρά ένα ευτελές και ύπουλο τέχνασμα του κράτους για να εθελοτυφλεί μπροστά στη ρητή, δική μας προσπάθεια να ζήσουμε αυτοοργανωμένα χωρίς το διαχωρισμό που επιβάλλει και αναπαράγει σε αυτήν την κοινωνία ανάμεσα σε διευθύνοντες και εκτελεστές, σε αρχηγούς και πρόβατα…”.

Η κατάληψη της Βαλτετσίου από την αρχή, “φωτογραφίζεται” από το κράτος και τα μ.μ.ε. της εποχής σαν “ χώρος ανομίας και χρήσης ναρκωτικών ουσιών” και αν αυτό σας θυμίζει το σήμερα, μην απορείτε, ανέκαθεν η διαλεκτική του κράτους ήταν φτωχή σε επιχειρήματα και πλούσια σε  συκοφαντίες. Με αφορμή αυτές τις συκοφαντίες κυκλοφορεί μία από τις πρώτες και  τις πιο γνωστές αφίσες του αναρχικού χώρου στην Ελλάδα, η οποία με μεγάλα γράμματα φωνάζει: “Οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη”. Η κατάληψη της Βαλτετσίου ( από την οποία πέρασαν μεταξύ των άλλων ο Νικόλας ο Άσιμος και η Κατερίνα Γώγου) καταστέλλεται μετά από λίγους μήνες με επέμβαση των μπάτσων, οι καταληψίες ξυλοκοπούνται και συλλαμβάνονται. Ανάμεσα τους και αρκετού σύντροφοι οι οποίοι τα κατοπινά χρόνια  έλαβαν και το κρατικό παρατσούκλι “συνήθεις ύποπτοι” για τρομοκρατία. Ένας από αυτούς ο Θόδωρος Πισιμίσης, καταδικασμένος σε πολλούς μήνες φυλακή για τη κατάληψη της Βαλτετσίου δηλώνει στο δικαστήριο: “δεν είμαι περαστικός. Είμαι αναρχικός”.

Τα ερειπωμένα κτίρια  που ξαναζούν

Την ίδια χρονιά, γίνεται άλλη μία κατάληψη  στην Αθήνα στο Νέο Ηράκλειο  από νεολαίους που συχνάζουν στη πλατεία της περιοχής, η “Βίλα Στέλλα”. Ένας από αυτούς θυμάται:

“ Το χειμώνα δεν μπορούσαμε να αράζουμε στην πλατεία. Στις καφετέριες επίσης δεν πηγαίναμε και γιατί δεν ήμασταν γενιά της κατανάλωσης στη διασκέδαση αλλά και γιατί για να κάτσουμε τις ώρες που θέλαμε εμείς έπρεπε να παραγγείλουμε τουλάχιστον 2-3 πράγματα και λεφτά δεν έπαιζαν. Είχαμε ανάγκη από ένα στέκι, να υπάρχουμε κάπου. Την πρώτη μέρα της κατάληψης ήρθε κι ο Άσιμος τυλιγμένος με μια κουβέρτα. Μερικές μέρες μετά ήρθε ο Δήμος και γκρέμισε το πάτωμα της Βίλας για να μας διώξουν. Η απάντησή μας; Νέα κατάληψη στην Καθολική Σχολή δίπλα από το 1ο Λύκειο. Εκεί ήρθε ο Σαββόπουλος να μας επισκεφτεί και του λέει κάποιος από την παρέα: “μας έδωσες πολλά, τώρα δεν έχεις τίποτα να μας πεις, σήκω και φύγε”. Διαλύθηκε κι αυτή η κατάληψη μετά από μερικές ημέρες από τα ΜΑΤ κι με ένα καλό κούρεμα στα μαλλιά που το έφαγαν τα 7-8 άτομα που ήταν εκείνη τη στιγμή μέσα και συνελήφθησαν”.

Δεν αργούν να  γίνουν καταλήψεις και σε πόλεις εκτός Αθήνας όπως η Θεσ/νίκη, ενώ τα “πρωτεία” στην επαρχία τα παίρνει η πόλη που ζούμε, το Ηράκλειο Κρήτης.

Το 1982, άνθρωποι που κινούνται στον αναρχικό χώρο καταλαμβάνουν το εγκαταλελειμμένο πρώην νοσοκομείο “Πανάνειο”. Η κατάληψη του “Πανάνειου” αποτελεί το πρώτο θέμα στις τοπικές εφημερίδες που δεν υστερούν σε χαρακτηρισμούς για τους καταληψίες (πρεζάκιδες, μαλλίαδες,αναρχικοί τρομοκράτες). Αποτέλεσμα η καταστολή και η σύλληψη αρκετών καταληψιών, τέσσερις από τους οποίους καταδικάζονται σε πολύμηνη φυλάκιση για την αναγραφή αναρχικών συνθημάτων σε τοίχους της πόλης και τη κατάληψη του ερειπωμένου πρώην νοσοκομείου που παραμένει ερειπωμένο και μισογκρεμισμένο μέχρι σήμερα. Η επόμενη κατάληψη κτιρίου θα γίνει το 1985 πάλι στα Εξάρχεια  σε ένα κτίριο στη Χαρίλαου Τρικούπη, η οποία θα εκκενωθεί και αυτή μερικούς μήνες μετά.

Οι καταλήψεις ήρθαν για να μείνουν

Το 1988 γίνεται η κατάληψη του κτιρίου αριθμός 37 της οδού  Λέλας Καραγιάννη στη Κυψέλη, η οποία είναι η μακροβιότερη κατάληψη στην Ελλάδα και την οποία πρόσφατα το κράτος επιχείρησε να εκκενώσει “τρώγοντας τα μούτρα του”.

Ακολουθεί λίγο αργότερα η κατάληψη “ Πάτμου και Καραβία” στα Πατήσια  Πρόκειται για ένα κτήµα τριών στρεµµάτων µε κτίσµα των αρχών τού 20ού αιώνα, ιδιοκτησίας τού Οργανισµού Σχολικών Κτιρίων (ΟΣΚ). Για την επίλυση του σοβαρότατου στεγαστικού προβλήµατος των σχολείων τής περιοχής, ο ΟΣΚ αποφάσισε, το 1988, να οικοδοµήσει σχολικό συγκρότηµα στο κτήµα. Υπολόγισαν όµως χωρίς τον ξενοδόχο, γιατί ήταν οι κάτοικοι της περιοχής, πολλοί µε παιδιά σχολικής ηλικίας, που εναντιώθηκαν. Το γιατί είναι προφανές για όποιον έχει περάσει έστω και µια φορά από τα Πατήσια. Το κτήµα, παρ’ όλο που δεν ήταν προσβάσιµο στη γειτονιά και παρ’ όλη την εγκατάλειψή του, αποτελούσε ανάσα για τους κατοίκους, οι οποίοι και είχαν υποδείξει διπλανό, επίσης εγκαταλελειµµένο χώρο, για την ανέγερση σχολείου. Οι υποδείξεις δεν έπιασαν τόπο, ο εργολάβος είχε εγκατασταθεί στον χώρο, οι µπουλντόζες είχαν παραταχθεί, τότε οι κάτοικοι ζήτησαν τη συνδροµή των πιο πολιτικοποιηµένων ανθρώπων τής περιοχής, του “Κέντρου Εναλλακτικών Κινήσεων Πατησίων”, και  προχώρησαν σε κατάληψη.

Οι συνελεύσεις που πραγµατοποιήθηκαν έθεσαν δύο ίσης βαρύτητας στόχους: να αποτραπεί η ανέγερση σχολικού συγκροτήµατος στο κτήµα και άρα η τσιµεντοποίησή του και να λειτουργήσει ο χώρος ως πολιτιστικό πάρκο από και για τη γειτονιά. Οι Πατησιώτες πέτυχαν και τα δυο. Μέσα από πολύχρονους νοµικούς αγώνες κατάφεραν να χαρακτηριστεί διατηρητέο, να ανεγερθεί σχολικό συγκρότηµα στο διπλανό οικόπεδο και να λειτουργήσει ο χώρος ως χώρος συνάντησης της γειτονιάς και όχι µόνο. ‘Ολα αυτά χρόνια το κτήµα «Πάτµου και Καραβία» συντηρείται από τους ίδιους τους κατοίκους και σε αυτό πραγµατοποιήθηκαν όλων των ειδών οι εκδηλώσεις (µουσικές, κινηµατογραφικές προβολές, θεατρικές παραστάσεις, παιδικά δρώµενα, µαθήµατα ελληνικών σε µετανάστες, µαθήµατα χορού, λαϊκή αγορά βιολογικών προϊόντων κι ό,τι άλλο βάζει ο νους).
Ιστορίες για αγρίους (με βαμμένα κόκκινα και όρθια μαλλιά)

Το 1989 γίνεται η κατάληψη κτιρίου ιδιοκτησίας του “ιδρύματος Ωνάση” στη λεωφόρο Αμαλίας, απέναντι από τις στήλες του ολυμπίου Διός και μερικά δεκάδες μέτρα από την Ελληνική Βουλή. Πρόκειται για τη πρώτη κατάληψη στην Ελλάδα που γίνεται από punks. Η κατάληψη εκκενώνεται τρεις τέσσερις μήνες μετά, αλλά οι καταληψίες δεν το βάζουν κάτω. Μετακομίζουν λίγα χιλιόμετρα, προς τη πλατεία Βικτωρίας  όπου καταλαμβάνουν το νεοκλασικό κτίριο (και πρώην σχολείο) στη συμβολή των οδών Αχαρνών και Χέϋδεν. Κρατούν την ονομασία “Βίλα Αμαλίας” από τη πρώτη κατάληψη στην ομώνυμη λεωφόρο και έτσι έχουμε τη δεύτερη μακροβιότερη κατάληψη της χώρας, την οποία μπορεί να έμαθε το πανελλήνιο μετά από την εκκένωση της πρόσφατα, αλλά η “Βίλα” (όπως είναι το “χαϊδευτικό” της) αποτελεί τη πιο γνωστή ελληνική κατάληψη παγκοσμίως, λόγω του πλήθους αυτοοργανωμένων και αντιεμπορευματικών συναυλιών με punk και hardocore συγκροτήματα από όλο τον πλανήτη, μέσα από την έμπρακτη λογική του D.I.Y. (do it for your self- κάνε το μόνος σου) την οποία η “Βίλα” πρώτη καθιέρωσε.

Εκτός της μουσικής και των συναυλιών στη “Βίλα Αμαλίας” φιλοξενούνται η θεατρική ομάδα “Μπουφονάτα” (τις παραστάσεις της οποίας έχουμε απολαύσει και στο Ηράκλειο στο πλαίσιο πολιτιστικών εκδηλώσεων τόσο της Κατάληψης Ευαγγελισμού, όσο και της εφημερίδας που κρατάτε στα χέρια σας) και η τυπογραφική κολεκτίβα “Ρότα” η οποία έχει να επιδείξει πολλές και σημαντικές κινηματικές εκδόσεις βιβλίων, μπροσούρων και αφισών με δική της τυπογραφική μηχανή και ανάλογο χώρο που στεγάζεται σε μια πρώην αποθήκη στην αυλή της κατάληψης.( η παρουσίαση των εγχειρημάτων της Βίλας σε ενεστώτα χρόνο γίνεται για τον λόγο ότι ο γράφων δεν θεωρεί παρελθόν  την ύπαρξη της ίδιας της κατάληψης, γιατί είμαι σίγουρος-και δεν αποτελεί απλά ευχή-ότι αργά ή σύντομα η Βίλα θα ξαναβρεθεί στα χέρια των πραγματικών “ιδιοκτητών” της που είναι το ανταγωνιστικό προς την πολιτική και οικονομική εξουσία κίνημα).

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 έχει διαμορφωθεί μια σκληροτράχηλη, μητροπολιτική προλεταριακή γενιά, που διεκδικεί την παρουσία της στο κέντρο της αναδυόμενης μητρόπολης μ’ έναν «άγριο» συγκρουσιακό τρόπο: ο βασικός της άξονας είναι η αντίσταση απέναντι στην κρατική καταστολή που είχε ξεκινήσει με την «επιχείρηση Αρετή» στα Εξάρχεια, αλλά ουσιαστικά απ’ όλη αυτή την αντιπαράθεση αναδεικνύεται η ύπαρξη μιας νεολαίας (κάποιοι θα την ονομάσουν «άγρια») που δεν ενσωματώνεται στον σοσιαλδημοκρατικό χυλό, ο οποίος έχει αρχίσει να επιβάλλεται ποικιλοτρόπως.

Αν κι έχει τη σημασία του το πολιτιστικό υπόβαθρο (κυρίως το μουσικό, με το Punk και το Hardoce), ακόμη μεγαλύτερη σημασία έχει ο ουσιαστικά καινοτόμος χαρακτήρας για την Ελλάδα αυτών των υποκειμενικοποιήσεων: η δεξιά τις κατατάσσει στην κλασσική «αλητεία» και ζητά την άμεση καταστολή τους προς υπεράσπιση της περιουσίας των νοικοκυραίων, η αριστερά τις εντάσσει χωρίς μεγάλο δισταγμό στους «προβοκάτορες», ενώ το ΠΑΣΟΚ κινείται ανάμεσα στην καταστολή και την ενσωμάτωση. Παράδειγμα η διοργάνωση από το υφυπουργείο νέας γενιάς του “Rock In Athens” του πρώτου μεγάλου φεστιβάλ που έγινε στην Ελλάδα, το καλοκαίρι του 1985 με καλεσμένα μεγάλα συγκροτήματα του Punk και του New wave όπως οι Clash, Stranglers, Cure, κλπ στο οποίο ξέσπασαν μεγάλες συγκρούσεις επί δύο μέρες με την αστυνομία να τρέχει ασθμαίνουσα να “επιβάλει τη τάξη” σε εκατοντάδες punks και την “άγρια νεολαία” που χτυπά με λύσσα (αλλά και συνείδηση) τις αστυνομικές δυνάμεις.

Η μαζικότητα αυτού του ρεύματος δεν είναι μεγάλη, όμως ο δυναμικός χαρακτήρας του και κυρίως η επιμονή του να δρα στο κέντρο της μητρόπολης, το καθιστά σημαντικό παράγοντα εξελίξεων, ενώ η ουσιαστική εξαφάνιση της άκρας αριστεράς το αναδεικνύει και στον πιο ουσιαστικό εκφραστή του ανταγωνιστικού ριζοσπαστισμού πέρα της παραδοσιακής αριστεράς.

Καταστολή εσείς; Καταλήψεις εμείς.

Η καταστολή  απέναντι στον αναρχικό χώρο στα μέσα της δεκαετίας του ’80, αλλά και το διαφαινόμενο αδιέξοδο της σύγκρουσης για τη σύγκρουση, θα στρέψει ένα τμήμα του κόσμου στην ανάγκη ριζώματος στο χώρο με τη δημιουργία δομών αυοοργάνωσης κι έτσι την περίοδο 1988-1991 θα έχουμε ένα μικρό καταληψιακό κύμα: Κεραμεικού και Μυλλερού,  Φυλής και Φερρών, Ακομινάτου, κ.α..

Για τα επόμενα χρόνια οι καταλήψεις θα αποτελούν σταθερό σημείο αναφοράς των ρευμάτων του κοινωνικού ανταγωνισμού και η ταυτόχρονη εισβολή της αστυνομίας  σε μερικές από αυτές παραμονές του εορτασμού του Πολυτεχνείου το 1994 με τη μορφή των προληπτικών συλλήψεων, θα τις ξαναφέρει στην επικαιρότητα.

Το στέκι Άνω-Κάτω Πατησίων, το πολύ ενδιαφέρον πείραμα της «κολλεκτίβας Λίλη» επίσης στα Πατήσια (με την αναζήτηση στην πράξη της λύσης στο πρόβλημα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας) και τη κατάληψη της Φυλής και Φερρών στην οποία στεγάζεται πλέον η βιβλιοθήκη της «Λέσχης Κατασκόπων», όπως και πολλές άλλες κατά τη δεκαετία του 2000 οι οποίες λόγω περιορισμένου χώρου της εφημερίδας δεν είναι δυνατόν να παρουσιαστούν (  “παπουτσάδικο” στο Αιγάλεω, Πατησίων 61 και Σκαραμαγκά που τα καθεστωτικά μ.μ.ε. βάφτισαν “ Βίλα Κάλλας” κλπ  από τις οποίες ο γράφων ζήτα τη κατανόηση τους για τη μη αναφορά τους στο παρών κείμενο).

Εκτός της Αθήνας κατειλημμένα κτίρια ξαναποκτούν ζωή και στη Θεσσαλονίκη όπως η “Βίλα Βαρβάρα” πρώην σχολείο, που καταλαμβάνεται το 1994. Στις 6/5/1998, 150 πάνοπλοι άνδρες των Ειδικών Δυνάμεων της Αστυνομίας και υπάλληλοι του δήμου Θεσσαλονίκης, την έζωσαν μεθοδικά, βάσει σχεδίου. Η κατάληψη εκείνη την ώρα φιλοξενούσε 13 νέους και έναν 80χρονο γείτονά τους, ο οποίος τον τελευταίο μήνα ζούσε μαζί τους, από τότε που κάηκε το σπίτι του και συλλαμβάνονται όλοι.  Τα επόμενα 24ωρα κάποιοι εργολάβοι άρχισαν να καταστρέφουν το κτίριο από κάτω προς τα πάνω, ενώ άγρυπνες διμοιρίες των ΕΚΑΜ παραφύλαγαν σ’ όλη την περιοχή.

Οι κάτοικοι της περιοχής είχαν αναφέρει χαρακτηριστικά στα μμε:  “Οι νέοι που εκδιώχθηκαν από εκεί, διέσωσαν κατ’ αρχήν το εγκαταλελειμμένο κτίριο από τη φθορά και την κατάρρευση. Το συντήρησαν όσο καλύτερα μπορούσαν και με δικά τους έξοδα το κράτησαν ζωντανό, κατοικώντας μέσα σ’ αυτό για πολλά χρόνια, με σεβασμό και αξιοπρέπεια. Πέρα όμως από την κάλυψη του κοινωνικού προβλήματος της στέγασης ορισμένων νέων, η Βίλα Βαρβάρα έγινε σταδιακά χώρος ενός εναλλακτικού τρόπου έκφρασης, που δεν σημαίνει ότι πρέπει να συντριβεί επειδή είναι απλώς διαφορετικός. Πολιτικές συζητήσεις, κινηματογραφικές ταινίες, μουσικά φεστιβάλ, εκθέσεις βιβλίων και κάθε είδους πολιτιστικές εκδηλώσεις μετέτρεψαν ένα άδειο κτίριο σε πολιτιστικό στέκι, λειτουργώντας έξω από τις παγιωμένες συνήθειες της ελεγχόμενης και συμβατικής παραγωγής πολιτισμού.”

Άλλες καταλήψεις στη Θεσσαλονίκη είναι η “Δέλτα” (που εκκενώθηκε τον Σεπτέμβρη του 2012) η Terra Incognita, η Φάμπρικα ΥΦΑΝΕΤ, η κατάληψη Ορφανοτροφείου κ.α.
Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα. Καταλήψεις στην Επαρχία

Το “μικρόβιο” των καταλήψεων δεν προσέβαλλε μόνο τα ανυπόταχτα μυαλά των νέων της Αθήνας.

Στην αυγή της νέας χιλιετίας δεκάδες εγκαταλελειμμένα κτίρια ανοίγουν τα ερμητικά κλειστά παράθυρα και πόρτες τους για να στεγάσουν τα όνειρα και τις επιθυμίες ενός κόσμου που δεν του αρκεί να ζει μια επιβαλλόμενη κανονικότητα από το κράτος, το καταναλωτικό life-style και τη χαζοχαρούμενη κενή ζωή που προωθούν τα τηλεοπτικά “πρωινάδικα” των ιδιωτικών τηλεοπτικών καναλιών.

Γεννιούνται καταλήψεις στο Ηράκλειο ( Κατάληψη Ευαγγελισμού, Αυτοδιεχειριζόμενη Εστία, και η κατάληψη του ΠΙΚΠΑ που εκκενώθηκε πριν τρία χρόνια), στα Χανιά (Rosa Nera), στη Πάτρα (Μαραγκοπούλειο, κατάληψη Παραρτήματος), στο Βόλο (κατάληψη Ματσάγγου), στα Γιάννενα, στο Αγρίνιο κλπ.

Κάθε τέλος αποτελεί και αρχή για κάτι νέο.

Αν αξίζει να κρατήσουμε κάτι απ’ αυτή την ιστορία αυτό είναι σίγουρα η πρόταση μιας άλλης άποψης για την καθημερινή ζωή στη πόλη και η απόδειξη πως κάτι τέτοιο μπορεί να υπάρξει και στην πραγματικότητα. Μαζεύονται κάποιοι άνθρωποι που πιστεύουν ότι μπορούν (και κυρίως θέλουν) να ζήσουν μαζί, καταλαμβάνουν ένα άδειο σπίτι και ξεκινούν την περιπέτειά τους. Πολλές είναι οι επιθέσεις της αστυνομίας σε κατειλημμένα σπίτια και εκατοντάδες οι κατά καιρούς συλλήψεις. Όμως παρ’όλα αυτά κάποιες καταλήψεις άντεξαν μέχρι τώρα στον πόλεμο, ενώ ξεκινούν και νέες, πράγμα που σημαίνει ότι αυτό το πραγματικά αξιοθαύμαστο κοινωνικό φαινόμενο έχει ρίξει πια βαθιές ρίζες στην Ελλάδα, κι όσο κι αν λυσσάει και αφρίζει το κράτος, δεν θα μπορέσει να τις ξεριζώσει.

Όσοι, λοιπόν, θεωρούν απαράδεκτο το φαινόμενο να υπάρχουν άστεγοι, όσοι θεωρούν τις καταλήψεις σπιτιών από τους αστέγους σαν παράδειγμα προς μίμηση, όσοι θέλουν να ζουν ένα τρόπο ζωής έξω από τη καταναλωτική ψευδαίσθηση και την διασκέδαση- πασαρέλα, όσοι συνειδητοποιούν το μίσος των φασιστών ενάντια στους καταληψίες, θα κάνουν πράγματι κάτι σημαντικό στην ζωή τους αν συμπαρασταθούν και σταθούν αλληλέγγυοι στις εκάστοτε καταλήψεις των πόλεων που ζουν. Γιατί η οικονομική επίθεση που δεχόμαστε και τα βίαια μέτρα που παίρνονται ενάντια στους εκμεταλλευόμενους δημιουργούν νέες δυνατότητες συνδέσεων και κυκλοφορίας πρακτικών αντίστασης. Αυτός είναι ένας από τους λόγους, που οι ήδη κατειλημμένοι χώροι μπαίνουν στο στόχαστρο της καταστολής επίσημα ως κομμάτι της “πάταξης της ανομίας”.

Αυτός, όμως, είναι και ένας από τους βασικότερους λόγους, για τον οποίο θα υπερασπιστούμε τις καταλήψεις, ως ένα ακόμα ανάχωμα στην υποτίμηση της ζωής μας και ένα μπλοκάρισμα στη συνολική αναδιάρθρωση των κοινωνικών σχέσεων που επιχειρείται. 
Ευάγριος Αληθινός

[Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα δρόμου Άπατρις, φύλλο 21 Απρίλης 2013 που κυκλοφορεί στη Κρήτη.]

...

*  Για τη συγγραφή του άρθρου χρησιμοποιήθηκαν εκτενή αποσπάσματα από το κείμενο του σ. Παναγιώτη Καλαμαρά “καταλήψεις στέγης και κοινωνικά κέντρα” (εισήγηση στα πλαίσια ημερίδας για την παρουσίαση της ελληνικής συμμετοχής στην 9η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής στη Βενετία Γενάρης 2005).

Και αποσπάσματα από δημοσιεύσεις στο “Αναρχικό δελτίο” (Νοέμβρης 2005), στην εφημερίδα “Εστία Ανομίας” (Θεσ/νίκη Γενάρης 2013 έκδοση της κατάληψης Φάμπρικα ΥΦΑΝΕΤ και αλληλέγγυων) και στο Athens.indymedia.org

Οι καταλήψεις έχουν τη δική τους ιστορία


sxoleio_580.jpg
Στην Ελλάδα το φαινόμενο των καταλήψεων εμφανίστηκε τη δεκαετία του ’80 και ακολούθησε χρονικά το ρεύμα που είχε αναπτυχθεί στην υπόλοιπη Ευρώπη μετά την πολιτική και κοινωνική κρίση του Μάη του ’68. Στη Θεσσαλονίκη καταγράφονται από το 1981 και σήμερα έξι συνολικά εξακολουθούν να είναι ενεργές. Με την πολιτεία να δείχνει φανερά την επιθυμία να ξεκαθαρίζει με το θέμα απομακρύνοντας τους καταληψίες, το “πρόβλημα” ήρθε ξανά στην επιφάνεια με την επέμβαση των ΜΑΤ στη βίλλα Αμαλία, στην Αθήνα.
Η δεκαετία του ’70 στην Ευρώπη χαρακτηρίστηκε από την αμφισβήτηση των κατεστημένων θεσμών και αξιών και επηρεάστηκε από τις ιδέες του αναρχικού κινήματος. Στη Γερμανία, τη Δανία, την Ολλανδία και την Ιταλία εμφανίστηκαν για πρώτη φορά καταλήψεις κτιρίων – άδειων και σε αχρησία τα περισσότερα – κυρίως για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών των καταληψιών που αμφισβητούσαν έτσι τον τρόπο οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης της κοινωνίας. Οι καταλήψεις οργανώνονταν σε αυτόνομες κοινότητες, οι αποφάσεις λαμβάνονταν μέσω συνελεύσεων και γίνονταν πολιτικές ζυμώσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στην Ιταλία και την Αγγλία καταγράφηκαν και μαζικές καταλήψεις κτιρίων από ομάδες αστέγων χωρίς κάποιο ξεκάθαρο πολιτικό υπόβαθρο.
Εδώ και 30 χρόνια
Το 1981 μέλη του αντιεξουσιαστικού χώρου – με τον οποίο συνδέθηκαν οι περισσότερες καταλήψεις – κάνουν κατάληψη σε κτίριο της οδού Βαλτετσίου στα Εξάρχεια της Αθήνας, στο κτήμα Δρακοπούλου στα Πατήσια, στο κτίριο του Ερυθρού Σταυρού στη Θεσσαλονίκη και στη Βίλλα Στέλλα στο Ηράκλειο. Στη Θεσσαλονίκη γίνεται κατάληψη και στο κτίριο της πρώην Σχολής Κωφαλάλων, επί της Βασιλέως Γεωργίου 25, όπου σήμερα λειτουργεί μπαρ – καφέ. Οι καταλήψεις μετά από μερικούς μήνες «σπάνε» με την επέμβαση της αστυνομίας και εμφανίζονται ξανά μετά από μια πενταετία. Στην Αθήνα είναι η κατάληψη της Χαριλάου Τρικούπη 91 και στη Θεσσαλονίκη φοιτητές «μπαίνουν» στο Μανδαλίδειο Μέγαρο του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου, που μέχρι πρόσφατα στέγαζε τη Σχολή Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ επί της Λεωφόρου Νίκης.
Ο Γρηγόρης Τσιλιμαντός, μέλος της Αντιεξουσιαστικής Κίνησης στη Θεσσαλονίκη, συμμετείχε στις πρώτες καταλήψεις που έγιναν στην πόλη. Όπως μας λέει, τα κίνητρα των καταληψιών ήταν αμιγώς πολιτικά. Η άνοδος του τότε ΠΑΣΟΚ, η λεγόμενη «αφομοίωση» πολιτικών αιτημάτων της Αριστεράς και της άκρας Αριστεράς, η ισχυροποίηση του καπιταλιστικού συστήματος και οι πρακτικές του εξωτερικού δημιούργησαν, όπως λένε οι πρωταγωνιστές της εποχής, ένα ισχυρό ρεύμα αντίδρασης που εκφράστηκε με τις καταλήψεις κτιρίων: «Οι πρώτες καταλήψεις είχαν σκοπό να βγάλουν έναν κοινωνικό αντίλογο. Θέλαμε να δημιουργήσουμε ένα πολιτικό – επαναστατικό κίνημα. Είχαν αμιγώς πολιτικά κίνητρα και στόχους. Οι νέες καταλήψεις περιλαμβάνουν και κοινωνικές δραστηριότητες και πρακτικές που μπορούν να στήσουν τις κοινωνίες από την αρχή. Ο βαθμός επιτυχίας τους εξαρτάται και από τη διείσδυση τους στο κοινωνικό σύνολο», τονίζει.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 γίνεται η κατάληψη της Αρμενοπούλου και η Πανδώρα στην περιοχή του Φαλήρου και από το 1993 και για τέσσερα χρόνια η Βίλα Βαρβάρα στην Άνω Πόλη που τώρα στεγάζει τη Δημοτική Βιβλιοθήκη της περιοχής. Εκεί κοντά, στην περιοχή Τσινάρι, υπήρξε και η κατάληψη Μαύρη Γάτα (1999-2004) απ’ όπου προέκυψε η ιστοσελίδα «οργανωμένης αντί-πληροφόρησης», το indymedia thessaloniki (2001-2005).
Μετά τα δημόσια κτίρια οι καταλήψεις μπήκαν και στα πανεπιστήμια. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 άρχισαν να δημιουργούνται τα λεγόμενα «αυτοδιαχειριζόμενα στέκια» σε κοινόχρηστους χώρους εντός των πανεπιστημίων. Ορισμένα απ’ αυτά λειτούργησαν στην Ιατρική Σχολή, στο Βιολογικό και τη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου. Καταλήψεις εντός του πανεπιστημίου έγιναν στα παλιά λυόμενα της Παιδαγωγικής και των Καλών Τεχνών και στο ισόγειο της Β’ Φοιτητικής Εστίας στις 40 Εκκλησιές, η οποία και συνεχίζεται. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, έπειτα από επέμβαση της αστυνομίας, έληξε η κατάληψη Δέλτα στο κτίριο του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης στην οδό Εγνατία που παρέμενε υπό κατάληψη για 5 χρόνια από ομάδες αντιεξουσιαστών.
1. Terra Incognita
Από τις υφιστάμενες καταλήψεις στη Θεσσαλονίκη, η Terra Incognita (Ανεξερεύνητη Γη) είναι η παλαιότερη. Ξεκίνησε το Φεβρουάριο του 2004 σ’ ένα εγκαταλελειμμένο κτίριο που ανήκει στο ΑΠΘ, στη συμβολή των οδών Ολύμπου και Τάσκου Παπαγεωργίου. Όπως διαβάζουμε στο πρώτο τεύχος της «εφημερίδας δρόμου» που είχε τυπώσει η κατάληψη το 2004, «σ’ αυτή τη δύσκολη εποχή επιλέγουμε να κινηθούμε επιθετικά, ανοίγουμε καινούργια πεδία δραστηριοποίησης, ρισκάρουμε και προχωράμε. Δεν ζητιανεύουμε για τη ζωή μας και δεν ψαρώνουμε από τις προσταγές και τα φανταχτερά σκουπίδια που η κοινωνία μας προσφέρει. Παίρνουμε πίσω λίγα απ’ αυτά που μας ανήκουν. Αυτά που μας στέρησαν οι κάθε είδους εξουσιαστές, τα αφεντικά, το κράτος, οι έμποροι, οι νταβατζήδες και οι ιδιοκτήτες. Τα άδεια σπίτια ανήκουν σ’ αυτούς και σ’ αυτές που τα χρειάζονται και τα χρησιμοποιούν».
2. Φάμπρικα ΥΦΑΝΕΤ
Τον Μάρτιο του 2004 «ορισμένες συλλογικότητες και άτομα» καταλαμβάνουν το παλιό εργοστάσιο της ΥΦΑΝΕΤ και δημιουργούν μια «κατάληψη ανατρεπτικών προθέσεων», όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα τους. Όπως γράφουν, έμπνευση τους υπήρξαν τα γεγονότα της Συνόδου Κορυφής του 2003 και η απεργία πείνας επτά συλληφθέντων που ακολούθησε. Η κατάληψη ήταν «μια έμπρακτη απάντηση στον παραλογισμό της μητρόπολης, όπου οι άνθρωποι στοιβάζονται σε διαμερίσματα, οι δημόσιοι χώροι ερημώνουν, οι αλάνες γίνονται πάρκινγκ, τα εγκαταλελειμμένα εργοστάσια γίνονται μουσεία-πολυχώροι κατανάλωσης και εφετζίδικων lifestyle συνευρέσεων».
Το εργοστάσιο ιδρύθηκε το 1901 από την εταιρεία Καπαντζή – Καζάση και ΣΙΑ και λειτούργησε ως υφαντουργείο με βαφείο και φεσοποιείο, απαραίτητο για την εποχή. Μετά από μια πενταετία ξεσπάει πυρκαγιά, το εργοστάσιο κλείνει και επαναλειτουργεί ως Ανώνυμος Οθωμανική Εταιρία Υφασμάτων και Φεσιών. Μετά από λίγα χρόνια το κλείνει ξανά λόγω οικονομικών προβλημάτων και περνάει στα χέρια του γνωστού για την εποχή βιομήχανου, Αθανάσιο Μακρή και το 1926 λειτουργεί ως ΥΦΑΝΕΤ. Το εργοστάσιο αναβαθμίζεται μηχανολογικά και κάνει ετήσιο τζίρο 45 εκατομμύρια δραχμές ενώ έφτασε να απασχολεί 1.300 άτομα προσωπικό. Η πυρκαγιά του ’51 σημαίνει την αρχή του τέλους. Παρά τα δάνεια και τις χρηματοδοτήσεις οι ρυθμοί ανάπτυξης της βιομηχανίας πέφτουν και η ζήτηση μειώνεται, ώσπου τον Δεκέμβριο του ’64 η ΥΦΑΝΕΤ κλείνει. Ιδιοκτησιακά, το εργοστάσιο πέρασε λόγω χρεών στην Εθνική Τράπεζα αλλά εγκαταλείφθηκε στη φθορά του χρόνου. Κηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο το 1993. Η τράπεζα πρότεινε τη μετατροπή του σε Κέντρο Πολιτισμού και Οικονομικής Ανάπτυξης με αφορμή την ανακήρυξη της Θεσσαλονίκης σε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης το 1997 αλλά το σχέδιο δεν προχώρησε ποτέ. Το ελληνικό δημόσιο αγόρασε το εργοστάσιο το 2006 προκειμένου να στεγαστεί το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης και η Συλλογή Κωστάκη. Πρόσφατα ο υπουργός Πολιτισμού Κώστας Τζαβάρας όταν ρωτήθηκε σχετικά, χαρακτήρισε την ΥΦΑΝΕΤ «πρόβλημα – πρόκληση» για το υπουργείο και τόνισε ότι θα βρεθεί λύση «μέσα από το διάλογο και τη συνεργασία της πόλης».
3. Κατάληψη Ορφανοτροφείο
Το 2005 «ένα σύνολο ανθρώπων που μοιραζόμαστε την επιθυμία να στεγάσουμε την καθημερινότητα μας με πιο ανταγωνιστικούς προς το υπάρχον όρους», όπως γράφουν σε φυλλάδιο τους, έκαναν κατάληψη στο εγκαταλελειμμένο ορφανοτροφείο θηλέων «Μέγας Αλέξανδρος». Κάπου ανάμεσα σε λόγους πολιτικούς και ανάγκες στέγασης που υποκίνησαν την πράξη τους, διαβάζουμε ότι «στη γενικευμένη κυριαρχία του μοντέλου της απομόνωσης και της πυρηνικής οικογένειας επιδιώκουμε το πέρασμα στη συλλογική ζωή».
Το ορφανοτροφείο ιδρύθηκε το 1934 για να στεγάσει τα ορφανά κορίτσια που έφτασαν στη Θεσσαλονίκη μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και μέχρι τότε στεγάζονταν σε πρόχειρα παραπήγματα. Τα κορίτσια πήγαιναν στο λεγόμενο «τενεκεδένιο σχολείο» που λειτουργούσε δίπλα στο ορφανοτροφείο και τα απογεύματα μάθαιναν ραπτική. Στο εργαστήριο υφαντουργίας οι μικρές μαθήτριες μάθαιναν να υφαίνουν χαλιά, τα οποία είχαν μεγάλη ζήτηση σε αγορές του εξωτερικού και οι πωλήσεις κάλυπταν ένα μέρος των εξόδων του ιδρύματος. Η δημοτική σύμβουλος Ελένη Τζιούτζια που μεγάλωσε στην περιοχή της Τούμπας και αργότερα δίδαξε στο – σύγχρονο πια – σχολείο δίπλα στο ορφανοτροφείο, θυμάται τα ευγενικά και πειθαρχημένα κορίτσια του ιδρύματος: «Τα πράγματα τους τα είχαν πάντα σε μια τάξη. Τα Χριστούγεννα πηγαίναμε με το σχολείο στο ορφανοτροφείο και δίναμε στα κορίτσια δώρα και γλυκά. Κάθε Κυριακή μάλιστα, μετά τον εκκλησιασμό στην Οσία Ευφροσύνη, είχαν τη δική τους εκπομπή στο ραδιόφωνο και έλεγαν τραγούδια με τη μαντολινάτα τους». Ο ψηλός τοίχος που περιβάλλει ακόμη και σήμερα το ορφανοτροφείο δεν εμπόδισε τα νεανικά ειδύλλια. «Θυμάμαι τον γάμο του Μηνά με την Κατίνα. Ο Μηνάς, ο φούρναρης της γειτονιάς, προμήθευε με ψωμί το ίδρυμα και η Κατίνα έκανε τις παραλαβές. Το ίδιο συνέβη με τον ταχυδρόμο και την κοπέλα που παραλάμβανε τα γράμματα. Τι πιο φυσικό;». Οι κοπέλες έφευγαν από το ορφανοτροφείο είτε παντρεμένες ή για σπουδές σε κάποια σχολή Οικοκυρικής ή ακόμη και με τη δική τους δουλειά ως υφάντρες σε κάποιο εργοστάσιο. Τα λιγοστά κορίτσια που έμειναν στο ίδρυμα το 2000 μεταφέρθηκαν στο ορφανοτροφείο «Μέλισσα» και ένα ζωντανό κύτταρο της Τούμπας έκλεισε. Το κτίριο ανήκει στο υπουργείο Υγείας.
4. Κατάληψη Libertatia
Το Μάιο του 2008 ομάδα αντιεξουσιαστών προχώρησε στην κατάληψη κτιρίου στη συμβολή των οδών Λ. Στρατού και Σαρανταπόρου. Το οίκημα ήταν ακατοίκητο από το 1978 και περιήλθε σε καθεστώς σχολάζουσας ιδιοκτησίας του ελληνικού δημοσίου. Σε κείμενο τους οι καταληψίες λένε ότι αρνούνται να υποκύψουν στον «εκβιασμό του ενοικίου» και έχουν σκοπό να εντείνουν «την αντίσταση-επίθεση σε κράτος, εξουσία, καπιταλισμό και κάθε είδους φασισμό με τελικό σκοπό την απελευθέρωση φύσης και ανθρώπου από την εκμετάλλευση».
Η βίλα στον αριθμό 19 της Λεωφόρου Στρατού χτίστηκε για χάρη της Χαζίζ Νιχάλ Ναζιφέ από τον δεύτερο σύζυγο της, τον εισαγγελέα Θεσσαλονίκης, Μουσταφά Εφέντη, το 1899. Η τριώροφη κατοικία, που χαρακτηρίστηκε έργο τέχνης το 1982 και σώθηκε από την κατεδάφιση μετά το σεισμό του ’78, είναι η μόνη έπαυλη που σώζεται από το ένδοξο παρελθόν της λεωφόρου. Η Λεωφόρος Στρατοπέδου, όπως λεγόταν στα τέλη του 19ου αιώνα, είχε διαμορφωθεί στο πρότυπο με αυτή των Εξοχών και έτσι ήταν χτισμένα κατά μήκος της υπέροχα αρχοντικά με τεράστιους καταπράσινους κήπους. Μεταξύ 1935-36 λόγω οικονομικών προβλημάτων η Ναζιφέ ενοικιάζει χώρους της αυλής σε εβραϊκές, ελληνικές και ιταλικές οικογένειες, ενώ μετά το θάνατό της, το 1941, τα δυο οικήματα ελλείψει κληρονόμων περιέρχονται στο δημόσιο και κατοικούνται από διάφορους μισθωτές
. 5. Κατάληψη Μανδαλίδειου
Το Μανδαλίδειο Μέγαρο, ιδιοκτησίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου, καταλαμβάνεται από αντιεξουσιαστές το 2009 και λειτουργεί μέχρι σήμερα ως «κατάληψη στέγης». Στο Μανδαλίδειο έγινε μια από τις πρώτες καταλήψεις κτιρίων από φοιτητές του ΑΠΘ το 1985, λίγους μήνες αφού η Οδοντιατρική Σχολή αποφάσισε να στεγάσει εκεί τα εργαστήρια της. Οι Φοιτητικές Συσπειρώσεις Θεσσαλονίκης κατέλαβαν το κτίριο ζητώντας περισσότερες εστίες για να στεγάσουν τους φοιτητές που αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα. Η κατάληψη κράτησε για πέντε χρόνια και στο μεταξύ οι φοιτητές είχαν αγοράσει γεννήτρια για παροχή ρεύματος, ψυγείο και τηλεόραση, λειτουργούσαν κουζίνα και ντουζ στους ορόφους, έκαναν εκπομπές από το Ράδιο Κιβωτός και διοργάνωναν θεατρικές παραστάσεις. Η κατάληψη διαλύθηκε μετά από απόφαση της γενικής συνέλευσης και το κτίριο παραδόθηκε στο νεοσύστατο τότε Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ. Το Τμήμα έφυγε το 2002 καθώς κρίθηκε ότι το κτίριο ήταν επικίνδυνο διότι δεν πληρούσε τους κανόνες αντισεισμικής προστασίας.
Το κτίριο είναι κληροδότημα του Ιωάννη Μανδαλίδη και της αδελφή του Βάγιας. Ο Ιωάννης σπούδασε οδοντίατρος και τα δύο αδέλφια εργάστηκαν στην Αμερική στις αρχές του 20ου αιώνα. Μετά την πυρκαγιά του 1917 ήρθαν στη Θεσσαλονίκη και εντάχθηκαν στην οικονομική και κοινωνική ζωή της πόλης. Αγόρασαν την εξαώροφη οικοδομή το 1931 και την κληροδότησαν στο πανεπιστήμιο για να στεγάσει το ερευνητικό παράρτημα της Οδοντιατρικής Σχολής.
6. Κατάληψη Σχολείο (αρχική φώτο)
Πρόκειται για το διατηρητέο κτίριο οδό Βασιλέως Γεωργίου που χρονολογείται στο 1897. Μέχρι το 2004 στέγαζε το 12ο Δημοτικό Σχολείο Θεσσαλονίκης, αλλά προβλήματα στατικότητας οδήγησαν στο κλείσιμο του και οι μαθητές μεταφέρθηκαν σε λυόμενα κτίσματα δίπλα στο Ποσειδώνιο. Το διατηρητέο ουδέποτε αποκαταστάθηκε από την τότε Νομαρχία και το 2010 έγινε η κατάληψη του και δημιουργήθηκε ο «κοινωνικός χώρος Σχολείο», όπως τον αποκαλούν οι διαχειριστές του. Ιδιοκτησιακά ανήκει στην Εκκλησία, η οποία έχει προσφύγει δικαστικά εναντίον των καταληψιών.
Η κατάληψη του Σχολείου δεν είναι κατάληψη στέγης. Έχει πολιτικό περιεχόμενο όπως μας είπαν οι διαχειριστές της που δέχτηκαν να μας μιλήσουν αλλά μοιάζει περισσότερο με σχολείο, ίσως όχι σαν αυτά που έχουμε συνηθίσει. «Κανείς δεν μένει το βράδυ μέσα, δεν λειτουργούμε έτσι. Το Σχολείο ανοίγει γύρω στις 12 και κλείνει λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Ξεκινήσαμε να δημιουργήσουμε μια κοινότητα με άξονα τα ελεύθερα μαθήματα και τη συμμετοχή στο εγχείρημα με τα χαρακτηριστικά της άμεσης δημοκρατίας. Δεν υπάρχει ο εξουσιαστικό ρόλος του μαθητή – καθηγητή, αλλά η μάθηση είναι βιωματική. Όλοι μαθαίνουν από όλους». Οι αποφάσεις λαμβάνονται από μια γενική συνέλευση και επιμέρους διαχειριστικές συνελεύσεις και ο καθένας είναι ελεύθερος να συμμετέχει και να συμβάλει στη λειτουργία του χώρου. «Δεν επικεντρωνόμαστε στην ιδεολογική ταυτότητα του καθενός, αλλά στο πως συμπεριφέρεται εδώ μέσα», εξηγούν. Εκεί οργανώνονται μαθήματα ξένων γλωσσών, από Αγγλικά μέχρι Ιαπωνικά και Ρωσικά, μαθήματα φωτογραφίας και πιλάτες, λειτουργεί καφέ – μπαρ, βιβλιοθήκη με σχολικά βοηθήματα και λογοτεχνικά βιβλία, βιολογική αγορά και μαγειρείο. Για την αποκατάσταση του χώρου τα μέλη της κατάληψης έπρεπε να αλλάξουν την υδραυλική και ηλεκτρολογική εγκατάσταση, να τοποθετήσουν υποστυλώματα, να φτιάξουν τα κεραμίδια της σκεπής και να καθαρίσουν τον περιβάλλοντα χώρο. Τα περασμένα Χριστούγεννα διοργάνωσαν μια ρεμπέτικη βραδιά και μοίρασαν δώρα στα παιδιά των ανέργων της Βιομηχανικής Μεταλλευτικής. «Προσπαθούμε ν’ αποδείξουμε ότι δεν είμαστε ελέφαντες. Έχουμε κάνει ένα μεγάλο άνοιγμα στην κοινωνία και βλέπουμε αποδοχή από τη γειτονιά. Στηρίξαμε και την πρωτοβουλία των κατοίκων για το οικόπεδο Μάρμαρα Μόσχου που διεκδικούν να γίνει παιδική χαρά», σημειώνουν.
Με εξαίρεση το Σχολείο όπου έγιναν εκτεταμένες εργασίες επιδιορθώσεων του χώρου και κάτοικοι της περιοχής συμμετέχουν στις δραστηριότητες και τις εκδηλώσεις που διοργανώνονται, στις υπόλοιπες καταλήψεις η κοινωνία δεν είναι παρούσα. Οι πόρτες τους είναι κλειστές και επιδιώκεται μόνο περιστασιακά επαφή με το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο. Εργασίες συντήρησης γίνονται περιστασιακά και σπασμωδικά, χωρίς διάρκεια, με αποτέλεσμα τα κτίρια να αφήνονται στη φθορά του χρόνου, όπως και πριν από την κατάληψη. Οι γείτονες όμως φαίνεται να έχουν συμβιβαστεί με την ιδέα της κατάληψης. «Αφού είναι ήδη ρημαγμένα και δεν μας ενοχλούν, γιατί όχι», μας είπαν αρκετοί.
Πάντως, οι καταληψίες φαίνονται διατεθειμένοι να υπερασπιστούν το χώρο τους και η πολιτεία μετά από χρόνια εμφανίζεται εξίσου αποφασισμένη να παραδώσει τις ιδιοκτησίες πίσω στους νόμιμους δικαιούχους τους. Στη μέση βρίσκονται κτίρια που είναι συνυφασμένα με τη σύγχρονη ιστορία της Θεσσαλονίκης και του δημόσιου χώρου της πόλης.

Η ιστορία των υπό κατάληψη κτιρίων στα οποία επενέβη η Αστυνομία στη Θεσσαλονίκη



 Το Μανδαλίδειο Μέγαρο στην παραλία της Θεσσαλονίκης
Καίριο πλήγμα στο κίνημα των καταλήψεων δημόσιων και ιδιωτικών χώρων στη Θεσσαλονίκη κατάφερε νωρίς το πρωί η Ελληνική Αστυνομία. Μέχρι χθες το βράδυ οι χώροι που βρίσκονταν υπό κατάληψη από αντιξεουσιαστές στη Θεσσαλονίκη ξεπερνούσαν τους δέκα. Σήμερα είναι τρεις λιγότεροι. Η απόφαση της πολιτικής ηγεσίας της ΕΛ.ΑΣ. για επέμβαση στους χώρους αυτούς έρχεται ως απάντηση στην κατακραυγή που εισέπραξε το προηγούμενο διάστημα λόγω της παθητικής στάσης της απέναντι στις αυθαιρεσίες των μελών του No Border Camp. Οι δύο από τους χώρους στους οποίους επενέβη η Αστυνομία είναι γνώριμα στέκια αντιεξουσιαστών. Ο τρίτος χώρος κατελήφθη για πρώτη φορά πριν από λίγες ημέρες με σκοπό τη φιλοξενία προσφύγων.Παρουσιάζουμε  την ιστορία των χώρων αυτών.



Το Μανδαλίδειο Μέγαρο ανήκει στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Βρίσκεται υπό κατάληψη από το 2009 και χρησιμοποιήθηκε ως στέγη από αναρχικούς της πόλης. Είχε καταληφθεί και παλαιότερα από αντιεξουσιαστές. Το 1985 το εν λόγω κτίριο που βρίσκεται στη συμβολή της λεωφόρου Νίκης με την οδό Βογατσικού είχε καταληφθεί από αριστερές ομάδες φοιτητών για να χρησιμοποιηθεί ως φοιτητική εστία. Η κατάληψη κράτησε πέντε χρόνια. Αργότερα το κτίριο παραδόθηκε στο Τμήμα Δημοσιογραφία και ΜΜΕ του ΑΠΘ. Το 2002 το κτίριο εκκενώθηκε γιατί δεν πληρούσε τους κανόνες αντισεισμικής προστασίας.
Το κτίριο είναι κληροδότημα του Ιωάννη Μανδαλίδη και της αδελφή του Βάγιας. Ο Ιωάννης σπούδασε οδοντίατρος και τα δύο αδέλφια εργάστηκαν στην Αμερική στις αρχές του 20ου αιώνα. Μετά την πυρκαγιά του 1917 ήρθαν στη Θεσσαλονίκη και εντάχθηκαν στην οικονομική και κοινωνική ζωή της πόλης. Αγόρασαν την εξαώροφη οικοδομή το 1931 και την κληροδότησαν στο πανεπιστήμιο για να στεγάσει το ερευνητικό παράρτημα της Οδοντιατρικής Σχολής.

Το ορφανοτροφείο θηλέων «Μέγας Αλέξανδρος» στην Τούμπα
kat_2.jpg
Το ορφανοτροφείο «Μέγας Αλέξανδρος» κατελήφθη για πρώτη φορά το 2005 από αντιεξουσιαστές. Χρησιμοποιήθηκε ως στέγη και ως χώρος πολιτικού προβληματισμού. Ακολούθησε κλεφτοπόλεμος με την Αστυνομία καθώς οι αντιεξουσιαστές απομακρύνθηκαν δύο φορές από τον χώρο καταφέρνοντας να τον ανακαταλάβουν και τις δύο.
Το ορφανοτροφείο ιδρύθηκε το 1934 για να στεγάσει τα ορφανά κορίτσια που έφτασαν στη Θεσσαλονίκη μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και μέχρι τότε στεγάζονταν σε πρόχειρα παραπήγματα. Τα λιγοστά κορίτσια που έμειναν στο ίδρυμα το 2000 μεταφέρθηκαν στο ορφανοτροφείο «Μέλισσα».

Το εν λόγω κτίριο ανήκε στο Υπουργείο Υγείας και το 2011 παραχωρήθηκε στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης με σκοπό την ανέγερση εκκλησιαστικού ιδρύματος για άτομα με χρόνια παθήσεις.

Η πολυκατοικία στην Καρόλου Ντηλ
karoloy_nthl.jpg
Πρόκειται για κτίριο που ανήκει σε ιδιώτη. Τα τελευταία χρόνια είναι εγκαταλελειμμένο. Άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου προχώρησαν σε κατάληψη του χώρου το μεσημέρι της περασμένης Παρασκευής. Σύμφωνα με τους καταληψίες το κτίριο θα χρησιμοποιούνταν για την φιλοξενία προσφύγων και μεταναστών. Ο ιδιοκτήτης του ακινήτου υπέβαλλε μήνυση στην Αστυνομία ζητώντας την άμεση απομάκρυνση των αντιεξουσιαστών.


ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΩΝ ΥΠΟ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΚΤΙΡΙΩΝ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ..



Οι καταλήψεις εγκαταλειμμένων κτιρίων έχουν ιστορία δεκαετιών και ξεκινούν από το 1980 και την περιβόητη κατάληψη της βαλτετσίου από τον τραγουδοποιό Νικόλα Άσιμο. Ακολούθησαν πολλές άλλες μέχρι και τις μέρες μας που οι δυνάμεις της ελ.ας κάνουν επιχειρήσεις εκκαθαρίσεων. Οι περιπτώσεις των κτιρίων που έχουν καταληφθεί είναι δείγμα της αδιαφορίας της πολιτείας για κομμάτια της σύγχρονης ιστορίας της χώρας και για νεοκλασικά-κοσμήματα που έχουν χαρακτηριστεί αρχιτεκτονικά μνημεία.


Η Βίλα Αμαλία, έργο του σπουδαίου αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλλερ του 1862 δεν ήταν πάντα ένα, αλλά δύο κτίρια που ενώθηκαν. Αυτό προς την Αχαρνών ήταν η κατοικία του νομικού Μιλτιάδη Ράλλη και το κτίριο προς τη Χέϋδεν ήταν η κατοικία του πρέσβη Περικλή Αργυρόπουλου. απο το 1932 εως το 1972 στεγάστηκε στη Βίλα Αμαλία το θρυλικό για την αυστηρότητά του 2ο Γυμνάσιο Αρρένων το οποίο άφησε εποχή για την "βέργα" που έπεφτε αλλά και για τα χαστούκια που έριχναν οι καθηγητές. Από τα θρανία του πέρασαν σπουδαίες προσωπικότητες.
Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Αλέκος Φασιανός, Θόδωρος Αγγελόπουλος, Ανδρέας Φουστάνος. 

Εμβληματική φυσιογνωμία υπήρξε ο αυστηρός γυμνασιάρχης, θεολόγος Πάνος Πάτρας, ο οποίος έγινε θρύλος στα αθηναϊκά σχολεία της εποχής από τα διάσημα «διπλά χαστούκια» που φιλοδωρούσε τους απείθαρχους και τους ακούρευτους μαθητές. Η Βίλα Αμαλία κατελήφθη το 1990 από αναρχικούς και παρέμεινε έτσι 22 χρόνια μέχρι που παρενέβη η αστυνομία. Ένα χρόνο πριν είχε προηγηθεί από τους ίδιους ανθρώπους η κατάληψη εγκαταλελειμμένου κτιρίου του ιδρύματος Ωνάση στη λεωφόρο Αμαλίας 56 και από τη συγκεκριμένη λεωφόρο προέκυψε το όνομα της κατάληψης.
 


Ενα ακόμη κτίριο κόσμημα, η επιβλητική πολυκατοικία Παπαλεονάρδου, γνωστή ως βίλα Σκαραμαγκά εξαιτίας του ονόματος του στενού αδιέξοδου δρόμου που τέμνει την οδό Πατησίων, είχε γίνει άνδρο των καταληψιών τα τελευταία χρόνια.  Σε αυτό το σπίτι της οδού Πατησίων 61 έζησε η υψίφωνος Μαρία Κάλλας όταν το 1937 μετά  το χωρισμό των γονιών της ήρθε στην Αθήνα και έμεινε με τη μητέρα της και τη μεγαλύτερη αδελφή της Υακίνθη. Η πολυκατοικία χτίστηκε το 1925 και οικία Μαρίας Κάλλας έχει χαρακτηρισθεί από το 1989, επί υπουργίας Μελίνας Μερκούρη, ως διατηρητέο ιστορικό και αρχιτεκτονικό μνημείο των νεότερων χρόνων. Το κτίριο ανήκει στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (ΝΑΤ) από το 1950.


Υπό κατάληψη από το 88 είναι η 4όροφη μονοκατοικία  στην Λέλας καραγιάννη 37. Κατασκευή του 1923 και από το 95 έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο. Μετά από 25 χρόνια κατάληψης, οι αστυνομικές δυνάμεις για πρώτη φορά μπήκαν την Τρίτη 15 Ιανουαρίου στο κτίριο που ήταν εγκαταλελειμμένο από το 1960 μέχρι το 1988. Σε πολύ κοντινή απόσταση, στην οδό Λέλας Καραγιάννη 1 και Σταυροπούλου βρίσκεται το ιστορικό σπίτι της αγωνίστριας της Εθνικής Αντίστασης Λέλας Καραγιάννη, το όνομα της οποίας πήρε ο δρόμος.


Στο κτίριο της παλαιότερης κατάληψης της χώρας, έζησε μέχρι το 1960 η Κεφαλλονίτισσα Μαρία Μεταξάτου. Με απόφαση της ίδιας  κληροδοτήθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο και τη Σχολή Καλών Τεχνών. Τελευταία επιθυμία της ήταν να χρησιμοποιηθεί για τη στέγαση άπορων φοιτητών από την Κεφαλονιά με τον όρο να μην απαλλοτριωθεί.


Η πλέον πρόσφατη κατάληψη είναι στο κτίριο του ιστορικού κινηματογράφου Βοξ, στην οδό αραχώβης στα εξάρχεια ιδιοκτησίας του ΙΚΑ..